A day to remember… 30/9 [TESTAMENT]

0
185
Testament

Testament

ΟΝΟΜΑ ΑΛΜΠΟΥΜ – “Low” – TESTAMENT
ΕΤΟΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ –
1994
ΕΤΑΙΡΙΑ –
Atlantic Records
ΠΑΡΑΓΩΓΟΣ –
GGGarth
ΣΥΝΘΕΣΗ ΜΠΑΝΤΑΣ
:
Φωνητικά – Chuck Billy
Κιθάρα – Eric Peterson
Κιθάρα – James Murphy
Μπάσο – Greg Christian
Τύμπανα – John Tempesta

Τα 90s αποτέλεσαν μία δύσκολη πίστα για το thrash metal, ειδικά όσο πλησίαζαν προς τα μισά της δεκαετίας. Αρκετά από τα συγκροτήματα που δισκογραφούσαν στα 80s είτε είχαν διαλύσει είτε κυκλοφορούσαν πλέον μέτριες δουλειές, τα μεγάλα συγκροτήματα είχαν αλλάξει πλέον τον ήχο τους ενώ υπήρχαν και ποιοτικές κυκλοφορίες που δεν έτυχαν θερμής ανταπόκρισης από τον κόσμο. Ενδεικτικά αναφέρουμε κάποια άλμπουμ που κυκλοφόρησαν το 1994 ώστε να έχουμε μια γενικότερη εικόνα όπως τα “Distortion” (FORBIDDEN), “Youthanasia” (MEGADETH), “Get what you deserve” (SODOM), “Divine intervention” (SLAYER), “King of the kill” (ANNIHILATOR), “Suicidal for life” (SUICIDAL TENDENCIES) και φυσικά το “Burn my eyes”, το ντεμπούτο των MACHINE HEAD και το “Far beyond driven” των PANTERA που είχε καρφωθεί στην #1 θέση στα Bilboard Charts.

Οι TESTAMENT εκείνη την περίοδο βρίσκονταν στην πιο μεταβατική περίοδο της καριέρας τους. Με τo “The ritual” είχαν αρχίσει να απομακρύνονται από τον χαρακτηριστικό thrash metal ήχο, κινούμενοι πλέον σε πιο μελωδικά heavy metal πλαίσια χωρίς να υστερούν σε ποιότητα αλλά ακόμη κι έτσι ο κιθαρίστας Alex Skolnick αισθανόταν να πνίγεται καλλιτεχνικά με αποτέλεσμα να αποχωρήσει από το συγκρότημα, να αφοσιωθεί στις jazz σπουδές του και να κινηθεί σε αντίστοιχους δρόμους πλέον. Τον ακολουθεί λίγους μήνες μετά και ο drummer Louie Clemente και οι TESTAMENT από κει που πριν λίγους μήνες βρίσκονταν στο peak της καριέρας τους έχοντας τελειώσει δύο περιοδείες ως support στους IRON MAIDEN και BLACK SABBATH αισθάνονται πλέον το πλοίο να βουλιάζει σιγά-σιγά και πως έπρεπε να απαλλαχτούν από τα περιττά βάρη για να επιβιώσουν.

Σταματούν τη συνεργασία με τον μέχρι τότε manager τους καθώς και με τον tour manager γιατί τους κόστιζαν αρκετά χρήματα, ο Eric Peterson έχει ξεκινήσει να συνθέτει νέο υλικό και πραγματοποιούν κάποιες συναυλίες έχοντας στις τάξεις τους δύο πρώην μέλη των FORBIDDEN, τον Glen Alvelais στην κιθάρα και τον Paul Bostaph προσωρινά στα τύμπανα ο οποίος είχε μόλις εισχωρήσει στους SLAYER και με αυτή τη σύνθεση κυκλοφορούν το “Return to the apocalyptic city” EP.

