ENEMY OF REALITY interview (Steelianos)

0
708
Enemy Of Reality

Enemy Of Reality

“Enemy of repetition”

Οι συμπατριώτες μας, ENEMY OF REALITY, κυκλοφόρησαν μέσα στο 2023 το “Where truth may lie” κι έχουν ξεκινήσει τις συναυλίες για την προώθησή του. Έπαιξαν ήδη στη Θεσσαλονίκη, παίζουν στη Λάρισα στις 10 Φεβρουαρίου, στην Αθήνα (Temple) με τους SIRENIA και τους DRAMA NOIR στις 17/2 και στις 24/2 στο Αγρίνιο. Ο Σάκης Φράγκος, συνομίλησε με τον κιθαρίστα του σχήματος Steelianos κι έμαθε όλες τις λεπτομέρειες, σε μία πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση.

Έχουμε ωραία πράγματα. Νομίζω ότι βρισκόμαστε σε μία περίοδο που την περιμένατε πώς και πώς όταν ξεκινούσατε να συνθέτετε τα τραγούδια του δίσκου “Where truth may lie”. Προτού μιλήσουμε για τα του δίσκου, που είναι λίγο πιο παλιά, πάμε στα φρέσκα κουλούρια, λοιπόν. Στις επερχόμενες συναυλίες σας. Πες μας σε παρακαλώ εσύ, καλύτερα, ποια είναι τα live που έχετε να δώσετε;
Έχουμε τη Θεσσαλονίκη στις 20 Ιανουαρίου (σ.σ. ήδη έγινε, αφού η συνέντευξη πάρθηκε ελάχιστα πριν το live αυτό), μετά παίζουμε στη Λάρισα στις 10 Φεβρουαρίου, στο Skyland και στις 17 Φεβρουαρίου παίζουμε στο Temple ως support στους SIRENIA. Στις 24 Φεβρουαρίου, θα ανακοινωθεί ένα live ακόμα, σ’ ένα μέρος που δεν έχουμε πάει ποτέ (σ.σ. πλέον ανακοινώθηκε ότι είναι το Αγρίνιο).

Πως προέκυψε η συναυλία με τους SIRENIA; Είναι κάτι που το κανονίσατε εσείς; Γιατί είναι αυτό που θα λέγαμε το «βαρύ Αθηναϊκό party». Σα να λέγαμε το “release party” του δίσκου.
Δεν ξέρω αν θα μπορούσαμε να το πούμε release party, γιατί όταν παίζεις support, δεν έχεις τον χρόνο που χρειάζεσαι για να κάνεις μία παρουσίαση δίσκου, ζωντανά. Δεν κανονίσαμε εμείς κάτι. Μια μέρα, η Ηλιάνα (σ.σ. τραγουδίστρια του γκρουπ) μας έστειλε ένα μέηλ αν θα θέλαμε να παίξουμε με τους SIRENIA και είπαμε, ναι. Λογικά αυτό που συνέβη, ήταν ότι ο διοργανωτής έκλεισε το γκρουπ και μας ρώτησε αν θέλαμε κι μπορούμε να παίξουμε. Στην Αθήνα, είχαμε να παίξουμε από το Release, οπότε θέλαμε πάρα πολύ να κάνουμε ένα live, αλλά υπήρχαν κι άλλα προβλήματα. Για παράδειγμα, εγώ, από τον Σεπτέμβριο, μέχρι τις αρχές της χρονιάς, ήμουν με πατερίτσες. Είχα πάθει ένα οστικό οίδημα και δεν θα μπορούσα να παίξω καλά, αφού θα έπρεπε να ήμουν καθιστός. Ευτυχώς πλέον νομίζω ότι είναι όλα καλά και δεν θα υπάρξει κάποιο πρόβλημα. Πλέον, λοιπόν, προσπαθούμε να παρουσιάσουμε το δίσκο σε όσο το δυνατόν περισσότερες πόλεις γίνεται, ακόμα και σε διαφορετικές χώρες. Το ψάχνουμε και προσπαθούμε να κάνουμε ό,τι καλύτερο μπορούμε. Έχουμε πιστέψει πολύ στο δίσκο, μας αρέσει να παίζουμε ζωντανά τα κομμάτια αυτά, οπότε πιστεύω ότι αξίζει και θα αρέσει και στον κόσμο.

