
«Πόσα αντίτυπα έχει πουλήσει το συγκρότημα; Από ποια εταιρεία κυκλοφορεί το άλμπουμ; Παίζει μέσα κανένας γνωστός;». Ερωτήματα που τουλάχιστον εδώ, δεν υφίστανται. Και δεν υφίστανται, διότι πολύ απλά, δε μας ενδιαφέρουν οι απαντήσεις τους. Η ποιότητα στη μουσική είναι αυτό που μας ενδιαφέρει. Το να ανακαλύπτει κανείς νέες αγαπημένες μπάντες εκεί που δεν το περιμένει, θα αποτελεί πάντα, εκτός από μεγάλη ικανοποίηση, την πλέον ευχάριστη πρόκληση, καθώς κι εμείς είμαστε πρωτίστως οπαδοί. Σε μια στήλη λοιπόν όπου τα «αδηφάγα» αυτιά των ολοένα και αυξανόμενων φίλων της δεν έχουν σύνορα, έτσι κι εμείς θα προσπαθούμε κάθε φορά να παρουσιάζουμε τη μεγαλύτερη δυνατή γκάμα ήχων και συγκροτημάτων. Άλλωστε, κανένα best seller δε θα υπήρχε, αν δεν υπήρχε η σκηνή του UNDERGROUND.

ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ/ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗΣ: LVTHN
ΤΙΤΛΟΣ ΔΙΣΚΟΥ: “The Devil’s bridge”
ΕΤΑΙΡΕΙΑ: Amor Fati Productions
ΣΥΝΘΕΣΗ: ZD, DS, DH, CV, KW
ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ:
Bandcamp
Facebook
Ο δίσκος “The Devil’s bridge” είναι η δεύτερη ολοκληρωμένη δουλειά των LVTHN και αποτελεί μια χαρακτηριστική στιγμή στο χώρο του σύγχρονου black metal, εκεί όπου η σκληρότητα και η ατμόσφαιρα συνυπάρχουν σε μια σχεδόν τελετουργική ένωση. Από τα πρώτα κιόλας λεπτά, γίνεται φανερό πως οι Βέλγοι μουσικοί (για τους οποίους δεν υπάρχει η παραμικρή επιπλέον πληροφορία) επιδιώκουν κάτι περισσότερο από την απλή αναπαραγωγή ενός γνωστού ηχητικού προτύπου. Χτίζουν μια εμπειρία που κυριαρχείται από σκοτεινό μυστικισμό, εσωτερική ένταση και την αίσθηση πως κάθε κομμάτι είναι μια πύλη προς έναν άλλο κόσμο. Η επιλογή του τίτλου δεν είναι τυχαία. Η «Γέφυρα του Διαβόλου» λειτουργεί εδώ ως συμβολικό μονοπάτι, ένα πέρασμα ανάμεσα στο ανθρώπινο και το υπερβατικό, ανάμεσα στην ύλη και το πνεύμα.

Η ηχητική ταυτότητα του άλμπουμ κινείται σε ένα φάσμα που συνδυάζει παραδοσιακά black metal στοιχεία με πιο ατμοσφαιρικές αποχρώσεις. Τα κιθαριστικά riffs, κοφτερά και αδυσώπητα, διαδέχονται αργόσυρτες μελωδικές γραμμές που θυμίζουν ψαλμούς μέσα στην ομίχλη. Η παραγωγή δεν είναι υπερβολικά γυαλισμένη, διατηρεί μια ωμή, ακατέργαστη υφή που ενισχύει την αίσθηση αυθεντικότητας και σκοτεινής ειλικρίνειας. Τα φωνητικά, άλλοτε κραυγές γεμάτες οργή και άλλοτε ψίθυροι απόκοσμοι και θυμωμένες απαγγελίες, μετατρέπονται σε αφηγηματικά εργαλεία, καθοδηγώντας τον ακροατή βαθύτερα στο συμβολικό ταξίδι που υπόσχεται ο τίτλος.
