Θεωρώ τη στάση αρκετών metal οπαδών απέναντι στους SEPULTURA υπερβολική και άδικη ειδικά από τη στιγμή που οι ίδιοι πέρα της δισκογραφικής τους παρουσίας δεν έχουν δικαιώματα για περαιτέρω σχολιασμό. Μετά από δεκατρία συνολικά άλμπουμ, με τα επτά έχοντας τον Derrick Green ως frontman, επαναλαμβάνουν το εγχείρημα των “Dante XXI” και “A-lex” τα οποία ήταν βασισμένα στα “The divine comedy” του Dante Alighieri και “A clockwork orange” του Anthony Burgess αντίστοιχα και στο “The mediator between the head and hands must be the heart” εμπνέονται από την γυρισμένη το 1927 ταινία του Αυστριακού Fritz Lang, “Metropolis”.
Η αρχική ιδέα προήλθε από τον Andreas Kisser ο οποίος ζει στο São Paulo και παρομοίασε τη χαώδη αυτή πόλη των πάνω από 11.000.000 κατοίκων με την υπερπληθυσμική Metropolis, μια κοινωνία με ολοκληρωτικές πολιτικές και οικονομικές δομές όπου η ελίτ των αρχόντων ζει στο ανώτερο επίπεδο και οι εργάτες στο κατώτερο, αν και το concept στο άλμπουμ δεν δείχνει να περιορίζεται στον διαχωρισμό των κοινωνικών τάξεων όσο στο πως ο άνθρωπος αρχίζει και χάνει την ταυτότητά του και μεταμορφώνεται σιγά-σιγά σε ένα άψυχο robot. Η όλη διάθεση από τραγούδι σε τραγούδι φαίνεται να υπηρετεί το concept, με το “Grief” να αποτελεί το συναισθηματικό crescendo του δίσκου με τις NEUROSIS επιρροές και σίγουρα δεν μπορείς εύκολα να κατηγοριοποιήσεις το άλμπουμ ως προς το μουσικό ύφος, μιας και δεν το χαρακτηρίζει η επιθετικότητα ή κάποια άλλη ιδιαιτερότητά του. Ανεπηρέαστοι απ’ ότι συμβαίνει τώρα στα μουσικά δρώμενα, οι SEPULTURA έχουν γι’ άλλη μια φορά κάτι να πουν και η συνεργασία τους με τον Ross Robinson (KORN, SLIPKNOT) δεκαεπτά χρόνια μετά το “Roots” και τον Steve Evetts (THE DILLINGER ESCAPE PLAN, SNAPCASE) φαίνεται να τους «έλυσε τη γλώσσα», προσδίδοντας επίσης έναν παχύ ήχο στις κιθάρες και ευκρίνεια στα τύμπανα όπου ο νέος στην κυριολεξία Eloy Casagrande κοπανάει με μαεστρία, διατηρώντας την ίδια στιγμή το tribal στοιχείο της μπάντας και το κυριότερο δίνει φρεσκάδα χωρίς να αλλοιώνει τα βασικά χαρακτηριστικά των Seps. Πιθανότατα το γεγονός ότι το άλμπουμ ηχογραφήθηκε στο Venice της California και όχι στην γενέτειρά τους τη Βραζιλία, κάτι που είχαν να κάνουν από την εποχή του “Against”, να έπαιξε τον ρόλο του. Η συμμετοχή του Dave Lombardo (SLAYER) στο “Obsessed” με τα έντονα percussive μέρη ακούγεται απολαυστική, ο Derrick Green με τη σειρά του δείχνει να δοκιμάζει νέους τρόπους έκφρασης με τη φωνή του και η διασκευή στο “Da lama ao caos” των CHICO SCHIENCE & NAÇÃO ZUMBI που κλείνει τον δίσκο να αποτελεί φόρος τιμής σε έναν ιδιαίτερα αγαπητό για τη μπάντα Βραζιλιάνο μουσικό όπου οι SEPULTURA είχαν με το “Monólogo ao Pé do Ouvido” ξαναδιασκευάσει στο “Under a pale a grey sky” ενώ ο Max Cavalera είχε εμφανιστεί ζωντανά με τους NAÇÃO ZUMBI δύο μήνες μετά τον θάνατο του Chico Science τον Φεβρουάριο το 1997.
Για όποιον έχει συναίσθηση του τι εστί SEPULTURA εν έτη 2013, το “The mediator between the head and hands must be the heart” θα αποτελέσει άλλο ένα ενδιαφέρον άκουσμα για τον ίδιο, ενώ πληροφοριακά αναφέρουμε ότι κατά τη διάρκεια των ηχογραφήσεων του άλμπουμ διασκεύασαν και το “Zombie ritual” των DEATH το οποίο θα συμπεριληφθεί σε μία από τις ειδικές εκδόσεις που πρόκειται να κυκλοφορήσουν.
7 / 10
Κώστας Αλατάς