A Day To Remember… 16/05 [MOONSPELL]

0
77
ΜΠΑΝΤΑ: MOONSPELL
ΑΛΜΠΟΥΜ: “Night eternal”
ΕΤΟΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ: 2008
ΕΤΑΙΡΙΑ: SPV
ΠΑΡΑΓΩΓΟΣ: Tue Madsen
ΣΥΝΘΕΣΗ:
Fernando Ribeiro – φωνητικά
Miguel Gaspar – ντραμς
Pedro Paixão – πλήκτρα
Ricardo Amorim – κιθάρες
 
 
Αυτή τη φορά, επειδή το αρχειακό υλικό που υπήρχε γι’ αυτόν το δίσκο, ήταν τεράστιο, αποφασίσαμε να παραθέσουμε τα κείμενα που είχαν γραφτεί στο έντυπο Rock Hard, στο studio report που είχε γίνει, την παρουσίαση του δίσκου, αλλά και τη face to face συνέντευξη που κάναμε με τον Fernando Ribeiro. Όλα, δια χειρός Γιώργου Κόη. Παράλληλα, να θυμίσουμε ότι ο Ribeiro, λίγες μέρες πριν την κυκλοφορία του δίσκου, είχε κάνει ένα DJ set ως επίσημος προσκεκλημένος μας και την επόμενη μέρα, συμμετείχε στο ακουστικό show του Andre Matos (ex-ANGRA)!!!
 
 
MOONSPELL 
STUDIO REPORT
 
Όταν ένα απόγευμα μου τηλεφώνησε ο Φράγκος, λέγοντας μου να ακούσω την καινούργια δουλειά των MOONSPELL στο Aarhus της Δανίας, στα περίφημα Antfarm studios του Tue Madsen, δεν το πολυσκέφτηκα. Με συνοπτικές διαδικασίες πακετάρισα τα πράγματά μου και απλά είχε αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση.
 
Αφού, άυπνος μέσα στα χαράματα, είχα έναν καβγά με υπεύθυνο του αεροδρομίου Ελ. Βενιζέλος, εξηγώντας του ότι το αποσμητικό που είχα μαζί μου ήταν το μισό από αυτό που ανέγραφε η συσκευασία (τελικά το πέταξε στα σκουπίδια και αγόρασα αναγκαστικά καινούργιο…), πρώτος σταθμός ήταν η Ζυρίχη. Τα μισά καταστήματα είχαν σοκολάτες (τις οποίες φόρτωσα στην επιστροφή), ενώ και εκεί υπάρχει η αντικαπνιστική υστερία, με αποτέλεσμα να κάνω διαλείμματα ανάμεσα στον καφέ και να πηγαίνω στα ειδικά διαμορφωμένα δωμάτια. Τα ίδια και χειρότερα στην Κοπεγχάγη, όπου έχουν κάτι σαν τηλεφωνικούς θαλάμους και συνωστίζονται πέντε και έξι άτομα για να καπνίσουν, οπότε θυμήθηκα και το γνωστό ανέκδοτο με τον θάλαμο και την τυρόπιτα. Αξιοσημείωτα επίσης τα γεγονότα είναι το ότι, όλες οι δανέζικες συνταγές έχουν ψάρι με όλους τους πιθανούς συνδυασμούς, ώστε όλο το αεροδρόμιο είχε έντονη μυρωδιά ψαρίλας και ότι οι υπάλληλοι του αεροδρομίου πηγαινοέρχονται με πατίνια… 
 
Μετά από 8 ώρες συνολικής πτήσης φτάσαμε τελικά στο καταπράσινο Aarhus, όπου μας ανέμενε ο οδηγός της SPV και έπειτα από μία ώρα δρόμου ως το ξενοδοχείο, συναντηθήκαμε και με τους συναδέλφους από τα άλλα ευρωπαϊκά περιοδικά και κάναμε κουβέντα επί παντός επιστητού, ιδιαίτερα με τον Alezio από το ιταλικό Rock Hard, μεγάλο γνώστη της ελληνικής μεταλλικής σκηνής. Κατά τη διαδρομή ως το studio, εκείνο που μου έκανε μεγάλη εντύπωση είναι η μεγάλη χρήση ποδηλάτου από τους κατοίκους της πόλης (δεύτερης σε πληθυσμό στη Δανία), με ποδηλατοδρόμους ΠΑΝΤΟΥ και με ξεχωριστή μάλιστα φωτεινή σηματοδότηση. Ανεπτυγμένη οικολογική συνείδηση, όχι αστεία! Εξωγήινα φαινόμενα για τους Έλληνες!
Τα Antfarm Studios βρίσκονται αρκετά κοντά στην πόλη, αλλά η τοποθεσία τους είναι εντελώς ξεκομμένη από τους ανθρώπους. Εκεί μας ανέμεναν οι ευγενέστατες Ute και Maria από την SPV, ο κυνόφιλος παραγωγός Tue Madsen και όλο το γκρουπ. Μας οδήγησαν στον πολύ ζεστό διώροφο ξενώνα και μετά τα απαραίτητα πρώτα καύσιμα (ήτοι αλκοόλ), ακούσαμε την καινούργια δουλειά “Night eternal”, μια πρώτη άποψη της οποίας υπάρχει παρακάτω.
 