Εκεί που το “The Devil’s bridge” ξεχωρίζει είναι στην ικανότητά του να ισορροπεί ανάμεσα στην άγρια επιθετικότητα και τη στοχαστική μελαγχολία. Δεν πρόκειται απλώς για μια συνεχόμενη καταιγίδα ήχου, αλλά υπάρχουν στιγμές παύσης, σιωπής, αργών μεταβάσεων, οι οποίες λειτουργούν σαν ανάσες μέσα στη δίνη. Αυτή η εναλλαγή δημιουργεί μια παράξενη ροή, σαν να παρακολουθεί ο ακροατής μια σκοτεινή τελετή όπου κάθε πράξη έχει τον ρόλο της. Το αποτέλεσμα είναι ένα άλμπουμ που δεν εξαντλείται σε μια πρώτη ακρόαση, αλλά αντιθέτως αποκαλύπτει νέα στρώματα νοήματος και αίσθησης κάθε φορά που επιστρέφεις σε αυτό.
Σε θεματικό επίπεδο, ο δίσκος φαίνεται να εμπνέεται από την έννοια της δοκιμασίας και της μετάβασης. Η «γέφυρα» του τίτλου γίνεται μεταφορά για την ανθρώπινη ανάγκη να ξεπεράσει τα όριά της, να αντικρίσει τον τρόμο και να αντλήσει δύναμη από αυτόν. Η μουσική λειτουργεί ως τελετουργικό πλαίσιο που ενισχύει αυτή την ιδέα. Ο ακροατής βιώνει μια πορεία μέσα από το σκοτάδι, μια συνάντηση με τον ίδιο τον εσωτερικό του δαίμονα. Σε αυτό το επίπεδο, το “The Devil’s bridge” δεν είναι μόνο ένα άκουσμα αλλά και μια εμπειρία υπαρξιακού στοχασμού.
Το άλμπουμ των LVTHN αποτελεί μια ουσιαστική συμβολή στον χώρο του black metal, αποδεικνύοντας πως το είδος μπορεί να παραμένει σκληρό και αδυσώπητο, χωρίς να χάνει τη δύναμη να είναι και βαθιά πνευματικό. Με την έντονη ατμόσφαιρα, τις εναλλαγές ανάμεσα στην αγριότητα και την περισυλλογή, αλλά και τη συμβολική του διάσταση, το “The Devil’s bridge” δεν είναι απλώς μια συλλογή κομματιών. Είναι μια τελετουργία σε ηχητική μορφή. Οι LVTHN, μέσα από αυτόν τον δίσκο, καταφέρνουν να συνδέσουν τον ακροατή με ένα κόσμο σκοτεινό, μυστηριακό και ταυτόχρονα απελευθερωτικό. Έτσι, το έργο τους παραμένει ζωντανό στη μνήμη, σαν μια γέφυρα που καλεί διαρκώς σε πέρασμα προς το άγνωστο.
(7,5 / 10)
Φανούρης Εξηνταβελόνης

ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ/ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗΣ: SÖLICITÖR
ΤΙΤΛΟΣ ΔΙΣΚΟΥ: “Enemy in mirrors”
ΕΤΑΙΡΕΙΑ: Gates Of Hell Records
ΣΥΝΘΕΣΗ:
Amy Lee Carlson – Φωνητικά
Damon Cleary-Erickson – Μπάσο
Patrick Fry – Κιθάρες
Matthew Vogan – Κιθάρες
Johann Waymire – Τύμπανα
ΚΑΛΕΣΜΕΝΟΙ ΜΟΥΣΙΚΟΙ:
Leif Julin – Φωνητικά
ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ:
Bandcamp
Facebook
Instagram
Spotify
Deezer
Tidal
YouTube
Πέντε ολόκληρα χρόνια πέρασαν από το “Spectral devastation”, το πρώτο ολοκληρωμένο πόνημα των SÖLICITÖR από το Seattle. Όταν το παρουσιάζαμε, στο 31ο Underground Halls, ήμασταν κλεισμένοι στα σπίτια μας λόγω της πρώτης καραντίνας και η μουσική μας κρατούσε ιδανική συντροφιά. Το “Spectral devastation” που λες, ήταν εξαιρετικό. Ένας πραγματικός speed metal τυφώνας, όπως είχα γράψει χαρακτηριστικά, που έκανε μεγάλη εντύπωση στο ευρύτερο NWOTHM κίνημα. Και δύο χρόνια μετά, ήταν το EP “All debts on Death” που ήρθε για να γεμίσει το κενό, μέχρι η μπάντα από το Seattle να κυκλοφορήσει το επόμενό της δισκογραφικό πόνημα.

