THE INSIDER – 22 unknown stories from BLACK SABBATH’s “Paranoid”

0
1337

Το δεύτερο άλμπουμ των BLACK SABBATH, που κυκλοφόρησε το 1970, έχει από καιρό αποκτήσει κλασική θέση. Το “Paranoid” όχι μόνο άλλαξε το πρόσωπο της ροκ μουσικής, αλλά καθόρισε τον ήχο και το στυλ του heavy metal περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο δίσκο στην ιστορία.

  1. Με το ομώνυμο ντεμπούτο τους, οι BLACK SABBATH είχαν δημιουργήσει ένα δικό τους στυλ και είχαν αρχίσει να χτίζουν ένα αφοσιωμένο κοινό. Καθώς κυκλοφόρησε το σεισμικό “Black Sabbath”, η δισκογραφική εταιρεία τους, Vertigo, να ζητήσει να γράψουν άμεσα ένα δεύτερο άλμπουμ. Ένα άλμπουμ που δημιουργήθηκε κυριολεκτικά στον δρόμο, που προβαριζόταν πριν τις συναυλίες και παιζόταν καθ’ οδόν στο πιστό τους βανάκι Ford Transit, που τους ανεβοκατέβαζε στη Βρετανία, προσπαθώντας να θεμελιώσουν την νεότευκτη επιτυχία τους. Παρά την κούραση, το συγκρότημα βρισκόταν σε δημιουργικό οργασμό. Οι ιδέες έρχονταν αβίαστα στον κιθαρίστα και βασικό συνθέτη της μπάντας, Tony Iommi, το rhythm section των Geezer Butler (μπάσο) και Bill Ward (ντραμς) συγχρονιζόταν απόλυτα με την αρχική ιδέα και μεταξύ τους, ενώ στο τέλος ο τραγουδιστής τους Ozzy Osbourne έστρωνε μία φωνητική γραμμή πάνω στις μελωδίες, με τον Butler να γράφει εκεί επάνω τους στίχους. Και όλα αυτά μέσα από μία οργανική διαδικασία τζαμαρίσματος, το οποίο λάμβανε χώρα οποτεδήποτε και οπουδήποτε. Για παράδειγμα, σύμφωνα με τον Iommi, πριν την κυκλοφορία του πρώτου τους δίσκου, πέρασαν έξι εβδομάδες στην Ζυρίχη, παίζοντας σε club εκεί, όπου το πρόγραμμα τους ξεκινούσε στις 15:00 και έπαιζαν συνεχόμενα επτά (!) 45λεπτα set. Επειδή δεν είχαν στην διάθεση τους πολλά τραγούδια, έπαιζαν συνέχεια τα ίδια και τα ίδια, κάτι που μετά από ένα σημείο κατάντησε βαρετό. Έτσι, αναγκάστηκαν εκ των πραγμάτων να εκμεταλλευτούν αυτό τον χρόνο για να αυτοσχεδιάσουν, να τζαμάρουν και να δημιουργήσουν νέο υλικό, το οποίο χρησιμοποίησαν στα πρώτα άλμπουμ τους.
  2. Εν τω μεταξύ οι SABBATH είχαν δαιμονοποιηθεί πλήρως από τα media της εποχής. Ασφαλώς και η ίδια η μπάντα το έκανε πολύ εύκολο με το πρώτο της άλμπουμ, καθώς ήταν η θεματολογία των τραγουδιών συνδυασμένη με το μονοδιάστατο μάρκετινγκ της Vertigo, που έδωσε βάρος στο «σατανικό» τους image, έφερε τον Άγγλο αρχιμάγο Alex Sanders στις συναυλίες τους, προσκαλώντας τους στις μαζώξεις των μαγισσών, μαζί με άλλη μία μπάντα παρόμοιας θεματικής, τους BLACK WIDOW. Οι SABBATH έριχναν διαρκώς άκυρα στον Sanders, με αποκορύφωμα την άρνησή τους να παίξουν σε ένα special event στο Stonehenge, την Βαλπουργιανή Νύχτα (Walpurgis Night), η οποία γιορτάζεται στις 30 Απριλίου, στην ονομαστική εορτή της Αγίας Βαλπούργκας και για τον κόσμο της μαγείας είναι τόσο σημαντική όσο τα Χριστούγεννα στους χριστιανούς. Η απόρριψη αυτή προκάλεσε την δυσαρέσκεια του Sanders που τους καταράστηκε και η μπάντα δεν το διακινδύνευσε περαιτέρω, ξεκινώντας να φορούν μεγάλους μεταλλικούς σταυρούς, τους οποίους τους είχε φτιάξει για όλα τα μέλη της μπάντας, ο μπαμπάς του Ozzy, Jack Osbourne. Πάντως, σύμφωνα με τον Bill Ward, αυτό ήταν περισσότερο ένα δώρο του Jack Osbourne από αγάπη στον γιο του και τους φίλους του, οι οποίοι τον είχαν κάπως θορυβήσει όταν του έλεγαν τα όνειρα που έβλεπαν (ο νοών νοείτο!). Η μπάντα προσπάθησε να θέσει σαφή όρια, με τον Iommi να δηλώνει στην New Musical Express, τον Μάρτιο του 1970, «όλοι νομίζουν ότι είμαστε βουτηγμένοι στην μαύρη μαγεία, όμως εμείς διαλέξαμε το όνομα μας επειδή μας άρεσε… ίσως αλλάξουμε κάποιους στίχους στα τραγούδια μας προκειμένου να αποφύγουμε κι άλλα προβλήματα».