Ακολούθως, υπήρχε ο μπουφές, μαγειρεμένος από τους ίδιους τους MOONSPELL (!!!), οι απαραίτητες συνεντεύξεις με όλα τα μέλη και μετά ένα σπιτικό πάρτι, που κράτησε αρκετές ώρες. Κατά τη διάρκεια του πάρτι, υπήρχε πάλι άφθονο αλκοόλ, αστεία σκηνικά και αρκετές ενδιαφέρουσες συζητήσεις με τα μέλη. Παραδείγματα, ο ποδοσφαιρόφιλος Pedro, που παρακολουθεί στενά το ελληνικό πρωτάθλημα ποδοσφαίρου (αγαπημένες του ομάδες είναι ο Παναθηναϊκός και ο Άρης), ο Mike που είναι ο μόνος από το συγκρότημα που γουστάρει το “Sin/Pecado”, ο Ricardo που τραγουδούσε IRON MAIDEN, όταν ακουγόταν στα ηχεία το εκπληκτικό piano tribute σε εκείνους και ο λάτρης της ελληνικής κουζίνας Fernando, που εκτός του ότι ήταν ο DJ της βραδιάς, παίζοντας από MORBID ANGEL μέχρι TOOL και TYPE O NEGATIVE, μας διηγήθηκε πόσο σημαντική και εξουθενωτική ήταν για εκείνον η εμφάνιση των CELTIC FROST στο Rockwave, ώστε η απόδοσή του να είναι μειωμένη στο beach soccer που έπαιξαν την επόμενη ημέρα σε αθηναϊκή αμμουδιά με τον Σάκη των ROTTING CHRIST (άρα όσοι είδατε κάτι μαλλιάδες εκείνη την ημέρα στην παραλία, κάνατε μεγάλη βλακεία που δεν απαθανατίσατε το γεγονός).
 
Μετά τη λήξη του σπιτικού πάρτι, ευχαριστώντας όλους για τη φιλοξενία, ακολούθησε και δεύτερο πάρτι των υπεύθυνων της εταιρίας και των λίγων ηρωικών συντακτών στο μπαρ του ξενοδοχείου, με highlight την κόντρα ανάμεσα στη σουηδέζα συνάδελφο από το Close Up (αχ!!!) και τον υπερκάφρο Thorsten από το γερμανικό ROCK HARD, με το “Orphidian wheel” t-shirt, στο ποιος ξέρει όλους τους στίχους από τους… MANOWAR! 
Η επόμενη μέρα μας βρήκε ψιλοάυπνους να έχουμε πάρει τον δρόμο της επιστροφής και από το πρωί που ξεκινήσαμε, να φτάνουμε τελικά τα μεσάνυχτα κατάκοποι στην Αθήνα (4 ώρες αναμονή στην Κοπεγχάγη και άλλες τόσες στη Ζυρίχη ήταν too much), αλλά άξιζε τρελά η κούραση που ρίξαμε!
 