Τη θέση του drummer καλύπτει ο John Tempesta κατευθείαν από τους EXODUS και μαζί ξεκινούν να δουλεύουν πάνω στο διάδοχο του “The ritual”, μόνο που τo νέο υλικό δεν άρεσε στον Alvelais και ζητάει να αποχωρήσει. Ο Mike Dieter από το A&R τμήμα της Atlantic Records, τους προτείνει τον James Murphy (DEATH, OBITUARY, DISINCARNATE) περιγράφοντάς τον ως ο «Alex Skolnick του death metal». Οι TESTAMENT αν και γνώριζαν τα συγκροτήματα που είχε συμμετάσχει, δεν είχαν προσέξει το παίξιμο του Murphy και μετά από μία σύντομη audition μέσω τηλεφώνου αφού του είχαν στείλει ένα τετρακάναλο demo του “Dog faced Gods” τον φέρνουν στο San Fransisco, με το “Hail Mary” να είναι το πρώτο τραγούδι που γράφουν όταν συναντιούνται από κοντά για πρώτη φορά.

Σε meeting με την Atlantic, η δισκογραφική εταιρεία τους ζητάει το νέο άλμπουμ να κινείται σε πιο alternative ύφος μονάχα που ο Eric Peterson σοφά σκέφτεται πως αυτό που θεωρούνταν alternative είχε πάψει να θεωρείται «εναλλακτικό» πλέον και το πρώτο τραγούδι που γράφει με αυτό το σκεπτικό είναι το “Dog faced Gods”, μία επιθετική σύνθεση αρκετά διαφορετική απ’ ότι τους είχαμε συνηθίσει στο πρόσφατο παρελθόν. Για το εν λόγω τραγούδι ζητάει από τον Chuck Billy να μην τραγουδήσει στο χαρακτηριστικό του ύφος αλλά να γρυλίσει όπως στην αρχή του “Envy life” από το “Practice what you preach”. Όταν συνειδητοποίησε πως εννοούσε να ερμηνεύσει με αυτόν τον τρόπο ολόκληρο το τραγούδι και όχι απλά σε κάποιο σημείο διαφώνησε έντονα κι επιχείρησε να το τραγουδήσει με μελωδικά φωνητικά αρχικά αλλά επικράτησε τελικά η άποψη του Peterson. Κάτι που ίσχυε σε γενικότερο βαθμό μιας και μετά τις αλλαγές στη σύνθεση των TESTAMENT από την κυκλοφορία του “The legacy”, o Peterson πήρε την κατάσταση πλήρως στους ώμους τους αποφασίζοντας να κάνουν τον ήχο τους ακόμα πιο heavy με σχεδόν death metal επιρροές, χαμηλά κουρδίσματα αλλά με αρκετή φινέτσα χωρίς να χάνεται το μελωδικό τους στοιχείο.

Με τις ηχογραφήσεις να λαμβάνουν χώρα στα A & M Studios στο Hollywood και Studio D στο Sausalito της California κι έχοντας πίσω από τον κονσόλα έναν σημαντικό παραγωγό όπως τον Garth “GGGarth” Richardson (RAGE AGAINST THE MACHINE, MELVINS, SICK OF IT ALL) οι TESTAMENT προσπάθησαν να αναπαράγουν τον φυσικό κτηνώδη ήχο που έβγαζαν όταν βρισκόντουσαν όλοι μαζί κι έπαιζαν στο ίδιο δωμάτιο. Έχοντας ξοδέψει ήδη $250.000 για την ηχογράφηση, οι πρώτες μίξεις δεν τους άφησαν ικανοποιημένους και απευθύνονται στον Michael Wagener (METALLICA, ACCEPT, Ozzy Osbourne) για την τελική μίξη έχοντας ως αποτέλεσμα τον ογκώδη ήχο που επιθυμούσαν. Κατά τη διάρκεια της μίξης ο John Tempesta αποχωρεί από τους TESTAMENT μετά από πρόταση των WHITE ZOMBIE να γίνει μέλος τους και τη θέση του παίρνει ο Jon Dette o οποίος είχε περάσει για ένα μικρό διάστημα από τους EVILDEAD και τα επόμενα χρόνια τον είδαμε προσωρινά και αποκλειστικά για συναυλίες πίσω από το drum-kit των SLAYER, ANTHRAX, ICED EARTH κ.α.