  3. Για την παραγωγή του δεύτερου άλμπουμ ανέλαβε ξανά τους SABBATH ο παραγωγός Rodger Bain, ο οποίος είχε κάνει την παραγωγή και στο ντεμπούτο τους. O Bain ήταν ο resident παραγωγός της Vertigo, στο πρώτο μισό της δεκαετίας του ’70. Χωρίς ο ίδιος να το συνειδητοποιεί τότε, «σήκωσε» δισκογραφικά τους δύο πρώτους πυλώνες του heavy metal, όπως το γνωρίζουμε σήμερα. Αρχικά, όντας παραγωγός των τριών πρώτων μνημειωδών άλμπουμ των BLACK SABBATH. Δευτερευόντως, επειδή λίγα χρόνια αργότερα θα αναλάμβανε την παραγωγή του ντεμπούτου ενός άλλου συγκροτήματος από το Birmingham, των άγνωστων τότε JUDAS PRIEST (“Rocka rolla”, 1974), οι οποίοι μαζί με τους SABBATH, έγιναν οι σημαιοφόροι του heavy metal στην δεκαετία του ’70, διαμορφώνοντας, παράλληλα τον ήχο για τους επόμενους που θα ακολουθούσαν. Ο Bain ενθάρρυνε τους νεαρούς SABBATH και διαμόρφωσε τον βαρύ, ακατέργαστο blues ήχο τους, όταν πρακτικά κανένας άλλος παραγωγός δεν ενδιαφερόταν για αυτούς. Ο Geezer Butler είχε πει ότι «Ο Rodger Bain ήταν σαν το πέμπτο μέλος του συγκροτήματος. Είχαμε πάει σε έξι διαφορετικές δισκογραφικές εταιρείες και παραγωγούς, και όλοι μας έλεγαν να τους ξαναδούμε όταν γράψουμε σωστή μουσική. Ο Rodger ήταν το πρώτο άτομο που κατάλαβε τι προσπαθούσαμε να κάνουμε και απλώς μας ζήτησε να παίξουμε αυτό που παίζαμε σαν να ήμασταν σε live». O Bain θα έκανε παραγωγή και στους Ουαλούς BUDGIE, καθώς και στους BARCLAY JAMES HARVEST. Κάπου στα μέσα της δεκαετίας, αποσύρθηκε από την μουσική παραγωγή, αν και το όνομα του έκανε κάποιες σποραδικές εμφανίσεις τα επόμενα χρόνια. Σύμφωνα με τις λιγοστές πληροφορίες που διαθέτουμε, ο Bain δεν έχει καμιά ιδιαίτερη διάθεση να μιλήσει πλέον για την καριέρα του ως παραγωγός, θέλοντας να αφήσει αυτή την περίοδο της ζωής του στο παρελθόν, απογοητευμένος από τη μουσική βιομηχανία και τα ανταποδοτικά οφέλη (δικαιώματα και αμοιβές) της δουλειάς του. Όπως και να ‘χει, ο ρόλος του Rodger Bain στην γέννηση και ανάπτυξη του heavy metal είναι αδιαμφισβήτητος και άξιος σεβασμού.
  4. Ενώ το “Black Sabbath” ηχογραφήθηκε εν ριπή οφθαλμού, μέσα σε δύο μόλις sessions, το συγκρότημα είχε πλέον την «πολυτέλεια» να μεταβεί στα Rockfield Studios, στο Monmouth της Ουαλίας, για να κάνει μερικές πρόβες για το επερχόμενο άλμπουμ. Το συγκεκριμένο στούντιο θα αποκτούσε την δική του μεγάλη ιστορία, μιας και εκεί ηχογραφήθηκαν μνημειώδη άλμπουμ όπως το “A night at the opera” των QUEEN (καθώς και μέρος του “Sheer heart attack”), το προαναφερθέν “Sad wings of destiny” των JUDAS PRIEST, τα επικά δίδυμα άλμπουμ “A farewell to kings” και “Hemispheres” των RUSH, καθώς και το ντεμπούτο των MOTORHEAD “On parole”, μεταξύ άλλων. Ο Ozzy ήθελε πολύ να ηχογραφήσουν το άλμπουμ τους εκεί, μιας και του άρεσε τόσο η ατμόσφαιρα όσο και ο κόσμος. Ίσως ο Bain παρέλειψε να του πει ότι λόγω της πολύ υψηλής έντασης στην οποία έπαιζαν, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι το κτίριο, πρακτικά, ήταν ένας παλιός αχυρώνας, η στέγη πάνω από τα κεφάλια τους μετακινούνταν, ενώ κομμάτι της τελικά έπεσε κατά την πρόβα του συγκροτήματος!
  5. Έχοντας ετοιμάσει το μεγαλύτερο μέρος του νέου άλμπουμ, οι SABBATH με τον παραγωγό τους, και τον μηχανικό ήχου τους, κάποιον … Tom Allom, μετακόμισαν στα Regent Studios του Λονδίνου, εκεί που είχαν ηχογραφήσει το ομώνυμο ντεμπούτο τους. Ο Allom είχε δουλέψει και στο “Black Sabbath”, ενώ στα credits του είχε και το πρώτο άλμπουμ των GENESIS, “From Genesis to Revelation” (1969). Οι πιο υποψιασμένοι θα έχουν ήδη καταλάβει ότι πρόκειται για τον ίδιο άνθρωπο που διετέλεσε παραγωγός των JUDAS PRIEST από το “Unleashed in the East” (1979) έως και το “Ram it down” (1988), καθώς και στο “Firepower” (2018).