Είναι και μία εναλλακτική, το να παίξετε με τους SIRENIA. Μπορείς να κάνεις ένα release party, να είσαι ο headliner και να φωνάξεις άλλα δύο ελληνικά σχήματα, αλλά τώρα παρουσιάστηκε αυτή η ευκαιρία μ’ ένα συγκρότημα που έχετε ήδη πολύ καλές σχέσεις.
Ναι, έχουμε παίξει αρκετές φορές κιόλας μαζί ιδιαίτερα σε φεστιβάλ στο εξωτερικό. Από την εποχή που είχαν την Ailyn, που συμμετείχε και στον πρώτο μας δίσκο, αλλά και στην πορεία ξαναπαίξαμε μαζί.

Έχετε κάνει αρκετά live στο εξωτερικό. Θα λέγατε όμως ότι η πιο δυνατή εμπειρία σας ήταν αυτή που παίξατε στο Release με τους SABATON και τους BLIND GUARDIAN;
Νομίζω ότι θα συμφωνήσουν με μένα και τα υπόλοιπα παιδιά. Ναι, γιατί είναι άλλη εμπειρία να παίζεις στη χώρα σου και μάλιστα μπροστά σε τόσο πολύ κόσμο. Δεν μπορώ να το περιγράψω με λόγια. Ήταν αντίστοιχα με το πρώτο μας live σαν μπάντα και πιο ψηλά ακόμα. Θα το θυμάμαι για πάντα, γιατί και το φεστιβάλ ήταν άψογο και τεράστιο, παρότι οι συνθήκες δεν ήταν και ιδανικές, αφού βρισκόμασταν στην καρδιά του καύσωνα. Όταν βλέπεις τον κόσμο να συμμετέχει τόσο ενεργά στα τραγούδια σου, είναι σαν αυτό που δούλεψες στο στούντιο να έγινε δέκα κλικ καλύτερο. Δηλαδή μπήκε ένα ακόμα όργανο, ζωντανό, το ρυθμικό χειροκρότημα και όχι στο τέλος, αλλά κατά τη διάρκεια των τραγουδιών.

Ήθελα να σε ρωτήσω, λοιπόν. Κάνεις ένα πολύ μεγάλο live στη χώρα σου. Σε βλέπει πάρα πολύς κόσμος, συμμετέχει ενεργά κτλ. Πέρα του να εκπληρώνεις ένα παιδικό όνειρο κι ένα όνειρο ως μουσικός πως πιστεύεις ότι κάτι τέτοιο βοηθά ένα συγκρότημα πρακτικά κι όχι μόνο στο συναισθηματικό πεδίο;
Αν δεν κάνω λάθος, έχει αλλάξει η νομοθεσία με τις κρατήσεις, τον ΦΠΑ, τι πρέπει να κρατήσει μία διοργάνωση κτλ, οπότε σε όλες τις μεγάλες διοργανώσεις στη χώρα μας, δεν πουλάμε merchandise. Οπότε, αν μιλάμε για το οικονομικό κομμάτι, που είναι κάτι απτό και μπορεί να βοηθήσει μία μπάντα να κάνει 10 βήματα παραπάνω, τέτοια ανταπόδοση δεν υπήρξε. Έμμεσα όμως, είδαμε ότι αυξήθηκαν οι παραγγελίες στο site μας και πριν και μετά το Release, για παράδειγμα. Ταυτόχρονα, βλέπεις ότι και πάλι και πριν και μετά, αυξάνονται οι άνθρωποι που σε ακολουθούν στα κοινωνικά σου δίκτυα ή που σχολιάζουν στα τραγούδια σου στο YouTube. Οπότε βλέπουμε ότι υπάρχει αρκετός κόσμος που με αφορμή το ότι παίζει σ’ ένα φεστιβάλ μπήκαν να ψάξουν τη μουσική σου και προφανώς αυξάνεις τον αριθμό των ανθρώπων που σε παρακολουθούν.

