CANNIBAL CORPSE – “Chaos horrific” (Metal Blade)

0
632












35 χρόνια αισίως στη πιάτσα οι βετεράνοι του death metal, CANNIBAL CORPSE. Αυτό που έχουν πετύχει αυτοί οι τύποι, είναι αξιοθαύμαστο. Έχουν φτιάξει δύο και τρεις φουρνιές οπαδών μέσα στα χρόνια, που νιώθει “δικά” της, διαφορετικά άλμπουμ από τα κλασσικά της πρώτης περιόδου. Π.χ. ο γράφων, ηλικιακά τους “έπιασε” στο “Kill” (2006), σε τρυφερή ηλικία (βαριά 17) και το σοκ ήταν δεόντως ισχυρό. Επίσης, λόγω της εξαιρετικής προσαρμογής τους στα εκάστοτε νέα δεδομένα, πάντα διατηρούνταν φρέσκοι και ενδιαφέροντες για τη νέα γενιά, η οποία πάντα ήταν εκεί, κρίνοντας από τα πρόχειρα δημογραφικά στις συναυλίες τους ανά τα χρόνια. Ξαναλέω, πολλά παιδιά από αυτά, δεν είχαν γεννηθεί όταν ξεκινούσε ο Κανίβαλος να παίρνει κεφάλια πίσω στο 1990 με το “Eaten back to life”, οπότε το να τα κερδίζεις, είναι μεγάλη δουλειά. Κάτι τέτοια εγγυώνται τη μακροζωία σου ως συγκροτήματος και οι CANNIBAL CORPSE, το γνωρίζουν πολύ καλά αυτό.

Δύο χρόνια και κάτι μετά το πολύ ωραίο “Violence unimagined”, επέστρεψαν με τον δίσκο υπ’ αριθμόν 16 και δεύτερο με τον Erik Rutan στις κιθάρες στο πλευρό του Rob Barrett. Ο τίτλος αυτού, “Chaos horrific”, με το εξώφυλλο να μην αφήνει αμφιβολίες. Vincent Locke είναι αυτός, άλλωστε. Ουσιαστικά, 6ο μέλος της μπάντας, μια και ΌΛΑ τα εξώφυλλα της καριέρας τους, είναι δικά του. Ομάδα που κερδίζει, προφανώς ΔΕΝ αλλάζει, ειδικά όταν γνωρίζεστε τόσα χρόνια με κάποιον και καταλαβαίνει ΑΚΡΙΒΩΣ το όραμα που έχεις στο μυαλό σου. Πριν πατήσω play, μια πολύ ωραία λεπτομέρεια. Διάρκεια δίσκου, κάτω από 40 λεπτά για πρώτη φορά μετά το “Evisceration plague” (2009). Βέβαια, αυτό μένει να δούμε, φυσικά, πως μεταφράζεται σε ουσία εντός της διάρκειας αυτής. Τα δύο singles, “Blood blind” και “Summoned to sacrifice” μας έδωσαν μια κάποια εικόνα του τι και πως να αναμένουμε, οπότε χωρίς φόβο, πατάμε play.

Το δίδυμο “Overlords of violence”/”Frenzied feeding” ανοίγει εμφατικότατα το δίσκο, με τη χαρακτηριστική, σήμα κατατεθέν μπασογραμμή του ηγέτη Alex Webster. Τα πάντα στη θέση τους με ένα τσικ παραπάνω φρεσκάδα αυτή τη φορά. Ειδικά τα δύο πρώτα singles, βγάζουν το μεν “Blood blind” (γραμμένο από τον Rutan) μια αργόσυρτη MORBID ANGEL αύρα, το δε “Summoned for sacrifice” (γραμμένο από τον Barrett) τεχνικό, γκρουβάτο και γουστόζικο, χωρίς να λείπει σε κανένα από τα δύο τα ξεσπάσματα για τα οποία λατρέψαμε τον Κανίβαλο της καρδιάς μας, δουλεύοντας ιδανικά στη ροή του δίσκου. Και εδώ σκάει το ίσως αγαπημένο μου κομμάτι του δίσκου “Vengeful invasion” με την υπέροχη riff-άρα του, αλλά και τα γουστόζικα αργά σημεία που δένουν με το ελαφρώς πιο mid-tempo ομώνυμο αρμονικά. Έρωτας επίσης και το δίδυμο “Fractured and refractured”/”Pitchfork impalement” που εμένα μου βγάζει έναν αέρα γρήγορων στιγμών του “The wretched spawn”.

Συνεχίζουμε με το “Pestilencial rictus” που βγάζει στην επιφάνεια τις thrash ρίζες της μπάντας με το καλημέρα σας, καθώς και ένα πιο mid-tempo ύφος, που τους πάει τόσο πολύ σαν “διάλειμμα” από τις υψηλές ταχύτητες. Τίτλους τέλους ρίχνει το ισόποσα μοιρασμένο “Drain you empty”, ξεκινώντας σχεδόν doom-ο-ειδώς για δεδομένα CANNIBAL CORPSE, προτού αλλάξει “ταχύτητα”, μαρσάροντας στην εθνική οδό, παίζοντας με πολύ ωραίο τρόπο με την αντίθεση σε γκάζια και διάθεση. Τρομερό να έχεις φρέσκιες ιδέες 35 χρόνια μετά την ίδρυσή σου σαν μπάντα και αισίως στον 16ο δίσκο σου. Όχι μόνο αυτό, αλλά το να τις έχεις σπαρμένες με τέτοιο τρόπο μέσα στο δίσκο, όπου να “δίνεις” στον ακροατή πράγματα καθ’ όλη τη διάρκεια του δίσκου. Τίποτα δεν αφέθηκε στη τύχη του και ιδού το αποτέλεσμα αυτού!

Δεύτερος δίσκος της νέας δεκαετίας για τους CANNIBAL CORPSE, οι οποίοι δεν χαμπαριάζουν από τίποτα, από κανέναν και για κανένα λόγο. Όχι μόνο παλιά μου τέχνη κόσκινο, αλλά προστέθηκε έξτρα φρεσκάδα στο συνολικό αποτέλεσμα. Η ύπαρξη του Rutan, από πλευράς χημείας και παικτικού επιπέδου, μόνο καλό κάνει στο συγκρότημα, ενώ η όρεξη τους ανανεώθηκε σε πολύ μεγάλο βαθμό, προσφέροντας μας πραγματικά δύο πολύ ωραίες συνεχόμενες δουλειές με το έμπα της τρίτης δεκαετίας του 2000. Άμα αυτό δεν είναι παράσημο για βετεράνους του είδους, δε ξέρω τι είναι.

8,5 / 10

Γιάννης Σαββίδης

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here