  6. Σύμφωνα με τον Allom, πήρε μόλις δύο μέρες στο συγκρότημα να ηχογραφήσει τα τέσσερα πρώτα βασικά κομμάτια, που δεν ήταν πλήρη ακόμα. Δύο μέρες μέσα, το άλμπουμ είχε αρχίσει να παίρνει σάρκα και οστά. Ο τίτλος αυτού: “War pigs”. Τα πρώτα τραγούδια που ηχογραφήθηκαν ήταν το ομώνυμο “War pigs”, ένα ανώνυμο “Single”, το “Planet Caravan” και το “Iron Man”, σύμφωνα με το ημερολόγιο των Regent Studios. H δουλειά έγινε σε δύο 12ωρα sessions, χωρίς να προβούν σε overdubs ή άλλες παρεμβάσεις στα πρωτότυπα.
  7. Το “War Pigs” είχε αρχικά τίτλο “Walpurgis” (είχε προταθεί και το πιο προφανές “Black magic”), το «Σάββατο» των μαγισσών που λέγαμε, το οποίο παραδοσιακά γιορταζόταν την παραμονή της Πρωτομαγιάς. Σύμφωνα με τον Ozzy, τον καιρό εκείνο, η μπάντα διάβαζε βιβλία του συγγραφέα μυστηρίου και τρόμου Dennis Wheatley και έτσι προτάθηκε το “Walpurgis” ως κάτι πολύ φυσικό και ήταν και μία συνέχιση της ενασχόλησης της μπάντας με το μεταφυσικό. Μετά από όλο τον χαμό, παρόλα αυτά, που δημιουργήθηκε με το «σατανικό» προφίλ του συγκροτήματος, η Vertigo δήλωσε ένσταση και το “Walpurgis” άλλαξε, δια χειρός Butler, σε “War pigs”, με νέους στίχους που αντικατέστησαν τον διάβολο με τους πολεμοκάπηλους, οι οποίοι έστειλαν τα παιδιά των εργατών και των λαϊκών στρωμάτων να σκοτωθούν για δικές τους αποφάσεις, παράλληλα «δείχνοντας» τον πόλεμο των ΗΠΑ στο Βιετνάμ, εμπνευσμένο από τρομακτικές ιστορίες που άκουσαν τα μέλη του συγκροτήματος όταν έπαιξαν στις ευρωπαϊκές βάσεις των Αμερικάνων, που λειτουργούσαν ως διαμετακομιστικό κέντρο, κατά την λήξη της θητείας τους στο Βιετνάμ.
  8. Μουσικά είχε γεννηθεί από τα τζαμαρίσματα στα club πριν την κυκλοφορία του ντεμπούτου τους και μάλιστα προέκυψε ως ένας αυτοσχεδιασμός του Iommi πάνω στο “The warning”. Αν έχει κάποια αξία για εσάς, το 2023, το “War pigs” ανακηρύχθηκε το πέμπτο καλύτερο heavy metal τραγούδι από το αμερικάνικο περιοδικό “Rolling Stone”, ενώ λίγα χρόνια πριν, το 2016, βγήκε στο αμερικανικό διαδίκτυο μία online αίτηση προς την Αμερικανική κυβέρνηση να αλλάξει ο εθνικός ύμνος της χώρας από το “Star-Spangled Banner” στο “War pigs”, μιας και οι εμπνευστές της αίτησης πίστευαν ότι ο παλιός εθνικός τους ύμνος δεν εκπροσωπούσε σε τίποτα τις σύγχρονες ΗΠΑ. Μάζεψαν περίπου 1.400 υπογραφές! Σε άλλα νέα, ο Ozzy (για τον οποίο επίσης είχε γίνει μία online εκστρατεία να ανακηρυχθεί … ιππότης το 2013) είχε δηλώσει πως προτιμούσε την αρχική «σατανιάρικη» έκδοση, την οποία μάλιστα τραγουδούσε live ακόμα και μετά την κυκλοφορία του νέου άλμπουμ και την οποία μάλιστα θα κυκλοφορούσε στην προσωπική του συλλογή “The Ozzman cometh” (1997). Ο ίδιος είχε δηλώσει πως η μπάντα δεν είχε ιδέα για το τι γινόταν στο Βιετνάμ εκείνο τον καιρό και ότι ήταν απλά ένα αντιπολεμικό τραγούδι, το οποίο ένας δημοσιογράφος εύστοχα χαρακτήρισε ως «πίνακα του Ιερώνυμου Μπος που ζωντάνεψε». Το ορχηστρικό outro του τραγουδιού τιτλοφορείται “Luke’s wall” στις αμερικανικές κυκλοφορίες του άλμπουμ, με τον τίτλο “War pigs/Luke’s wall”, από τα ονόματα των roadies τους Luke Lucas και Spock Wall.