Και τι πόνημα! Με μπροστάρισσα την Amy Lee Carlson και την εντυπωσιακή φωνή της, οι SÖLICITÖR κυκλοφορούν άλλο ένα… «καυτό» άλμπουμ! Η speed metal κατεύθυνση του “Spectral devastation” παραμένει, ωστόσο οι Αμερικανοί βάζουν και άλλα «καλούδια» τη μουσική τους. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αυτής της τάσης, το “Iron wolves of war”, όπου η μπάντα φλερτάρει έντονα με το ακραίο (λέγε με black/thrash) metal, τόσο σε riffing όσο και ερμηνευτικά και το “Spellbound mist” μαζί με τη διλογία “Black magic & the devil’s hand”, όλα τους με έντονο το KING DIAMOND άρωμα. Λογικό όμως δεν είναι να υπάρχει τάση για ανανέωση του ήχου και εισχώρηση στοιχείων που δεν είχαμε ως τώρα ακούσει; Το συγκρότημα αποτελείται από ταλαντούχους μουσικούς, καταρτισμένους σε επίπεδο μεγαλύτερο του «επαρκούς» και έχει μια τραγουδίστρια που πραγματικά, μπορεί να τραγουδήσει ό,τι θέλει! Λίγη θέληση να υπάρχει και αποκλείεται να «βαλτώσει».
Θετικά αποτιμάται και η ποικιλία στους ρυθμούς. Το “Enemy in mirrors”, ακριβώς λόγω του ανοίγματος της βεντάλιας των επιρροών, δεν είναι ένα μονότονο speed metal album, από αυτά που έχουν ως μόνο στοιχείο αναφοράς την ταχύτητα για την ταχύτητα και το headbanging για το headbanging. Άλλωστε, οφείλουμε ξανά να αναφέρουμε, γιατί δεν είναι η πρώτη φορά, την σημασία των μεσαίων και αργών ρυθμών σε έναν δίσκο. Η ποικιλία βοηθά να αναδειχθούν όλα τα τραγούδια. Άσε που στην περίπτωση των ταχυδύναμων υπο-ειδών στο metal (thrash, speed, death), ένα mid-tempo κομμάτι μπορεί να είναι απείρως δυναμικότερο από ένα up-tempo. Τι εννοώ… Πού κάνεις εντονότερο headbanging; Στο πρώτο ή στο δεύτερο μέρος του “Postmortem” των SLAYER; Μα στο πρώτο, φυσικά!
Μετά και από τούτο το άλμπουμ, δεν περιμένω θαύματα από τους SÖLICITÖR. Δεν περιμένω να επαναπροσδιορίσουν το heavy/speed metal, ούτε να κάνουν κάποια στιγμή μια τέτοια στροφή που δε θα τους αναγνωρίζω! Περιμένω όμως να κυκλοφορούν ΤΕΤΟΙΟΥΣ δίσκους. Εμπνευσμένους, άψογους παικτικά, εντυπωσιακούς ερμηνευτικά. Και σίγουρα, θα ήθελα πολύ να τους δω live. Αν αυτό που ακούγεται από τα ηχεία μου, μπορεί να αποδοθεί το ίδιο ή και καλύτερα επάνω στο σανίδι, οι τύποι σίγουρα θα πετούν σπίθες στις συναυλίες τους!
(8 / 10)
Δημήτρης Τσέλλος

ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ/ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗΣ: THE LUNAR EFFECT
ΤΙΤΛΟΣ ΔΙΣΚΟΥ: “Fortune’s always hiding”
ΕΤΑΙΡΕΙΑ: Svart Records
ΣΥΝΘΕΣΗ:
Josh Gosling – Φωνητικά
John Jefford – Κιθάρες
Brett Halsey – Μπάσο
Dan Jefford – Τύμπανα
ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ:
Official site
Bandcamp
Facebook
Spotify
YouTube
Τρίτος δίσκος για τους υπέροχους Λονδρέζους THE LUNAR EFFECT, έναν χρόνο μόλις μετά το “Sounds οf green and blue”. Εμείς όμως τους παρακολουθούμε από την αρχή της καριέρας τους και τους θυμόμαστε από το “Calm before the calm” που επίσης ήταν στα ίδια, πολύ-πολύ καλά επίπεδα! Φίλοι THE LUNAR EFFECT, έχετε την τιμή να βρίσκεστε στο πολύ κλειστό club των συγκροτημάτων που τούτη δω η στήλη παρακολουθεί στενά, από τα δικά τους αλλά και τα δικά της γεννοφάσκια, οπότε, μαζί της μεγαλώνετε και σεις!

