A day to remember… 27/9 [MACHINE HEAD]

0
134

ΟΝΟΜΑ ΑΛΜΠΟΥΜ: “Unto the locust” – MACHINE HEAD
ΕΤΟΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ: 2011
ΕΤΑΙΡΕΙΑ: Roadrunner Records
ΠΑΡΑΓΩΓΟΣ: Robb Flynn
ΣΥΝΘΕΣΗ ΜΠΑΝΤΑΣ:
Robb Flynn – Φωνητικά, ρυθμική κιθάρα
Adam Duce – Μπάσο, δεύτερα φωνητικά
Phil Demmel – Lead κιθάρα, δεύτερα φωνητικά
Dave McClain – Τύμπανα

Είτε θέλουμε να το παραδεχτούμε, είτε όχι, ο πάταγος που προκάλεσε το “The blackening” εν έτει 2007 ήταν κάτι που δεν περίμεναν όχι μόνο οι οπαδοί, αλλά και οι ίδιοι οι MACHINE HEAD. To να χαρακτηρίζεται άμεσα από τη μεγαλύτερη μερίδα του τύπου αλλά και από χιλιάδες οπαδούς –και μάλιστα μέσα τους αμέτρητους που δεν το λες ότι τους… συμπαθούσαν και ιδιαίτερα- ως «νέο “Master of puppets” των ‘00s”, δείχνει τι είχαν καταφέρει οι Αμερικάνοι. Βάλτε τώρα κάτω και τον όλο αντίκτυπο μέσα στα χρόνια που ακολούθησαν που το άλμπουμ «μεγάλωνε» μέσα στον καθένα, τις ατελείωτες περιοδείες, το όνομα τους να βρίσκεται πλέον ΠΑΝΤΟΥ ως σημείο αναφοράς και ακόμα περισσότερος κόσμος να έρχεται στο πλευρό τους, μιλάμε ξεκάθαρα για σημείο μηδέν στην καριέρα τους, για άλλους εκεί που τέλειωσε μια εποχή, για άλλους εκεί που ξεκίνησε μια νέα, καθώς τίποτα πριν και μετά δεν ήταν το ίδιο. Το συγκρότημα που σημειωτέον πριν κυκλοφορήσει το “Through the ashes of empires” το 2003, βρισκόταν μεταξύ φθοράς, αφθαρσίας, αβεβαιότητας και πιθανής διάλυσης, καθώς δεν είχαν ούτε εταιρεία και προσπαθούσαν με κάθε τρόπο να επαναπροσδιορίσουν τον ήχο τους, αυτή τη φορά απολάμβανε τους καρπούς της δημοτικότητας του και καρτερικά σχεδίαζε το επόμενο βήμα του.

Το επόμενο βήμα που πάλι όπως ανάμεσα στο “Through the ashes of empires” και το “The blackening” πήρε καιρό, τεσσεράμισι χρόνια για να κυκλοφορήσει. Ο Robb Flynn θεωρώ ότι ήξερε ότι δεν μπορούσε να δημιουργήσει ένα δεύτερο “The blackening” –προς απάντηση όσων πάντα τον κατηγορούσαν (ορθώς εν μέρει) ότι ακολουθεί τις εκάστοτε τάσεις της εποχής- κι έτσι πήγε σε μια άλλη λογική και έναν αισθητά μικρότερο σε διάρκεια δίσκο, για την ακρίβεια τον μικρότερο της καριέρας τους με μόλις 49’ διάρκειας. Φτάνουμε στις 14 Ιουνίου του 2011 όπου κυκλοφορεί σε advanced mix το κομμάτι “Locust”, το οποίο όπως θα θυμάστε όλοι –διότι ναι μεν έχουμε 10ετή επέτειο αλλά θεωρώ είναι πολύ κοντινό σαν ανάμνηση- προκάλεσε τεράστιο ενθουσιασμό στους οπαδούς και οι προσδοκίες για το επερχόμενο άλμπουμ ήταν ήδη υψηλές. Οι MACHINE HEAD ακουγόντουσαν σαν να το πηγαίνουν ένα βήμα παραπέρα, διατηρώντας τα βασικά στοιχεία όπως η ορμή και ο επαγγελματισμός των “Through the ashes of empires”/”The blackening”, ωστόσο διαφαινόταν μια στροφή σε πιο μελωδικές φόρμες που προφανώς και έκαναν το υλικό τους πιο προσβάσιμο, στον βαθμό που έπρεπε για να μην χαρακτηριστούν… ξέκωλοι. Το εντυπωσιακό βίντεο του κομματιού τίγκα στα CG effects τους έδινε πολλούς πόντους και ελάχιστα μετά δημιουργείται πανζουρλισμός.