  9. Αλλαγή ταχύτητας στο “Planet caravan”, το οποίο πολλοί της γενιάς μου το γνωρίζετε από την διασκευή των PANTERA, σε μία από τις ασυνήθιστα ήρεμες στιγμές τους (επίσης και των SABBATH). Ήταν μία ένδειξη της εναλλαγής που ήθελε να έχει στις δουλειές του το συγκρότημα, όπως και οι μουσικοί τους ήρωες οι BEATLES, σύμφωνα με τον Geezer Butler. Ο μπασίστας έγραψε στίχους ερωτικούς, όχι για το συμβατικό ειδύλλιο που όλοι έγραφαν τότε, αλλά για ένα διαπλανητικό ταξίδι δύο εραστών. Ο Ozzy είχε αρχικά βάλει διαφορετικούς στίχους στην πρώτη ηχογράφηση, όπου τα φωνητικά του δεν έχουν υποστεί επεξεργασία, όπως ακούγεται στο τελικό τραγούδι, ενώ εδώ ο Iommi καταθέτει την αγάπη του για τους τζαζ κιθαρίστες Django Reinhardt και Joe Pass. Ειδικά τον πρώτο τον θαύμαζε πολύ, όχι μόνο για το παίξιμο του αλλά και για το γεγονός ότι είχε υποστεί και αυτός ακρωτηριασμό στα δάχτυλα όπως κι εκείνος. Όταν ανάρρωνε μετά το ατύχημα που είχε στην δουλειά στα 17 του και του στέρησε τα ακροδάχτυλα του μέσου και του παράμεσου, δέχτηκε την επίσκεψη ενός προϊστάμενου του, που του πήγε ως δώρο ένα EP του Reinhardt. Αρχικά, ο Iommi δεν έδειξε κανένα ενδιαφέρον, αλλά τελικά το άκουσε, του άρεσε και τότε έμαθε ότι και αυτός είχε χάσει δύο δάχτυλα. Ήταν αυτό που του έδωσε δύναμη να συνεχίσει ενώ οι γιατροί του είχαν πει ότι δεν πρόκειται να ξαναπαίξει κιθάρα. Αυτή ήταν λοιπόν μία ευκαιρία να δείξει κάτι από την αγάπη του σε αυτή την ασυνήθιστη επιρροή, σε ένα ασυνήθιστο, για τους SABBATH, τραγούδι, όπου πιάνο παίζει ο Tom Allom.
  10. Ένα από τα πιο αναγνωρίσιμα riffs όλων των εποχών είναι του οδοστρωτήρα που ακούει στον τίτλο “Iron man”. O Iommi ήθελε να γράψει ένα βαρύγδουπο riff για ένα τερατώδες πλάσμα που περιφέρεται και σπέρνει την καταστροφή. Σε παρόμοια φάση, ο Ozzy, ακούγοντας το riff, έφερε στο μυαλό του ένα μεγάλο σιδερένιο ρομπότ, το οποίο αποκάλεσε “Iron bloke” (κλασικός Άγγλος). Επειδή του Butler φάνηκε αρκετά αστείο, το “Iron bloke” έγινε “Iron man”. Εκείνο τον καιρό, πέρα από το μεταφυσικό, ο Butler το είχε ρίξει και στην επιστημονική φαντασία (εξ’ ου και το “Planet caravan”), κυρίως στο δυστοπικό κομμάτι της, αναφορικά με το περιβάλλον. O “Iron man” του τραγουδιού είναι ένας μεταλλαγμένος που η κοινωνία τον απέρριψε και τώρα επέστρεψε για να φέρει την Αποκάλυψη στο ανθρώπινο είδος, ή ακόμα θα μπορούσε να έχει την βάση του στον Ιησού: στην αρχή αγαπήθηκε από τους ανθρώπους αλλά μετά αυτοί τον μίσησαν και τον θανάτωσαν. O Butler είχε δηλώσει ότι «εκείνη την εποχή η NASA εξερευνούσε το Διάστημα, ενώ στις ειδήσεις ακούγαμε για την μόλυνση του περιβάλλοντος και για σενάρια πυρηνικού πολέμου… (ο Iron Man) είχε ταξιδέψει στο Διάστημα και στο Μέλλον και είχε δει την μοίρα του κόσμου. Έτσι επέστρεψε για να τους προειδοποιήσει όλους για το τι θα γινόταν, όμως, όταν έμπαινε στην ατμόσφαιρα της Γης, έπεσε σε μία μαγνητική καταιγίδα και μετουσιώθηκε σε σίδηρο, αλλά ο εγκέφαλος του λειτουργούσε ακόμα. Τώρα δεν μπορεί να μιλήσει και όλοι τον ειρωνεύονται, όμως αυτός ξέρει και τελικά δεν τον ενδιαφέρει και πολύ». Τελικά, ο Iron Man των SABBATH – που δεν έχει καμία σχέση με τον Iron Man της Marvel και των κόμικς της, αν και ακούστηκε, σε ένα σπάνιο δάνειο της Marvel, στις δύο πρώτες ταινίες του “Iron Man” – χρησιμοποίει τις δυνάμεις του για να φέρει ο ίδιος την καταστροφή στον κόσμο, σε μία αυτοεκπληρούμενη προφητεία του ήρωα. Μετά από 53 χρόνια που κυκλοφόρησε, το “Iron man” έχει ακουστεί και χρησιμοποιηθεί όσο κανένα άλλο τραγούδι των SABBATH, με (ίσως) μοναδική εξαίρεση το “single” που βγήκε στα Regent Studios. To “Iron man” ήταν το δεύτερο single από το άλμπουμ (συντομότερο σε διάρκεια, με b-side το “Electric funeral”), κυκλοφόρησε ένα χρόνο μετά την κυκλοφορία του άλμπουμ και έφτασε μέχρι το νο. 52 του αμερικάνικου Billboard, γεγονός που το καθιστά το πιο επιτυχημένο single τους στις ΗΠΑ, ενώ στην χώρα τους έγινε ασημένιο, πουλώντας πάνω από 250 χιλιάδες αντίτυπα.