Στο “Low” οι TESTAMENT ακούγονται ανανεωμένοι, με έναν εντελώς μοντέρνο και φρέσκο ήχο. Πρόκειται για ένα θαυμάσιο άλμπουμ, το οποίο μπορεί να βγήκε σε μια άσχημη περίοδο για τον heavy metal ήχο αλλά ποτέ δεν σταμάτησε να προσφέρει αξιόλογες κυκλοφορίες. Το γεγονός πως δεν υπέκυψαν στις πιέσεις της Atlantic για ένα άλμπουμ πιο συμβατό στα τότε μουσικά ρεύματα και με τις φωνές που δεν τους επέτρεπαν να κινηθούν σε πιο heavy κατεύθυνση εκτός σχήματος πλέον, οι TESTAMENT έκαναν αυτό που τα περισσότερα συγκροτήματα δίσταζαν και πρόσφεραν στους οπαδούς το πιο heavy άλμπουμ της μέχρι τότε καριέρας τους. Τόσο heavy που υπήρξαν και οι σχετικές ενστάσεις από κάποιους. Από την πρώτα νότα του ομότιτλου τραγουδιού γίνεται ξεκάθαρο πως οι TESTAMENT δεν αστειεύονται. Η ανεξέλεγκτη ορμή, τα απολαυστικό παίξιμο του Tempesta που ανέβασε κυριολεκτικά τον πήχη για τους επόμενους drummer που τον διαδέχτηκαν, το διαφορετικής σχολής εξωτικό παίξιμο του Murphy, ο τρόπος που ο Chuck Bily εναλλάσσεται από το χαρακτηριστικό του γρέζι στα κτηνώδη φωνητικά, τα πάντα κυριολεκτικά σε αφήνουν με το στόμα ανοιχτό.

Με ανανεωτική διάθεση λες και πρόκειται για ντεμπούτο άλμπουμ, οι TESTAMENT όντως κυκλοφόρησαν ένα εναλλακτικό thrash metal άλμπουμ, που μόνο στα 90s θα μπορούσε να βρει πρόσφορο έδαφος και ακούγεται νεωτεριστικό μέχρι και σήμερα. Οι death metal απολήξεις προσδίδουν νεύρο και βρίσκονται σε πλήρη ισορροπία με την πιο μελωδική και χαρακτηριστική πλευρά των TESTAMENT, έχοντας τραγούδια όπως το “Trail of tears” που συνεχίζει την κληρονομιά των “The legacy” και “Return to serenity”. O Eric Peterson εκτός από τη σύνθεση και τις επιβλητικές ρυθμικές κιθάρες, αναλαμβάνει μετά από προτροπή του James Murphy και κάποια solo ενώ και ο μπασίστας Greg Christian έχει συνθετική συμμετοχή στα “P.C.”, “Urotsukidōji” και “Chasing fear”.

Η προώθηση του άλμπουμ περιορίστηκε μονάχα στο video του “Low” και την κυκλοφορία του promo-single “Dog faced Gogs” με τις διασκευές στα “Sails of Charon” (SCORPIONS) και “Draw the line” (AEROSMITH) ως b-side, με τις πωλήσεις να μην είναι ικανοποιητικές κι αυτό φάνηκε και στα Billboard Chart όπου έφτασε μέχρι τη θέση #122, αρκετά χαμηλότερη θέση από τις τρεις τελευταίες τους κυκλοφορίες. Το συγκρότημα περιόδευσε κυρίως στις Η.Π.Α. με συγκροτήματα όπως οι DOWNSET και FORBIDDEN ενώ στην Ευρώπη πραγματοποίησαν κάποιες μεμονωμένες εμφανίσεις μαζί με τους PRO-PAIN και CHANNEL ZERO κι εμφανίστηκαν στο Roskilde Festival στη Δανία και Metal Hammer Festival στην Πολωνία. Η εμφάνισή τους στις 22 Απρίλιου 1995 στο Fillmore του San Fransisco κυκλοφόρησε επίσημα ως “Live at the Fillmore” κι αποτέλεσε τη λήξη της συνεργασίας τους με την Atlantic Records.

