Για τους GENTLE GIANT τα έχουμε ξαναπεί. Πάρα πολύ σπουδαία μπάντα, με ένα ύφος και έναν ήχο που όμοιο του δεν υπήρξε και που δεν καταναλώνεται εύκολα. Εγκεφαλικοί, avant-garde, τζαζ όσο και ροκ, μελωδικοί και εκκεντρικοί αλλά και σκοτεινοί. Αναμίξανε ετερόκλητες επιρροές με μοναδικό τρόπο και κάνανε trademark τους ένα πολύ λοξό παίξιμο με πολυφωνίες που είναι το αντίστοιχο του κινηματογραφικού σουρεαλισμού για τη μουσική. Μιλάμε όμως και για μια παραγνωρισμένη μπάντα τους ευρωπαϊκού 70s progressive rock που δεν έτυχε ποτέ καθολικής αναγνώρισης και επιτυχίας όπως συνέβη με τα υπόλοιπα ιερά τέρατα του είδους – GENESIS, YES, ELP, KING CRIMSON. Μπορεί να έφταιγαν διάφορες συγκυρίες, όπως το ότι η βάση τους, η Γερμανία, δεν είχε μια καλά θεμελιωμένη prog rock σκηνή όπως η Αγγλία με τις προαναφερθείσες μπάντες, ή απλά το γεγονός πως η μουσική τους είναι πράγματι δύσκολη και κάπως ελιτίστικη (προσωπικά, όμοιό τους βρίσκω μόνο στον Frank Zappa στα 70s). Ωστόσο, επηρέασαν πολλές μπάντες, παραδόξως στον prog metal χώρο, και αναγνωρίζονται και τιμώνται στα γεράματα τους, ειδικά για τα τρία αριστουργηματικά τους άλμπουμ “Octopus” (1972), “The power and the glory” (1974) και το “Free hand” του 1975. Στα τρία αυτά άλμπουμ, οι GENTLE GIANT έφτιαξαν ένα μείγμα φολκ, κλασσικής μουσικής, τζαζ και ροκ όπως έκαναν για παράδειγμα οι JETHRO TULL. Οι Γερμανοί όμως το τερμάτισαν, φτάνοντας σε επίπεδο avant-garde όντας πειραματικοί και ανήσυχοι στο πνεύμα. Το “Free hand”, όπως υπονοεί και ο τίτλος του, είναι ο πιο απελευθερωμένος μουσικά δίσκος τους, χωρίς το στιχουργικό concept του “The power and the glory” που επίτασσε μια συγκεκριμένη ατμόσφαιρα και δομή και χωρίς ξεκάθαρες αναφορές στο φολκ ή την κλασσική μουσική όπως συνέβη με το “Octopus”. Το “Free hand” είναι το επιστέγασμα του GG ύφους και ήχου.
Για να καταλάβετε λοιπόν πως και πόσο αργήσαμε να εκτιμήσουμε αυτή τη τρομερή μπάντα, στα 2010s ο Steven Wilson, ο prog γίγαντας που επανέφερε το prog rock των 70s για τα 2000s και που συνεχίζει να επανεφεύρει, ανέλαβε να κάνει remixed εκδόσεις για Dolby Atmos 5.1 surround (αν μπορείτε, αξίζει πραγματικά να επενδύσετε στο καινούργιο αυτό ηχοσύστημα που προσφέρει μια μοναδική surround εμπειρία) των τριών δημοφιλέστερων δίσκων των GENTLE GIANT, όπως και remixed εκδόσεις σε άλμπουμ των JETHRO TULL, ELP, YES και άλλα. Μιλάμε για τεράστια τιμή να σου δίνονται οι αυθεντικές «κασέτες» από τα 70s για να τα κάνεις να ηχούν ακόμα καλύτερα (πράγμα σχεδόν αδιανόητο). Και όμως, το “Free hand”, όπως το επιμελήθηκε ο Wilson, ηχεί σαν ένα μοντέρνο και άψογα σχεδιασμένο άλμπουμ σαν να έχει το ένα πόδι στο σήμερα και το άλλο στο χθες. Εννοείται πως η remixed έκδοση είναι πιο δυνατή, το μπάσο όχι μόνο ακούγεται δυνατότερο, αλλά κάθε νότα από το μπάσο πάλλεται πιο έντονα, οι πολυφωνίες είναι πιο ευκρινείς και η ένταση σαφώς πιο ψηλά αλλά πάνω απ όλα με μεγαλύτερη ευκρίνεια και σαφήνεια στο τελικό αποτέλεσμα. Ίσως είναι ιεροσυλία για κάποιους αυτό, αλλά για μένα η remixed έκδοση ακούγεται σαφώς καλύτερη στα αυτιά μου. Το βασικό όμως είναι πως ο Wilson προσέγγισε το αυθεντικό υλικό με σεβασμό και με μια ουσιαστική κατανόηση του 70s ήχου και με μια πολύ ολιστική κατανόηση του τι ήταν οι GENTLE GIANT το 1975 και πως πρέπει να ακούγονται και να τους ακούμε σήμερα χωρίς τη μόδα του vintage ή τον υπέρ-διογκωμένο κι επιτηδευμένο ήχο της ψηφιακής εποχής. Για μια ακόμα φορά, ο Steven Wilson τιμά το παρελθόν και τις μουσικές επιρροές του, εξαίρει το φαινόμενο GENTLE GIANT και το καλύτερο τους άλμπουμ και αποδεικνύει γιατί είναι ίσως ο καλύτερος rock μουσικός παραγωγός εν ζωή και πως ο σωστός παραγωγός είναι και οπαδός.
Φίλιππος Φίλης