  11. Ο Geezer Butler θυμάται ότι η μπάντα έπρεπε να επιστρέψει στο στούντιο και να γράψει ακόμη ένα κομμάτι 3-4 λεπτών και σχετικά σύντομα. Σύμφωνα με μία θεωρία, η διάρκεια του άλμπουμ “War pigs” (όπως ήταν ο αρχικός τίτλος) κρίθηκε ότι ήταν κάπως μικρή και το συγκρότημα εξαναγκάστηκε να δώσει ακόμα ένα τραγούδι για να συμπληρωθεί ο χρόνος. Τώρα, είτε λόγω της ψιλο-απελπισίας των SABBATH να «γεμίσουν» το άλμπουμ (όχι τόσο πιθανό) ή ότι η Vertigo δεν είχε ακούσει ακόμα ένα hit single ανάμεσα στα τραγούδια (πιο πιθανό) ή ακόμα και το ότι ο Iommi έφερε κάτι που ήταν πολύ καλό για να μείνει απ’ έξω, όποια θεωρία και να δεχτούμε, το γεγονός είναι ότι οι Ozzy, Butler και Ward, μετά από το καθιερωμένο lunch break στην διπλανή pub, επέστρεψαν στο στούντιο και βρήκαν τον Iommi να ξεκινάει ένα νέο κομμάτι. Σε κατάσταση, σχεδόν, πανικού, έπιασαν μπάσο, ντραμς και μικρόφωνο και άρχισαν να συνοδεύουν τον Iommi στο riff, με τον Ozzy να τραγουδάει τελείως άσχετους στίχους, που τους σκεφτόταν επί τόπου, για να κρατήσει την φωνητική μελωδία πάνω στο κομμάτι που έπαιζαν οι άλλοι. Σε ένα μισάωρο, το νέο κομμάτι, που αργότερα πήρε τον τίτλο “Paranoid” ήταν έτοιμο, αν και για κάποιο λόγο το σκέφτονταν να το συμπεριλάβουν στον δίσκο τους είτε γιατί τους θύμιζε πολύ … LED ZEPPELIN (το “Communication Breakdown” σύμφωνα με τον Ozzy και τον Butler) ή γιατί ήταν πολύ…pop! Με τα πολλά, το τραγούδι κυκλοφόρησε ως το πρώτο single του άλμπουμ, σκαρφαλώνοντας στα charts όλης της Ευρώπης και φτάνοντας το νο.1 σε Γερμανία και Δανία, νο. 2 σε Ελβετία και Ολλανδία και νο. 3 στην Αυστρία. Ακόμα σημαντικότερα, όμως, στην πατρίδα τους, μπήκε στα charts τέλη Αυγούστου και ανέβηκε μέχρι το νο. 4 την δεύτερη εβδομάδα του Οκτωβρίου, το μοναδικό top-10 single τους στο Ηνωμένο Βασίλειο, κάτι που τους εξασφάλισε και μία εμφάνιση στο “Top of the pops” του BBC, πλάι στον …. Cliff Richard! Πλέον οι SABBATH όχι μόνο δεν απωθούσαν κόσμο με την εικόνα τους, αλλά είχαν κάνει μεγάλη αίσθηση και στο pop κοινό. Στην Αμερική, το “Paranoid” έφτασε μέχρι το νο. 61 των charts.
  12. Με αυτή την έλευση (και έμπνευση) της τελευταίας στιγμής, το συγκρότημα πήγε στα Island Studios, όπου στην ομάδα προστέθηκε και ο μηχανικός ήχου Brian Humphries, που είχε παλιότερα συνεργαστεί με τους PINK FLOYD στα “More” και “Ummagumma”. Σημαντικότερα ίσως ήταν τα άλμπουμ των PINK FLOYD που δούλεψε μετά τους SABBATH, με προεξέχοντα τα “Dark side of the moon”, “Wish you were here” και “Animals”. Τα Island Studios διέθεταν καλύτερο εξοπλισμό από το Regent, και αυτό έδωσε την δυνατότητα στην ομάδα των παραγωγών να προσθέσει επιπλέον κιθαριστικά μέρη στα “War pigs” και “Paranoid”, όπου χρησιμοποιήθηκε ένα νέο εφέ στο σόλο (μέσα από ένα ηχείο Leslie που φέρει έναν περιστρεφόμενο μηχανισμό στο εσωτερικό του, μία παρέμβαση την οποία ο Iommi θεώρησε τελείως περιττή και δεν του άρεσε καθόλου), το ίδιο που ο Ozzy χρησιμοποίησε για να πει την φράση “I am Iron Man” στο ομώνυμο τραγούδι. Στο “Paranoid”, ο Butler άλλαξε τους στίχους, μετατρέποντας το από ένα ακόμα τραγούδι για τον χωρισμό, σε μία ομολογία επερχόμενης παράνοιας και αυξανόμενης αποξένωσης. Τέλος ολοκληρώθηκαν οι ηχογραφήσεις και οριστικοποιήθηκαν οι τίτλοι των υπόλοιπων τραγουδιών.