Υ.Γ.: Η επόμενη μπύρα είναι δική μου, ΟΚ;
MOONSPELL- “Night eternal” (SPV)
1. “At tragic heights”: Η κλιμακούμενη ατμοσφαιρική εισαγωγή δίνει τη σειρά της σε ένα thrash riff και σε κάφρικα φωνητικά, συνοδευόμενα από εκκλησιαστικό ήχο στα πλήκτρα. Στο μέσο υπάρχει και ένα μικρό black metal ξέσπασμα. Δεν ξεκινήσαμε καθόλου καλά!
2. “Night eternal”: Mid-tempo τραγούδι, στο οποίο πάλι γκαρίζει ο Ribeiro. Το solo φέρνει στο νου τους MAIDEN και το διαδέχεται ένα MACHINE HEAD break! Συμπαθητικό, αλλά μέχρι εκεί.
3. “Spring of rage”: Εδώ αρχίσαμε να χαμογελάμε επιτέλους. Καθαρά vocals at least! Το βασικό riff σουηδίζει αρκετά, αλλά τουλάχιστον δείχνουν να συνέρχονται από τον συνθετικό πάτο που έπιασαν με το “Memorial”. 
4. “Scorpion flower”: Το σίγουρο hit του δίσκου και πώς να μην είναι άλλωστε, όταν πρόκειται για ντουέτο με τη θεά Anneke. Μου θύμισε πολύ το “Luna” και το ρεφρέν του τραγουδιού είναι πολύ κολλητικό. Εξαιρετικές ερμηνείες και από τους δύο! Ο Τσουρέας θα χοροπηδάει σαν τον MC Hammer από τη χαρά του! Θα ακουστεί πάρα πολύ φέτος το τραγούδι αυτό. 
5. “Hers is the twilight”: Η καταιγιστική εισαγωγή δίνει πάσα σε ένα αρκετά “Wolfheart” εποχής τραγούδι, με συνεχείς εναλλαγές. Πολύ καλό και αυτό.
6. “Shadow sun”: Ενώ τα ψιθυριστά vocals και το χαρακτηριστικό MOONPELL riff αφήνουν πολλές υποσχέσεις, τα συνεχή “Memorial” ξεσπάσματα και τα blast beats το καταστρέφουν τελικά. Γιατί ρε μάγκες;
7. “Age of mothers”: Εξαιρετικό τραγούδι έχουμε εδώ πέρα. Mid-tempo τραγούδι, με συνοδεία γυναικείας χορωδίας και εκκλησιαστικού οργάνου. Το solo της κιθάρας δένει άψογα και οι στίχοι, από τα λίγα που συγκράτησα, είναι φοβεροί. Εύγε! 
8. “First light”: Θα πω μεγάλη κουβέντα για το συγκεκριμένο, αλλά τέτοιο αριστουργηματικό άσμα έχουν να γράψουν από το 1996! Μακράν το συγκλονιστικότερο της νέας δουλειάς. Φανταστείτε κάτι ανάμεσα στα “Full moon madness” και “Vampiria”. Intro με ακουστική κιθάρα, αργόσυρτο το κυρίως πιάτο και με τρομακτικά αποπνικτική ατμόσφαιρα, το “First light” τσακίζει αμέτρητα κόκαλα. Παρακαλούσα επίμονα τους υπεύθυνους να το ξανακούσω! Στο dj set του Ribeiro, πρήξτε τον να σας το βάλει να το ακούσετε κι εσείς. ΑΝΑΤΡΙΧΙΛΑ! 
9. “Unhearted”: Κι εδώ έχουμε να κάνουμε με hit-άκι, σαν να βγήκε από το “Darkness and hope”. Στο μέσο υπάρχει απαγγελία από τον Fernando και το δραματικό κλείσιμό του το απογειώνει τελείως. Μπράβο!
10. “Dreamless”: Εκπληκτικό τραγούδι. Η απόδοση όλων των μελών δίνει ρέστα, φοβερή ατμόσφαιρα και το ρεφρέν είναι κολλητικό σαν βδέλλα. Υποψήφιο video clip μαζί με το “Scorpion flower”.
11. “Moon in mercury”: Το χειρότερο τραγούδι του άλμπουμ. Γεμάτο blast beats, growling vocals και ο εφιάλτης του “Memorial” είναι πάλι εδώ. Μπλιαχ!
12. “Earth of mine”: Ιδανικό κλείσιμο για τη νέα δουλειά. Την εισαγωγή, αποτελούμενη από drums, keyboards και πορτογαλικούς στίχους, τη διαδέχεται ένα μακροσκελές τραγούδι, με συνεχείς διακυμάνσεις και διαθέτει ένα απίστευτο guitar riff του Ricardo. Θυμίζει λιγάκι το “Butterfly effect”. Το fade out με τον παγερό αέρα είναι πολύ cool.
Να τονίσω ότι, πέρα του ότι πρέπει να το ξανακούσω το άλμπουμ για να έχω μια πιο ολοκληρωμένη άποψη, το μπάσο το έχει αναλάβει η δοκιμασμένη λύση του Niklas Etelavuori των AMORPHIS και το artwork θα είναι δημιούργημα του πατριώτη μας Seth. Η πρώτη γνώμη πάντως είναι θετική, όπως και να έχει!
THE INTERVIEW
Μετά την προακρόαση, σειρά είχαν να δώσουν κάποιες πρώτες εξηγήσεις ο κιθαρίστας Ricardo και ο ντράμερ Mike, πριν γίνουν πιο συγκεκριμένοι οι Pedro και Fernando, που ακολούθησαν αμέσως μετά. Αρκετά ευδιάθετοι, ήταν ανοιχτοί σε κάθε είδους ερωτήσεις και ακολουθεί ένα μέρος των όσων ειπωθήκαν στη μακροσκελή συζήτησή μας.
 