Το “Fortune’s always hiding” σηματοδοτεί λοιπόν την τρίτη κατά σειρά full length κυκλοφορία τους και τέταρτη εν τω συνόλω, μαζί με τo EP “Strange lands”. Όπως συμβαίνει σε κάθε δισκογραφική δουλειά της μπάντας, έτσι κι εδώ, το παρόν εμπλέκεται με το παρελθόν και δίνουν κάτι το διαχρονικό και εσαεί ελκυστικό. Οι Λονδρέζοι παίζουν σύγχρονο, σκληρό rock στο ίδιο ύφος με τους RIVAL SONS, ROYAL BLOOD και WOLFMOTHER, φλερτάρουν με το «χωριάτικο» heavy rock των GREEN LUNG, λατρεύουν τους LED ZEPPELIN, ακουμπούν το garage των THE BLACK KEYS, αγκαλιάζουν με θέρμη το alternative heavy rock των SOUNDGARDEN και AUDIOSLAVE, ενώ δε φοβούνται να παίξουν blues και soul, αφήνοντας το συναίσθημά τους να κατακλύσει τον χώρο. Τι να σου λέω… μέχρι και τους THE BEATLES θα ακούσεις δω μέσα, αν είσαι πολύ προσεκτικός!
Ο Josh Gosling στα φωνητικά, παραδίδει ξανά μαθήματα rock ερμηνείας. Πάθος, έκταση, γρέζι… ο τύπος τα έχει όλα! Η ιδανική φωνή για να πατήσει επάνω στις old school, Page-ικές κιθάρες του John Jefford και να καλουπωθεί, μαζί της, από το «παλιακό», λιτό και απίστευτα δυναμικό rhythm section των Brett Halsey και Dan Jefford. Η μπάντα μας ενημερώνει πως οι στίχοι είναι ένα ταξίδι μέσα από την απώλεια, τη μνήμη και το βάρος του χρόνου και το νέο album σηματοδοτεί μια νέα εποχή για το συγκρότημα, μια εποχή βαθύτερη, πιο παράξενη και πιο ψυχρή από ποτέ. Δε θα τους φέρω αντίρρηση, εξάλλου ακούγεται αυτό με την πρώτη ακρόαση. Ωστόσο, καίτοι πεσιμιστικά και ψυχρά, τα καινούργια τραγούδια είναι ταυτόχρονα πολύ δυναμικά και διόλου υποβλητικά! Προφανώς, οι τύποι έχουν βρει τη χρυσή τομή, έχουν το know how για κάτι τέτοιο και μπράβο τους!
Όπως έχουν το know how ώστε να μη μιμούνται το παρελθόν, αλλά να διοχετεύουν το πνεύμα του μέσα από ένα πρίσμα σύγχρονο, που γράφει επάνω «έτος κατασκευής 2025». Σπουδαίο πράγμα αυτό! Οι THE LUNAR EFFECT είναι μάλιστα από τις μπάντες που περιοδεύουν πολύ, δίνοντας αρκετές συναυλίες. Γιατί κάποιος δεν τους έχει φέρει ως τώρα στην Ελλάδα, δεν το γνωρίζω. Ίσως να φοβάται, επειδή στο βιογραφικό και εισαγωγικό σημείωμα που τους συνοδεύει, υπάρχει και η απαγορευμένη, στη χώρα μας, λέξη “alternative”. Θα έλεγα λοιπόν να την παραβλέψουμε, ή ακόμη καλύτερα, να αναλογιστούμε, πριν τη σβήσουμε, πως οι μεγάλοι του alternative, τους LED ZEPPELIN και τους BLACK SABBATH πήραν κατά βάση, για να φτιάξουν τον ήχο τους.