  13. Η δεύτερη πλευρά του άλμπουμ περιείχε άλλα τέσσερα τραγούδια με πρώτο το “Electric funeral”, που, όπως και το “Iron man”, παρουσιάζει μία αποκαλυπτική δυστοπία, όπου ο κόσμος αφανίζεται μέσα σε ένα πυρηνικό ολοκαύτωμα. Διόλου περίεργο, αν σκεφτεί κανείς ότι χρονικά βρισκόμαστε στο μέσο του Ψυχρού Πολέμου, με την ισορροπία δυνάμεων ανάμεσα σε ΗΠΑ και ΕΣΣΔ να κρέμεται από μία κλωστή. Η επανάσταση των ‘60s, με όλα τα συνθήματα για αγάπη και ειρήνη μεταξύ των ανθρώπων, δεν επρόκειτο να συμβεί και αυτό ήταν πλέον προφανές. Οι SABBATH ήταν ένα από τα συγκροτήματα που έδωσαν ένα καίριο χτύπημα στην τροφοδοτούμενη από ουσίες ουτοπία, φέρνοντας τους νέους ακροατές τους πίσω στην σκληρή πραγματικότητα. Τουλάχιστον αυτοί ήταν συνηθισμένοι από την δύσκολη εφηβεία τους στο Aston του Birmingham, όπου κουμάντο έκαναν οι συμμορίες και οι φιλοδοξίες των ντόπιων έφταναν μέχρι τις πύλες των εργοστασίων της περιοχής.
  14. Το “Hand of doom” που ακολουθεί, ένα από τα αγαπημένα τραγούδια του Bill Ward, γράφτηκε αφού το συγκρότημα είχε παρατηρήσει τους Αμερικάνους στρατιώτες που έφτασαν στην Αγγλία από τον πόλεμο του Βιετνάμ στα τέλη της δεκαετίας του 1960, με σοβαρούς εθισμούς στα ναρκωτικά και στο αλκοόλ, στα οποία είχαν πέσει με τα μούτρα προκειμένου να «την παλέψουν», όπως λέγαμε και στον στρατό. Το τραγούδι παρουσιάζει μια ρεαλιστική και καθόλου κολακευτική εικόνα της χρήσης σκληρών ναρκωτικών, όπως η ηρωίνη, όπου ένας απόμαχος του Βιετνάμ τελικά καταλήγει, με την βελόνα στο χέρι. Στα καπάκια έρχεται το “Rat salad”, ένα instrumental-επίδειξη του Bill Ward, στο στυλ του “Toad” των CREAM και του “Moby Dick” των LED ZEPPELIN, συγκροτήματα που επηρέασαν τους SABBATH (μαζί με τους BLUESBREAKERS του John Mayal). Λίγα χρόνια αργότερα, ένα νεανικό συγκρότημα από την Pasadena της Καλιφόρνια θα σκεφτόταν σοβαρά να ονομαστεί “Rat salad”, αλλά ευτυχώς πρυτάνευσε η λογική και κατέληξαν μετά από κάποιες αλλαγές στο πολύ πιο εύηχο VAN HALEN.
  15. To δεύτερο άλμπουμ των BLACK SABBATH έκλεισε με το φευγάτο και ατμοσφαιρικό “Fairies wear boots”, το οποίο ξεκίνησε (όπως και άλλα) σαν ένα μακρόσυρτο instrumental. Οι στίχοι, τους οποίους έγραψε ο Ozzy, είχαν να κάνουν με μία ατυχή συνάντηση που είχε η μπάντα με μία συμμορία από skinheads (συμμορίες ρατσιστών με ξυρισμένα κεφάλια, τουλάχιστον σε κάποιες μορφές και περιόδους). Όπως είπε και ο Butler «είμασταν σε διαρκείς διαμάχες με τους skinheads, για αυτό και γράψαμε αυτό το τραγούδι αποκαλώντας τους νεράϊδες». Σημειώνεται ότι “fairies” στην αγγλική αργκό σημαίνει και «αδελφές». Αυτά για το πρώτο μισό του τραγουδιού, τουλάχιστον, διότι μετά ο Ozzy πέρασε με μία περίεργη στροφή στην χρήση παραισθησιογόνων ουσιών, μία ενστάλαξη της κουλτούρας των χίπηδων στην εργατική τάξη της Βρετανίας, περιγράφοντας κάπως και το ακροατήριο τους. Χρόνια αργότερα, η γνωστή εταιρεία υπόδησης Doc Martens, με εξειδίκευση στα χαρακτηριστικά άρβυλα που τα τίμησαν πολλές μουσικές φυλές, έβγαλαν μία ειδική έκδοση αφιερωμένη στους SABBATH και τα δύο πρώτα άλμπουμ τους, προφανώς λόγω του “Fairies wear boots”. Ένα χρόνο αργότερα θα κυκλοφορούσε και ως b-side του single “After forever”. Εδώ να πούμε ότι και η εισαγωγή στο “Fairies wear boots” έχει δικό της τίτλο, το κάπως σεφερλικό “Jack the Stripper”, το οποίο αναφέρεται χώρια σε κάποιες αμερικάνικες κόπιες του άλμπουμ.