Εντάξει, εννοείται ότι είναι και πάρα πολύ σημαντικό, σε προσωπικό επίπεδο, να βγεις να παίξεις ένα live και να είναι από κάτω 10.000 άνθρωποι. Θεωρώ ότι αυτό είναι κάτι που όλοι πάνω-κάτω έχουν στο μυαλό τους σαν όνειρο, όταν ξεκινάνε να παίζουν μουσική.
Εντάξει, να σου πω την αλήθεια, φανταζόμουν ότι παίζουμε με τους φίλους μου στην εφηβεία και περνάμε καλά μεταξύ μας και το επόμενο στάδιο ήταν να παίξουμε μπροστά σε άλλους ανθρώπους που δεν μας ξέρουν. Παρότι είχα και άλλη μπάντα και είχαμε παίξει αρκετές συναυλίες, από τα πρώτα live που είχα παίξει με τους ENEMY OF REALITY, ήταν στο Βέλγιο, στο Metal Female Voices Festival, που είχε 6-7 χιλιάδες κόσμο. Οπότε, το να παίζουμε μπροστά σε τόσο πολύ κόσμο, δεν ήταν κάτι καινούργιο σε κανέναν μας. Η ειδοποιός διαφορά ήταν ότι παίξαμε σε ελληνικό κοινό.

Πριν κυκλοφορήσετε το δίσκο, κάνατε μία διασκευή στο «Την πατρίδα μ’ έχασα», που θα μου επιτρέψεις να πω ότι εμπεριείχε αρκετό ρίσκο. Ήταν εντελώς out of the box. Πως το βλέπεις τώρα, 2,5 χρόνια μετά; Αν το θεωρούσατε κι εσείς ρίσκο, πιστεύετε ότι σας βγήκε;
Αρχικά θα πρέπει να πω ότι ήταν ιδέα της Ηλιάνας να κάνουμε αυτή τη διασκευή. Εγώ, κιόλας, έχω καταγωγή και από τον Πόντο, οπότε έχει κι ένα ιδιαίτερο συναισθηματικό βάρος για εμένα, κάθε φορά που παίζω live αυτό το κομμάτι. Να σου πω την αλήθεια, νομίζω ότι είναι μία διασκευή που μάλλον την παντρευτήκαμε έκτοτε και μ’ αρέσει αυτό. Δεν ξέρω αν ήταν ρίσκο αυτό. Για εμένα, όλες οι μουσικές, εφόσον πηγάζουν από την ίδια βάση, είτε ανάγκη έκφρασης κάποιου συναισθήματος, είτε κάποιας σκέψης, είτε αδικία ή ανισότητα ή και κάτι πιο σοβαρό, όπως τα εγκλήματα πολέμου, όποια μουσική και να παίξεις, εφόσον βγαίνει ατόφια, από την καρδιά του καλλιτέχνη, όλα συναντώνται. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, ήταν ένα ποντιακό κομμάτι. Είτε ήταν ποντιακό, είτε ρεμπέτικο – δεν θα μπορούσε να είναι jazz, γιατί δεν ξέρω κάποιο κομμάτι με τέτοιο ιστορικό περιεχόμενο- θα μπορούσε να «παντρευτεί». Η μουσική, 12 νότες έχει, οι ίδιοι κανόνες υπάρχουν ακόμα και όταν σπάζουν, απλά διαφοροποιούνται λίγο ανά στυλ. Όπως και να έχει, όμως, 600 χρόνια τώρα, οι ίδιες 12 νότες είναι. Ο τρόπος που θα τις παραλλάξεις και οι ρυθμοί που θα χρησιμοποιήσεις είναι συγκεκριμένοι (αν και για τους ρυθμούς θα μπορούσαμε να το συζητήσουμε λίγο παραπάνω, επειδή έχει να κάνει και με το DNA του κάθε λαού). Το συγκεκριμένο τραγούδι, είναι ένα «πεντάρι». Για εμάς, που είμαστε Έλληνες, αυτός ο ρυθμός είναι γραμμένος μέσα στο DNA μας, δηλαδή δεν χρειάζεται να κάτσουμε να μετρήσουμε το ρυθμό, τον νιώθουμε. Όπως δεν χρειάζεται να μετρήσουμε το «εφτάρι» (καλαματιανό) ή άλλους ρυθμούς, που τους έχουμε σαν στοιχείο. Οπότε το πάντρεμα με το metal, το στυλ το δικό μας, δεν ήταν τόσο δύσκολο. Αυτό που θέλαμε να βγει πολύ ωραίο, ήταν το οπτικό αποτέλεσμα του video, το οποίο πιστεύουμε ότι πήγε πολύ καλά. Η ανταπόκριση ήταν πάρα πολύ καλή και όχι μόνο από τον κόσμο του metal, αλλά και από κόσμο που ακούει άλλες μουσικές, ακόμα και ποντιακά. Για εμένα είναι κέρδος ακόμα κι ένας άνθρωπος που δεν ακούει metal, να μπει να ακούσει τη μουσική μας και για εμένα ως καλλιτέχνη αλλά και για τη μουσική που υπηρετώ. Οπότε δεν το βλέπω σαν ρίσκο, μας βγήκε σίγουρα, το αγαπάμε πάρα πολύ και σίγουρα θα το παίξουμε και στις επόμενες συναυλίες μας.