Το “Unto the locust” λοιπόν, όπως τελικά ονομάστηκε ο δίσκος, άμεσα γίνεται η μεγαλύτερη εμπορική τους επιτυχία, καθώς σκαρφαλώνει κατευθείαν στο νούμερο 22 του US Billboard και πουλάει 17.000 αντίτυπα στην πρώτη εβδομάδα της κυκλοφορίας του. Το εντυπωσιακό είναι πως ήταν το τρίτο σερί άλμπουμ τους που ξεπερνούσε τουλάχιστον κατά 20% τις πωλήσεις του προκατόχου του. Κι αυτό μάλιστα σε μια εποχή ενδιάμεσα του δίσκου και του “The blackening” που η αγορά παγκοσμίως είχε μια πτώση της τάξης του 45%! Εντύπωση προκάλεσε ο μινιμαλισμός των λίγων κομματιών στο δίσκο, μόλις 7 τον αριθμό, όπως και η μικρή του διάρκεια –για MACHINE HEAD δεδομένα πάντα- που προαναφέραμε. Ωστόσο το άλμπουμ είχε μια φοβερή ροή από την αρχή ως το τέλος. Η αρχή με το “I am hell (Sonata in C#)” είναι αν μη τι άλλο ψαρωτική και καθηλωτική. Ένα υπέρβαρο κομμάτι το οποίο αναπτύσσει ταχύτητα μετά από το κλασικό αρχικό ριφφ και σαν λαίλαπα από την κόλαση (όνομα και πράγμα) σε παρασύρει αφήνοντας πτώματα στο διάβα του. Το να ξεκινάς δεύτερη συνεχή φορά με πολύ μεγάλο κομμάτι σίγουρα δείχνει τόλμη, και δη με το μεγαλύτερο κομμάτι (8:25 παρακαλώ), ένα κομμάτι που χωρίζεται σε τρία μέρη (Sangre Sani (Blood saint) – I am hell – Ashes to the sky).

Τα κομμάτια παίζουν γενικά μεταξύ 5-7’ σε διάρκεια, με το “Be still and know” που ακολουθεί το “I am hell” να είναι το αντίστοιχα μικρότερο κομμάτι, με τους ΜΗ εύστοχα να τα τοποθετούν μαζί και να τονίζουν το πώς μπορεί να ακουστεί το υλικό τους σε πλήρη ανάπτυξη ή σε πιο ασφαλή λογική. Οι αρμονικές που τους χαρακτήριζαν είναι παρούσες όπως πάντα, αυτή τη φορά όμως έχουμε λίγο περισσότερες «σφυριχτές» στιγμές και σε ριφφ αλλά και σε σόλο, πράγμα που χαρακτηρίζει το δίσκο γενικότερα. Μάλιστα αρκετοί το πήγαν παραπέρα αναφέροντας ότι οι MACHINE HEAD πρέπει να επηρεάστηκαν από Σουηδικές μελωδικές μπάντες και αυτό έχει τόση ευστοχία όσο η αντίστοιχη που είχε ο αγαπητός Τζος Τσίλντρες που τον θυμόμαστε μόνο για την αφάνα του και ένα κάρφωμα που έστειλε παιχνίδι σε παράταση. Έτσι το “Unto the locust” περιέχει ένα συμπαγές σύνολο που χωρίζεται στην ουσία σε δυο ενότητες, τα κομμάτια-κράχτες και τα κομμάτια που βοηθάνε το σύνολο να κρατηθεί σε υψηλό επίπεδο χωρίς να είναι το ίδιο σπουδαία. Ο λόγος για τα “This is the end”, “Pearls before the swine” και “Who we are”, που θεωρούνται μαζί με το “Be still and know” δεύτερη ταχύτητα σε σχέση με τα “I am hell”/”Locust”.

