Οι Βρετανοί ARCHITECTS, εκ των κορυφαίων της νεότερης, ας πούμε, φουρνιάς των metalcore/post hardcore σχημάτων, αλλά και προσωπική αδυναμία, έκλεισαν αισίως 15 χρόνια ύπαρξης και είπαν να το «γιορτάσουν» (όσο ταιριάζει αυτή η λέξη σε αυτήν τη μπάντα με τα όσα έχει περάσει) με το ένατο παρακαλώ άλμπουμ τους. Ένα άλμπουμ, το οποίο μάλλον σηματοδοτεί και μία τελείως νέα αρχή στην πορεία του σχήματος.
Τα δύο προηγούμενα άλμπουμ της μπάντας, τα “All of our Gods have abandoned us” και “Holy hell”, ήταν υπερβολικά φορτισμένα συναισθηματικά για το σχήμα. Το πρώτο ήταν το «αντίο» του φυσικού ηγέτη και μέχρι τότε κύριου συνθέτη τους, του αδικοχαμένου Tom Searle, ενώ το δεύτερο, ήταν το αντίστοιχο «αντίο» της μπάντας προς αυτόν. Επομένως, φυσικό ήταν το νέο αυτό άλμπουμ, με τίτλο “For those that wish to exist”, να είχε το έξτρα ενδιαφέρον του, κυρίως για το προς τα πού θα πήγαιναν πλέον τον ήχο τους, με τον Josh Middleton να αναλαμβάνει περισσότερες ευθύνες, μαζί με τον Dan Searle. Άλλωστε, μιλάμε για μία μπάντα που δεν μπορούσε ποτέ να «ησυχάσει» μουσικά και προσπαθούσε πάντα να παρουσιάσει και κάτι διαφορετικό σε κάθε άλμπουμ της. Συν ότι τα σημάδια υπήρχαν από το “Holy hell”, όπως και με την κυκλοφορία του “Animals”, το οποίο παρόλο που μου αρέσει πάρα πολύ, έδειχνε μία άλλη προσέγγιση. Mετά ήρθαν και τα “Black lungs” και “Dead butterflies” (έξυπνες επιλογές για promo είναι η αλήθεια) και λίγο πολύ, ο καθένας μας έβλεπε που έχει πάει το πράγμα πλέον.
Το θέμα μου με το “For those that wish to exist”, είναι ότι οι ARCHITECTS, από μία μπάντα με χαρακτηριστικό ήχο, δικό τους στυλάκι και με μία πορεία που κυρίως επηρεαζόταν από τους ίδιους και την εκάστοτε ψυχοσύνθεσή τους, μοιάζουν να μπήκαν στο «άρμα» σχημάτων όπως οι BRING ME THE HORIZON. Και αυτό από τη μία δεν είναι κακό (ασχέτως που τα δύο τελευταία άλμπουμ των BMTH είναι αδιάφορα), από την άλλη όμως, όταν έχεις μάθει μία μπάντα να είναι leader και γίνεται follower, ε, χτυπάει άσχημα. Συν ότι έχουν χάσει κατά πολύ τον τσαμπουκά τους, το riffing έχει μειωθεί και γενικότερα μαλάκωσαν αρκετά τον ήχο τους, ακολουθώντας ταυτόχρονα και μία πολύ πιο συγκεκριμένη φόρμα στις δομές και τις ενορχηστρώσεις, με παραπλήσια grooves και συγκεκριμένο ηχόχρωμα στα ατμοσφαιρικά σημεία. Το άλμπουμ διαρκεί μία ώρα και έχει 14 τραγούδια (συν ένα intro), στα οποία, ευτυχώς, υπάρχουν και κάποια που είναι πιο κοντά στους ARCHITECTS των δύο τελευταίων άλμπουμ. Έχουν όμως και κάποια που είναι πραγματικά κακά ή αδιάφορα, όπως για παράδειγμα το “Dying is absolutely safe” που θα μπορούσε να είναι και… IMAGINE DRAGONS ή το “Demi God”. Τα υπόλοιπα, είναι πάνω κάτω στα ίδια ποιοτικά επίπεδα, με κάποια να ξεχωρίζουν, όπως το “Giving blood” με τα ωραία pads και το groove-άτο χαρακτήρα του, το “An ordinary extinction” με τα πολύ ωραία πλήκτρα και ατμόσφαιρα, το “Little wonder” (με τη συμμετοχή του Mike Kerr των ROYAL BLOOD) με τον dance χαρακτήρα και το πολύ ωραίο ρεφρέν, αλλά και το “Goliath” (με τη συμμετοχή του Simon Neil των BIFFY CLYRO) που είναι γενικότερα το βαρύτερο κομμάτι του άλμπουμ. Το κομμάτι που περίμενα περισσότερο, ήταν το “Impermanence”, λόγω της συμμετοχής του Winston McCall των λατρεμένων PARKWAY DRIVE, αλλά το αποτέλεσμα, παρόλο που είναι καλό, είναι λίγο κατώτερο από αυτό που θα περίμενε ίσως κάποιος από αυτήν τη συνεργασία.
Η παραγωγή του δίσκου (την ανέλαβαν οι δύο ηγέτες πλέον του σχήματος, Dan Searle και Josh Middleton), είναι εξαιρετική, αλλά αυτό δεν είναι κάτι «νέο» για αυτό το σχήμα, αφού μας έχει μάθει σε τέτοια ηχητικά αποτελέσματα. Απλά η κατά πολύ παρεμφερής αισθητική των κομματιών, με τις λίγες εναλλαγές σε tempo και ένταση, σε συνδυασμό με τη διάρκειά του (είπαμε, μία ώρα) και τα κάποια αδιάφορα τραγούδια, κάνουν το συνολικό αποτέλεσμα λίγο κουραστικό σε στιγμές.
Οι ARCHITECTS είναι ένα σχήμα που έχει περάσει πολλά και δείχνει ότι θέλει να τα αφήσει όλα πίσω του και να ξεκινήσει μία νέα εποχή. Και πολύ καλά κάνουν οι άνθρωποι προφανώς! Το “For those that wish to exist”, σηματοδοτεί αυτήν τη νέα εποχή για τη μπάντα, η οποία δείχνει ότι μπορεί όμως να γίνει και αρκετά καλύτερα. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι μιλάμε για κακό δίσκο, απλά για κατώτερο από τις δυνατότητες στις οποίες μας έχουν μάθει. Θα τους δώσει λογικά νέους οπαδούς αφού μαλάκωσαν αρκετά, αλλά ίσως χάσουν και κάποιους που είχαν μάθει αλλιώς. Εν αναμονή του επόμενου για ασφαλέστερα συμπεράσματα…
7 / 10
Φραγκίσκος Σαμοΐλης