Πέρα από μεταλλικό υπόβαθρο του “Where truth may lie”, υπήρχαν διάσπαρτες αρκετές folk επιρροές. Αν δεν κάνω λάθος, το «Την πατρίδα μ’ έχασα», γράφτηκε την ίδια περίοδο με τον δίσκο σας. Πως προέκυψαν αυτές οι folk επιρροές; Το είχατε προγραμματίσει; Βγήκε από μόνο του;
Από τον πρώτο μας δίσκο, συνήθως ξεκινούσαμε με κάποια riffs που έγραφα, κάναμε κάποιες μικροαλλαγές, η Ηλιάνα έγραφε τις μελωδικές γραμμές κτλ. Και οι δύο μας, λόγω του επαγγέλματός μου, αφού εγώ είμαι καθηγητής κιθάρας και η Ηλιάνα καθηγήτρια φωνητικής, ερχόμαστε σε επαφή με ανθρώπους που χρειάζεται να τους διδάξουμε διαφορετικά πράγματα. Σε κάθε περίπτωση, απ’ όταν ήμασταν μικροί, θέλαμε δεν θέλαμε, ακούγαμε και ελληνική μουσική. Αν ακούσει κανείς τον πρώτο μας δίσκο πιο προσεχτικά ή και υποψιασμένα, αν θέλεις, παρότι δεν υπήρχαν παραδοσιακά όργανα, θα δει ότι υπήρχαν κι εκεί τέτοιου είδους επιρροές. Υπάρχουν σημεία σε σόλο που ακούγονται σαν κλαρίνο, συνειδητά, ή σημείο στο “Twist of time” που έχει μία αρμονία κοντά σε κάποια βαριά ζεϊμπέκικα που είχε γράψει ο Χιώτης. Ακόμα και στο “Arachne”, θα βρει κάποιος υποψιασμένος, μερικά τέτοια σημεία, επίσης.