Γιατί επιλέξατε τα Antfarm Studios για την καινούργια δουλειά σας;
Mike: Τα διαλέξαμε γιατί είχαμε προηγούμενη εμπειρία με την ηχογράφηση του “Under satanae” και έμειναν ευχαριστημένοι από αυτές και η δισκογραφική μας εταιρία και το management μας. Έτσι, ήταν μια καλή ευκαιρία να κάνουμε κάτι εντελώς καινούργιο και συναρπαστικό. Ήταν μια κατάσταση με διαφορετική χώρα και διαφορετικό παραγωγό, να πειραματιστούμε με το παρελθόν μας και τα demo τραγούδια μας και αυτό το αποτέλεσμα βγήκε καλύτερο από αυτό που φανταζόμασταν. Το αίσθημα που αποκομίσαμε από αυτές ήταν παρόμοιο με του “Wolfheart”, της πρώτης μας επαγγελματικής δουλειάς, κάτι που είδαμε και στις συναυλίες που ακολούθησαν. Ήταν ένα ωραίο αίσθημα που μας είχε λείψει αρκετά. Έτσι αποφασίσαμε να γυρίσουμε στο ίδιο studio και για το καινούργιο υλικό. Αν και ο Waldemar (σ.σ. Sorychta), έκανε σπουδαία δουλειά για το “Memorial”, υπήρχε η ανάγκη να αλλάξουμε και να κάνουμε το μεγάλο βήμα.
Ricardo: Το μέρος εδώ είναι αρκετά ήσυχο, ώστε να είσαι προσηλωμένος στη μουσική σου. Επίσης, ο Tue είναι πολύ οργανωτικός και μπορεί να βγάλει από εσένα τον ιδανικό ήχο, είτε στις κιθάρες, είτε στα drums, είτε στα φωνητικά. 
Mike: Βασικά, δε μπορείς να κάνεις τίποτε άλλο από το να γράφεις μουσική. Εδώ μαγειρεύεις, κοιμάσαι, χαλαρώνεις και παίρνεις και έμπνευση. Επίσης, όπως βλέπεις έχει πάρα πολλή ησυχία το μέρος, αποκομμένο από την πόλη, αν και είναι κοντά της. Έτσι, το studio δεν το επισκεπτόμασταν μόνο για τις μίξεις ή τις ηχογραφήσεις, ούτε είχαμε πιεστικά deadlines. Ακόμα και κατά τη διάρκεια της νύχτας, αν είχαμε κάποια καλή ιδέα, πηγαίναμε και τη γράφαμε και πιστεύω ότι καταφέραμε να βγάλουμε τον σωστό ήχο.
 
Ο Tue Madsen είναι ένας παραγωγός που είναι γνωστός για τις metalcore δουλειές του. Δεν σας προβλημάτισε μήπως είχε επιρροή και στον δικό σας ήχο;
Ricardo: Καθόλου. Το metalcore είναι ένα πολύ δημοφιλές στυλ και για να πω την αλήθεια, μου αρέσει κι εμένα. Το μουσικό μας στυλ είναι αρκετά συγκεκριμένο, ώστε να μη μπορεί να αναμιχθεί με αυτό το είδος μουσικής. Δες το “Under satanae”. Πως ήταν δυνατό να αναμιχθεί το black metal που περιείχε με άλλα στυλ; Φαντάσου ότι για κάποια σημεία του άλμπουμ, μας έλεγε ότι το ένα σημείο του θύμιζε RAINBOW για παράδειγμα και το άλλο DEEP PURPLE και τον κοιτούσαμε απορημένοι. 
Mike: Εκείνο που μας άρεσε στον Tue είναι ότι έχει βαθιά γνώση της μουσικής του παρελθόντος και είναι πολύ πιστός στο όραμα που έχεις για τη δουλειά σου. Είναι όντως αρκετές μπάντες που έχει συνεργαστεί και είναι κοντά στον metalcore ήχο, αλλά ήταν και για εκείνον πρόκληση να κάνει παραγωγή σε μια μπάντα όπως οι MOONSPELL. Χρειαζόμασταν κι εμείς μια φρεσκάδα στον ήχο μας και δε θέλαμε να επαναλαμβανόμαστε σε κάθε δίσκο.
 