  16. H προσθήκη του “Paranoid” στο άλμπουμ άλλαξε τα πάντα. Με την προϋπόθεση ότι ο δίσκος θα ονομαζόταν “War pigs”, το συγκρότημα είχε βρει έναν μουσάτο τύπο ντυμένο κακόγουστα, που έφερε μία τύπου ασπίδα και ένα σπαθί, ο οποίος, θεωρητικά, αναπαριστούσε ένα “war pig” και τον προόριζαν για το εξώφυλλο. Λογάριαζαν χωρίς την Vertigo, όμως, η οποία έφερε αντίρρηση σχετικά με τον τίτλο (κάτι που δεν άρεσε καθόλου στο νεαρό συγκρότημα), διότι το “War pigs” θα έκανε πολλά κεφάλια να γυρίσουν με σκεπτικισμό και αμφισβήτηση στις ΗΠΑ, λόγω των όποιων υπονοούμενων μπορεί να είχε ο τίτλος για την εμπλοκή των Αμερικάνων στο Βιετνάμ και που σίγουρα θα κρατούσε χαμηλά τις πωλήσεις, σε μία πολιτικά διχασμένη χώρα. Πέρα από αυτό, το “Paranoid” είχε προγραμματιστεί να κυκλοφορήσει σαν single και το να γίνει αυτός τελικά ο τίτλος του άλμπουμ έβγαζε περισσότερο νόημα, τουλάχιστον εμπορικά. Το εξώφυλλο δεν γινόταν να αλλάξει σε αυτή την φάση, αλλά πάλι οι SABBATH στάθηκαν τυχεροί διότι το “War pig” εύκολα θα μπορούσε να είναι κάποιος που ήταν “Paranoid”. Το εξώφυλλο (έχοντας υπόψη τον αρχικό τίτλο “War pigs”), σχεδιάστηκε και φωτογραφήθηκε από τον Keith Macmillan στο ειδυλλιακό Black Park της κομητείας Buckinghamshire, βόρεια του Λονδίνου. Ο βοηθός του, Roger Brown, είναι αυτός ο περίεργος τύπος στο εξώφυλλο. Η αρχική βρετανική κυκλοφορία είχε στο εσώφυλλο μια ασπρόμαυρη φωτογραφία του συγκροτήματος, που πόζαρε σε εξωτερικούς χώρους σε ένα λόφο με χορτάρι. Φωνογραφημένοι επίσης από τον Macmillan, ήταν η πρώτη εμφάνιση των μελών του συγκροτήματος σε άλμπουμ.
  17. Την 18η Σεπτεμβρίου του 1970, την μέρα που θα πέθαινε ο Jimi Hendrix κάπου στο Λονδίνο, πριν 53 χρόνια, κυκλοφόρησε το δεύτερο άλμπουμ των BLACK SABBATH “Paranoid”, περίπου 7 μήνες μετά το ντεμπούτο τους και καθώς το single “Paranoid” ανέβαινε σταθερά στα charts. Με ηχητική βία και τρομοκρατία, ανέβηκε στην κορυφή των charts του Ηνωμένου Βασιλείου, ρίχνοντας από την κορυφή το “Bridge over troubled water” των Αμερικάνων τροβαδούρων SIMON & GARFUNKEL. Την ίδια εβδομάδα, στο top-10 υπήρχαν οι ROLLING STONES (“Get yer ya-yas out”), οι CREEDENCE CLEARWATER REVIVAL (“Cosmo’s factory”), οι LED ZEPPELIN (“II”), οι DEEP PURPLE (“In rock”) και άλλοι. Τι εποχές! Το “Paranoid” έφερε τους SABBATH για πρώτη φορά στις ΗΠΑ, όπου έκαναν επιτυχία, φτάνοντας στο νο. 12 του Billboard και θέτοντας τα θεμέλια όχι μόνο για την μελλοντική τους καριέρα, αλλά και για την κλασική εποχή και τον ήχο των SABBATH που όλοι οι Αμερικάνοι fans έχουν στο μυαλό τους. Στις ΗΠΑ, που κυκλοφόρησε τον Γενάρη του 1971, έχει πουλήσει πάνω από 4 εκατομμύρια δίσκους (και έχει γίνει 4 φορές πλατινένιο), το πιο επιτυχημένο τους εκεί ως σήμερα. Μέχρι το τέλος της χρονιάς, τόσο το “Paranoid”, όσο και το “Black Sabbath” θα ήταν μέσα στην πρώτη εικοσάδα άλμπουμ με τις περισσότερες πωλήσεις στην Βρετανία. Στην Ολλανδία έφτασε επίσης στην κορυφή, στην Γερμανία μία θέση πιο κάτω στο νο. 2, νο. 4 σε Φινλανδία και Αυστραλία και νο.5 σε Ιταλία και Νορβηγία. Έκτοτε, τραγούδια του έχουν διασκευαστεί από τους πάντες με χαρακτηριστικότερες τις διασκευές των FAITH NO MORE στο “War pigs”, των PANTERA στο “Planet caravan”, των MEGADETH και των TYPE-O-NEGATIVE στο “Paranoid” και πολλών άλλων!