Νομίζω ότι τώρα, λόγω των παραδοσιακών οργάνων, έγιναν πιο ευδιάκριτα.
Αυτό ακριβώς. Είναι και το concept, που δεν είναι πάντως πρώτη φορά που το κάνουμε. Στον πρώτο δίσκο, υπήρχε μία τετραλογία για τον Ορφέα και την Ευρυδίκη. Ο δεύτερος ήταν το “Arachne”, πάλι με αρχαιοελληνικό μύθο. Τώρα, ο Θάνος, ο μπασίστας μας, έστησε έναν δικό του μύθο, από την αρχή. Πήρε κάποια στοιχεία σαν αναφορές, όπως τον μύθο της Ηχούς, αλλά όλη η ιστορία στήθηκε από το μηδέν. Προσπαθώντας να υποστηρίξουμε αυτήν την ιδέα και τι θα περιγράφει το κομμάτι στιχουργικά, καταλήξαμε ότι αφού αναφέρεται σε μία φανταστική μεν εποχή, που είναι εμπλουτισμένη όμως, από μία κάπως αρχαιοελληνική εποχή, όπου εμπλέκονται κάποια μυθολογικά πρόσωπα, εκτός από θεότητες, όπως Κένταυροι ή Σάτυροι, θεωρήσαμε ότι πρέπει να υπάρχει ένας αυλός, μία λύρα, μία άρπα, για να δώσει ένα ηχόχρωμα που θα περιέγραφε πιο έντονα αυτό που θέλουμε να πούμε. Μέσα στα πλαίσια της παραγωγής, λοιπόν, από την αρχή, όταν ξεκινήσαμε να γράφουμε, είχαμε στο νου μας ότι θα μείνουν και πράγματα, που δεν θα τα μπουκώσω, να τα γεμίσω κιθάρες, αλλά τη μελωδία που σκεφτόμαστε, θα την παίξει μία λύρα ή ένας αυλός.

Εκτός των άλλων, σας βοήθησε και στη φωτογράφηση, που λόγω του concept φορέσατε κάποιες στολές που και αυτές, φαίνεται τις «παντρευτήκατε» αφού κάπως έτσι βγαίνετε και στα live
Όχι «κάπως». Έτσι ακριβώς βγαίνουμε (γέλια).

Φαντάζομαι θα σκάτε με αυτά που φοράτε το καλοκαίρι, έτσι;
Αν είσαι ενεργητικός στη σκηνή, είτε είναι χειμώνας, είτε καλοκαίρι, το ίδιο θα σκάσεις.

Βλέποντας τα behind the scenes για το video clip του “Downfall”, πρέπει να έπεσε πολύ γέλιο…
Μα ήταν η πρώτη μέρα που έπιασε χιόνι. Είχαμε πάει στο Θέατρο Πέτρας και ήμασταν κι εμείς και οι χορευτές με γιλέκα, από το πρωί μέχρι πολύ αργά το βράδυ, όπου πλέον είχε αρχίσει να χιονίζει. Μοναδική πηγή θέρμανσης, ήταν οι φωτιές που είχαμε ανάψει για το video clip. Είχαμε και κάτι ειδικές κουβέρτες μαζί μας για να ζεσταθούμε, αλλά ήταν μία πολύ μπρουτάλ εμπειρία, που δεν την ξεχνάς ποτέ όμως.

Από τότε που γράψατε το δίσκο, πρέπει να έχουν περάσει γύρω στα τρία χρόνια, έτσι δεν είναι;
Ναι, ο δίσκος είχε γραφτεί στην πρώτη καραντίνα. Υπήρχε όμως τρελή δουλειά που έπρεπε να γίνει, για παράδειγμα, σε ότι αφορά στα κοστούμια που έπρεπε να γίνουν τα σχέδια, να βρεθούν συνεργάτες να τα φτιάξουν, να γίνουν δοκιμές, δηλαδή μιλάμε για δουλειά μηνών.

Μετά είχατε να βρείτε δισκογραφική εταιρία κι εκεί δεν είναι εύκολα τα πράγματα. Για παράδειγμα το βινύλιο βγήκε μερικούς μήνες αργότερα, προφανώς επειδή υπάρχει μακρά λίστα αναμονής.
Στην καραντίνα, πολλές κυκλοφορίες είχαν μπει στον πάγο και όταν άνοιξαν τα εργοστάσια παραγωγής του βινυλίου, υπήρχαν πολλά άλμπουμ σε αναμονή κι έπρεπε να τηρηθεί σειρά προτεραιότητας. Το αρχικό μας πλάνο, ήταν να βγει το βινύλιο Μάρτιο με Απρίλιο και τελικά το πήραμε στα χέρια μας τον Ιούλιο ή κάτι τέτοιο.