Did you know that:

  • To εξώφυλλο φέρει την υπογραφή του Dave McKean, γνωστός για τις συνεργασίες του με συγκροτήματα όπως οι PARADISE LOST, MY DYING BRIDE, FEAR FACTORY, MACHINE HEAD, DREAM THEATER κ.α.
  • Ο Mike Dieter που πρότεινε τον James Murphy στους TESTAMENT, γνώριζε τον Murphy από την εποχή που ήταν μέλος των DEATH και OBITUARY και του είχε πάρει αρκετές συνεντεύξεις μιας και αρθογραφούσε εκείνη την περίοδο σε μουσικά περιοδικά. Όταν ο Dieter του πήρε τηλέφωνο, δούλευε στην Atlantic Records και τον ρώτησε πως θα του φαινόταν να περάσει από audition στους TESTAMENT, o Murphy ανταποκρίθηκε αμέσως θετικά μιας και ήταν ήδη οπαδός τους και με το βασικό του συγκρότημα, τους DISINCARNATE, βρίσκονταν σε ρήξη με τη Roadrunner σχετικά με την επικείμενη κυκλοφορία του δεύτερου τους άλμπουμ το οποίο και δεν κυκλοφόρησε ποτέ.
  • O τίτλος του instrumental “Urotsukidōji” προέρχεται από το ομότιτλο ιαπωνικό manga της δεκαετίας του ’80. Τους το είχε προτείνει ο Brian Schroeder, γνωστός κυρίως για τη συνεργασία του με τους METALLICA ως Pushead και είχαν ενθουσιαστεί τόσο με την αντίστοιχη ταινία anime που επικοινώνησαν με την εταιρεία παραγωγής για να πάρουν την άδεια να χρησιμοποιήσουν κάποια μέρη αλλά όταν άκουσαν το ποσό που τους ζήτησαν παράτησαν την ιδέα και αποφάσισαν να τα ηχογραφήσουν μόνοι τους στο στούντιο του Mike Rosen (FORBIDDEN, SADUS, VICIOUS RUMORS).
  • Σε έξι τραγούδια του άλμπουμ συναντάμε το όνομα του Del James. Πρόκειται για φίλο του συγκροτήματος και συνεργάστηκαν για πρώτη φορά στο “Ritual” όταν σύμφωνα με τον Alex Skolnick, ο Chuck Billy χρειαζόταν καθοδήγηση στους στίχους. Ο Del James συνεργάστηκε επίσης με τους GUNS N’ ROSES και μάλιστα το διήγημά του “Without you” αποτέλεσε έμπνευση για τον Axl Rose να γράψει το “November’s rain” καθώς και τη βασική ιδέα για το αντίστοιχο video.
  • Στα credits του “Low” κάνουν αναφορά στον Criss Oliva (may Criss Rest In Peace), τον αδικοχαμένο κιθαρίστα των SAVATAGE, o οποίος είχε χάσει τη ζωή του στο τραγικό αυτοκινητικό δυστύχημα την περίοδο που οι TESTAMENT ηχογραφούσαν το άλμπουμ. Είχαν περιοδεύσει μαζί το 1990 και τα έφερε έτσι η ζωή που ο Alex Skolnick τον αντικατέστησε στους SAVATAGE για την ηχογράφηση του “Handful of rain” (1994) και περιόδευσε μαζί τους, με το live άλμπουμ “Japan Live ’94” να αποτελεί οπτικό και ηχητικό ντοκουμέντο εκείνης της περιόδου.

Κώστας Αλατάς

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here