Θα τους ρίξουμε κι αυτούς στο πυρ το εξώτερον;
(8 / 10)
Δημήτρης Τσέλλος
ME, MYSELF AND I – Projects with a single member

Ο δίσκος “The mind’s eternal storm” των ECHOES OF GLOOM αποτελεί μια μουσική εμπειρία που κινείται ανάμεσα στη σκοτεινή ατμόσφαιρα και τη συναισθηματική ένταση. Το σχήμα μας έρχεται από την Αυστραλία και το άλμπουμ είναι πόνημα του Dan Elkin, ο οποίος είναι και το μοναδικό μέλος. Από τον τίτλο κιόλας διαφαίνεται η πρόθεση του συγκροτήματος να μιλήσει για τα εσωτερικά τοπία του νου, για εκείνες τις θύελλες που ταράζουν τη συνείδηση και τις ισορροπίες μας. Η μουσική γραφή του άλμπουμ συνδυάζει βαριά κιθαριστικά riffs με ατμοσφαιρικά πλήκτρα και φωνητικά που κυμαίνονται από μελωδικά περάσματα μέχρι σπαρακτικές εκρήξεις. Το αποτέλεσμα είναι μια καθηλωτική αφήγηση, με εναλλασσόμενες σκηνές πάθους, σιωπής και καταιγίδας.
Η θεματολογία των στίχων επικεντρώνεται στην εσωτερική πάλη, την απώλεια, αλλά και την αναζήτηση νοήματος μέσα στο χάος. Κάθε τραγούδι μοιάζει με ένα κεφάλαιο που εξερευνά διαφορετικές πτυχές της ανθρώπινης ψυχής, την αβεβαιότητα, την απόγνωση, αλλά και την αχτίδα ελπίδας που έρχεται έστω διστακτικά. Οι ECHOES OF GLOOM καταφέρνουν να δημιουργήσουν μια ποιητική αλλά ταυτόχρονα άγρια ατμόσφαιρα, χωρίς να καταφεύγουν σε υπερβολική δραματοποίηση. Αντίθετα, οι στίχοι τους αγγίζουν μια ειλικρίνεια που ενισχύεται από την ένταση της μουσικής, κάνοντας τον ακροατή να αισθάνεται πως συμμετέχει κι εκείνος σε αυτό το εσωτερικό ταξίδι.
Στο μουσικό επίπεδο, το άλμπουμ κινείται ανάμεσα σε dungeon και atmospheric post black metal με prog πινελιές και επικά στοιχεία, με έξυπνες εναλλαγές ρυθμών και ενορχηστρώσεων. Οι κιθάρες πότε σχηματίζουν τείχη ήχου και πότε διαλύονται σε όμορφες μελωδίες, ενώ τα τύμπανα στηρίζουν με ένταση τις κορυφώσεις και τις ήρεμες στιγμές. Τα πλήκτρα λειτουργούν ως συνδετικός ιστός, δημιουργώντας ένα πέπλο ομίχλης που ενώνει τα κομμάτια.
Η παραγωγή του “The mind’s eternal storm” είναι προσεγμένη και καταφέρνει να ισορροπήσει τη δύναμη με την καθαρότητα. Δεν χάνεται ούτε λεπτομέρεια, παρότι οι ενορχηστρώσεις είναι πλούσιες και πολυεπίπεδες. Η μίξη δίνει τον απαραίτητο χώρο σε κάθε όργανο, ώστε να συνυπάρχει αρμονικά με τα υπόλοιπα. Αυτό ενισχύει την κινηματογραφική διάσταση του άλμπουμ, αφού κάθε κομμάτι ακούγεται σαν σκηνή από μια ιστορία που ξετυλίγεται μπροστά στα μάτια και τα αυτιά του ακροατή. Η προσοχή στη λεπτομέρεια και η διάθεση για πειραματισμό κάνουν τον δίσκο να ξεχωρίζει μέσα σε ένα είδος όπου πολλές φορές η ομοιομορφία υπερισχύει.
Τελικά, το “The mind’s eternal storm” είναι μια μουσική κατάθεση ψυχής. Οι ECHOES OF GLOOM δείχνουν ότι μπορούν να συνδυάσουν δύναμη και συναίσθημα, σκότος και φως, καταστροφή και κάθαρση. Ο ακροατής που θα μπει στον κόσμο τους δεν θα βγει αλώβητος, θα έχει όμως κερδίσει μια βαθύτερη ματιά στον εσωτερικό του εαυτό. Είναι ένας δίσκος που αξίζει να ακούγεται ολόκληρος, με προσοχή και διάθεση για ενδοσκόπηση, καθώς η κάθε του στιγμή προσφέρει κάτι περισσότερο από απλή μουσική διασκέδαση. Προσφέρει μια εμπειρία προσωπικής αναμέτρησης με την ίδια την ανθρώπινη φύση.
Χρήσιμα links:
(8 / 10)
Φανούρης Εξηνταβελόνης
