Τελευταίο αλλά μη εξαιρετέο, θα αφήσω το κομμάτι-πολιορκητικό κριό του δίσκου, το οποίο δεν είναι απλά ότι καλύτερο υπάρχει στο σύνολο του “Unto the locust” αλλά με πολύ μεγάλη βεβαιότητα και κοινή παραδοχή εκατομμυρίων, είναι ένα από τα κορυφαία κομμάτια της δεκαετίας που μας πέρασε. Ο λόγος για το συγκλονιστικό “Darkness within” η δομή του οποίου είναι για σεμινάριο, αργή/υποτονική αρχή, σιγά-σιγά νιώθεις ότι θα υπάρξει το ξέσπασμα ενώ κλιμακώνεται και στο ρεφρέν το σκάσιμο των τυμπάνων μαζί με τις αρμονικές που σε στέλνουν αδιάβαστο, είναι συνδυασμός που σκοτώνει. Ο ίδιος ο Flynn καταθέτει μια από τις πλέον προσωπικές και –γιατί όχι- συγκινητικές ερμηνείες του, ενώ ατραξιόν πραγματική είναι το επικό βίντεο του κομματιού που γυρίστηκε στο πιο όμορφο μέρος του πλανήτη μας, δηλαδή την εξωτική Πράγα στην Τσεχία. Όντας παρόν στο Brutal Assault το 2012 όπου το συγκρότημα ήταν headliners του φεστιβάλ (66 ευρώ το τριήμερο, που να τα δούμε αυτά εδώ), ο ίδιος ο Flynn ευχαρίστησε τους οπαδούς και ανέφερε ότι οι Τσέχοι θα έπρεπε να είναι πολύ περήφανοι που έχουν μια τόσο όμορφη πόλη και πως από την πρώτη φορά που πάτησε το πόδι του εκεί, θέλησε να έρθει η αφορμή να γυρίσει βίντεο, όπως και έγινε.

Το “Unto the locust” αποδείχθηκε ένα άλμπουμ αντάξιο της κληρονομιάς των MACHINE HEAD και ενώ δε μπήκε ποτέ στο ίδιο ζύγι με τους δίσκους-δεκάρια τους (τους δύο προκατόχους του και τα δυο πρώτα άλμπουμ της μπάντας), παραμένει το τελευταίο ΜΕΓΑΛΟ (και άξιο κυκλοφορίας θα έλεγα) άλμπουμ του συγκροτήματος, καθώς στη συνέχεια τα “Bloodstone & diamonds” και “Catharsis” ήταν γεμάτα με αμέτρητες ανεπαρκείς ως ντροπιαστικές στιγμές τους. Έβαλε τη μπάντα ακόμα πιο βαθιά μέσα στις καρδιές των οπαδών τους, ενώ τους εξασφάλισε ακόμα μεγαλύτερη προβολή και αναγνώριση παγκοσμίως. Μπορεί στη δισκογραφία των 9 δίσκων τους να στέκεται ακριβώς στη μέση ως αξία (ακόμα κι ένα 9/10 άλμπουμ όπως αυτό μπορεί να θεωρηθεί υποδεέστερο σε σύγκριση με το ένδοξο παρελθόν), αλλά κάτι οι ευχάριστες αναμνήσεις, κάτι και η κορυφαία τους εμφάνιση στη χώρα μας για πρώτη φορά το 2004 στη Μαλακάσα (και μάλιστα χωρίς τον εξοπλισμό τους, αφού δανείστηκαν αυτόν  του ίδιου του Zakk Wylde), το πρόσημο στο τέλος μένει θετικό και ειδικά σε σχέση με όσα άσχημα ακολούθησαν. Γνωρίζω αμέτρητους οπαδούς τους που τι δε θα έδιναν για να κυκλοφορήσει ξανά το συγκρότημα έστω ένα δίσκο σαν το “Unto the locust”, κι αυτό στο τέλος τα λέει όλα για την αξία του.

Did you know that:

– Η παγκόσμια επιτυχία του δίσκου το οδήγησε να γίνει μέρος των charts στις ακόλουθες χώρες (σε παρένθεση ο αριθμός): Αυστραλία (10), Αυστρία (6), Βέλγιο (19 και 21, δυο διαφορετικά charts), Καναδάς (32), Δανία (10), Ολλανδία (20), Φινλανδία (8), Γαλλία (18), Γερμανία (5), Ουγγαρία (19), Ιαπωνία (18), Νέα Ζηλανδία (19), Νορβηγία (15), Ισπανία (28), Σουηδία (14), Ελβετία (10), Ηνωμένο Βασίλειο (43) και Αμερική (22).

– Θα ήταν το τελευταίο άλμπουμ τους με τον Adam Duce στο μπάσο, εκ των ιδρυτικών μελών, καθώς όπως αναφέρθηκε, υπήρχαν χρόνια ζητήματα τα οποία πλέον δεν μπορούσαν να επιλυθούν.

Άγγελος Κατσούρας

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here