  18. Πάνω που όλα φαίνονταν να πηγαίνουν κατ’ ευχή για όλους τους εμπλεκόμενους, ο manager Jim Simpson, που τους είχε καθοδηγήσει με μαεστρία τον ενάμιση χρόνο που συνεργαζόντουσαν, κρίθηκε από το συγκρότημα ότι ήταν ανεπαρκής για να τους πάει στο επόμενο επίπεδο. Με αυτή την αιτιολόγηση εμφανίστηκαν δυο μυστήριοι τύποι, οι Wilf Pine και Patrick Meehan Junior και του άρπαξαν την μπάντα από τα χέρια, τύποι που είχαν διασυνδέσεις με τον διαβόητο manager (και, ουσιαστικά, νονό της λονδρέζικης νύχτας) Don Arden. Με τον δικό τους τρόπο, έπεισαν τους SABBATH ότι αν έδιωχναν τον Simpson, αυτοί θα τους προστάτευαν από οποιεσδήποτε νομικές αξιώσεις θα πρόβαλλε αυτός απέναντι τους. Ο Pine, αργότερα, ομολόγησε ανοιχτά ότι τους είχε βάλει στο μάτι και ήξερε ότι ήθελαν να φύγουν από το Birmingham και να πάνε στο Λονδίνο, από όπου θα τους ήταν πιο εύκολο να κάνουν παγκόσμια καριέρα και αυτός ήταν ο μοναδικός λόγος που κατάφερε να τους πείσει να τους αναλάβει.
  19. Στις ΗΠΑ δεν άργησαν να φανούν τα πρώτα εμπόδια, όταν μία περιοδεία που είχε προγραμματιστεί για το τέλος Ιουλίου του 1971 ακυρώθηκε τελευταία στιγμή. Η εξήγηση για αυτό ήταν απλά ότι δεν τους σήκωνε και πολύ το κλίμα, μιας και οι Αμερικάνοι δεν είχαν και πολλή διάθεση να δουν κάποιους λάτρεις του μεταφυσικού από την Αγγλία να περιοδεύουν στην χώρα, την ίδια περίοδο που ο κακόφημος δολοφόνος Charles Manson δικαζόταν για τα εγκλήματα του. Κάποιοι άλλοι κατηγόρησαν τον πρώην manager τους, Jim Simpson, ως ανίκανο να πείσει τους εκεί διοργανωτές να κλείσουν εμφανίσεις για το συγκρότημα. Ευτυχώς αυτή η αναποδιά ήταν προσωρινή, αφού μετά από μία επιτυχημένη εμφάνιση στο Royal Festival Hall την 26η Οκτωβρίου, ξεκίνησαν περιοδεία στις ΗΠΑ, που διήρκησε τέσσερις εβδομάδες και περιελάμβανε πέντε συνεχόμενες βραδιές στο διάσημο “Whiskey-A-Go-Go”, και άλλες τέσσερις στο “Fillmore West”, κλείνοντας στο Ashbury Park του New Jersey. Εκεί, μία από τις support μπάντες ήταν οι ντόπιοι STEEL MILL, με έναν νεαρό κιθαρίστα που εκτελούσε και χρέη τραγουδιστή. Το όνομα του: Bruce Springsteen.
  20. Το 1974, η Αγγλίδα Hillary Pollard, βρέθηκε νεκρή, ανάμεσα σε ένα ζευγάρι ηχείων, με το “Paranoid” στο πικάπ της. Είχε πάρει υπερβολική δόση από υπνωτικά χάπια αλλά όχι τόσο μεγάλη για να στοιχειοθετήσει αυτοκτονία. Κόντρα σε κάθε λογική, αναφέρθηκε μέσα στην έρευνα, η πιθανή επιρροή του άλμπουμ στην πιθανή αυτοκτονία της, αλλά τελικά αποφασίστηκε ότι οι SABBATH δεν έφταιγαν για τον θάνατό της. Αυτή ήταν μία κατάσταση στην οποία θα έμπλεκαν ξανά τόσο οι SABBATH, όσο και ο Ozzy στην προσωπική του καριέρα, στις δεκαετίες που θα ακολουθούσαν.
  21. Το 2015 διατυπώθηκε στο site “Dangerous minds” η θεωρία ότι το riff του “Paranoid” ήταν κλεμμένο (!) από το “Get down” των garage rockers ΗΑLF-LIFE, ένα τετραμελές σχήμα από το Detroit, που κυκλοφόρησαν το εν λόγω τραγούδι το 1969. Η ιδέα και μόνο ότι οι SABBATH, που δεν είχαν πρόσβαση σε οτιδήποτε εκτός Αγγλίας, ειδικά εκείνη την εποχή που η Αμερική φάνταζε (και ήταν, πρακτικά) άλλος πλανήτης, έκλεψαν το riff από ένα παντελώς άγνωστο συγκρότημα που δεν βγήκε ποτέ έξω από τα όρια του Detroit, φαντάζει, αν μη τι άλλο, παντελώς αναξιόπιστη. Πάλι καλά που το “Dangerous mind” δεν βρήκε σύνδεση μεταξύ των HALF-LIFE και του ομώνυμου PC game!
  22. Το “Paranoid” είναι το τελευταίο τραγούδι που έπαιξαν οι BLACK SABBATH, στην τελευταία τους συναυλία ever, στην Genting Arena του Birmingham, το Σάββατο 4 Φεβρουάριου 2017. Αυτό ήταν και το κύκνειο άσμα των πατέρων του heavy metal, σε μία καριέρα που άλλαξε τα πάντα στον τρόπο με τον οποίο όλοι εμείς ακούμε και αντιλαμβανόμαστε την μουσική.

Κώστας Τσιρανίδης

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here