Με διαφορετικό εξώφυλλο, όμως!
Και bonus track την «Πατρίδα».

Επειδή σίγουρα έχετε ιδέες στο μυαλό σας για επόμενο δίσκο, που πιστεύετε ότι θα κινηθούν στον επόμενο δίσκο οι ENEMY OF REALITY, με δεδομένο ότι και από το “Arachne” στο “Where truth may lie” υπήρχαν αξιοσημείωτα πράγματα που έγιναν διαφορετικά;
Ένα μεγάλο μέρος των διαφορών, έχει να κάνει με το ότι όταν ξεκινήσαμε ήμασταν πεντάδα, με τη Μαριάνθη στα πλήκτρα, που έφερνε τις δικές της επιρροές, στο δεύτερο δίσκο συνεργαστήκαμε μ’ έναν πληκτρά, που λόγω επαγγελματικών υποχρεώσεων (είναι γιατρός), δεν μπορούσε να μας ακολουθήσει στα live κτλ και νιώθαμε ότι ήταν λίγο προβληματικό στη σκηνή να ακούγονται πλήκτρα και να μην υπάρχουν. Στον επόμενο δίσκο, θεωρήσαμε ότι παίζουμε metal, έχουμε συμφωνικά στοιχεία και πάντα θα έχουμε, αλλά αν δεν  προσφέρουν, πχ οι ορχήστρες, κάτι στο σύνολο, μπορούν να αντικατασταθούν με αυτό που προσδίδει κάτι με βάση το concept. Φαντάζομαι, ότι –και οι υπόλοιποι θα συμφωνήσουν αν και δεν το έχουμε συζητήσει 100%- και ο επόμενος δίσκος θα έχει μία θεματολογία αρκετά συγκεκριμένη, που είναι πολύ πιθανό να είναι κοντά σ’ αυτήν εδώ, μπορεί να υπάρχουν πιο υψηλές ταχύτητες, αλλά και να υπάρχουν πάλι παραδοσιακά όργανα, χορωδίες ή στοιχεία μέσα από την παράδοσή μας. Γενικώς, μας αρέσει να ακούμε σχήματα που βάζουν στη metal μουσική στοιχεία από τις χώρες τις οποίες κατάγονται. Όταν αυτό το πράγμα παντρεύεται, βγαίνει κάτι καινούργιο, κάτι που δεν έχει υπάρξει ξανά. Το να παίξεις κάτω από μία ταμπέλα, είτε είναι symphonic metal, είτε folk, είτε female fronted –που δεν μ’ αρέσει καθόλου ο όρος, τέλος πάντων- αν ακολουθήσεις την πεπατημένη, πιθανόν να κάνεις πράγματα που έχουν γίνει εκατό χιλιάδες φορές. Αν όμως κοιτάξεις να εφαρμόσεις το σκεπτικό σου και τα συναισθήματά σου με πολλή ειλικρίνεια, από εσωτερική ανάγκη και βάλεις μέσα και τις υπόλοιπες επιρροές που μπορείς να έχεις, πέρα από το μεταλλικό κομμάτι, έχεις καλύτερες πιθανότητες να φτιάξεις κάτι που να είναι πιο μοναδικό και που θα σε κάνει να ξεχωρίσεις στα αυτιά του ακροατηρίου σου.

Κλείνοντας να ανακεφαλαιώσουμε τις επερχόμενες συναυλίες σας.
Στις 10 Φεβρουαρίου παίζουμε στη Λάρισα, στο Skyland, με τους HIGH VOLTAGE, στο Temple, στην Αθήνα, στις 17 Φεβρουαρίου, παίζουμε με τους SIRENIA και τη συναυλία ανοίγουν οι DRAMA NOIR και θα ανακοινωθεί μία συναυλία στις 24 Φεβρουαρίου (σ.σ. που όπως είπαμε, είναι στο Αγρίνιο).

Ευχαριστώ πάρα πολύ για το χρόνο σου και καλή επιτυχία στις συναυλίες.
Εμείς ευχαριστούμε πολύ.

Σάκης Φράγκος

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here