Στο ομώνυμο τραγούδι όμως βρήκα ένα MACHINE HEAD break…
Mike: WHAT??? (φωνάζοντας) Γουστάρω αρκετά το πρώτο άλμπουμ τους (γέλια), αλλά είσαι ο πρώτος που μου λέει κάτι τέτοιο. Πρέπει να ξανακούσω το σημείο που μου είπες. Στο πρώτο μας CD είχαμε πιο πολλά εξωτερικά ακούσματα και επιρροές, ειδικά τους SEPULTURA, που όλοι μας είμαστε fan τους.
 
Είναι αλήθεια ότι ο Waldemar, με τον όποιον κάνατε την προπαραγωγή του “Night eternal”, δεν είναι και τόσο κόσμιος με τους συνεργάτες του;
Ricardo: Αν και ο Waldemar είναι πάρα πολύ έμπειρος, μερικές φορές γίνεται δύστροπος. Το βασικό όμως είναι ότι είναι συγκεντρωμένος στο στόχο του και πάντα τον πετυχαίνει, οπότε και παραβλέπεις τις όποιες παραξενιές του.
 
Μήπως η αλλαγή παραγωγού έχει να κάνει με το γεγονός ότι πλέον είστε στο roster της SPV; Ο ήχος των Woodhouse Studios είναι αρκετά συνδεδεμένος με τη χρυσή εποχή της Century Media στα ‘90s…
Ricardo: Μα και το “Memorial” με τον Waldemar το γράψαμε και δεν είχαμε κανένα πρόβλημα με την εταιρία μας. Μην ξεχνάς ότι έχει κάνει παραγωγή και σε κάποια από τα πιο σημαντικά μας άλμπουμ, σαν το “Wolfheart” και το “Irreligious”, καθώς και σε μπάντες που γουστάρουμε, όπως τους TIAMAT. 
Mike: Σε κάθε μας δουλειά βρίσκεται στο πίσω μέρος του κεφαλιού μας. Εκτιμούμε πολύ την προσωπικότητα του Waldemar. Το θέμα για μας ήταν αν θέλαμε να προοδεύσουμε και να δοκιμάσουμε κάτι διαφορετικό ή να μείνουμε στη σιγουριά που μας προσέφερε η παρουσία του. Προτιμήσαμε αυτή τη φορά την πρώτη επιλογή.
 
Η νέα σας δουλειά είναι αρκετά κιθαριστική. Έχει κάποιο ρόλο το γεγονός ότι ο Tue είναι κι αυτός κιθαρίστας;
Mike: Είναι αστείο αυτό, γιατί εξωτερικά μπορεί να σου δίνει αυτή την εντύπωση ο ήχος, αλλά μπορώ να σε διαβεβαιώσω ότι ο Waldemar είναι πιο παθιασμένος με τον ήχο της κιθάρας. Ειδικά οι μάχες που είχαν στο παρελθόν ο Waldemar με τον Ricardo σχετικά με τον ήχο ήταν απίστευτες. Ο Tue, αν και κιθαρίστας, σε αφήνει να εκφραστείς ελεύθερα και δίνει την ίδια σημασία σε όλα τα όργανα και σε όλες τις παραμέτρους των τραγουδιών.
 
Για να γίνω πιο συγκεκριμένος, ο ήχος της κιθάρας και ο τονισμός του riff στο “Earth of mine” είναι απίστευτοι..
Ricardo: Όταν βαριέμαι στο σπίτι μου, συνηθίζω να συνθέτω διάφορες μελωδίες που σκέφτομαι, σε μορφή midi στον υπολογιστή μου. Πριν ένα χρόνο περίπου, όταν αρχίσαμε να γράφουμε τα καινούργια τραγούδια, ξέθαψα και αυτό το riff του “Earth of mine”, που ουσιαστικά είναι μία midi μελωδία! (γέλια) Κι όμως, όπως βλέπεις, αυτή η τόσο απλή μελωδία, που είναι καθαρά γέννημα μηχανήματος, είναι τόσο ταιριαστή με το τραγούδι. 
 
Επίσης, στο “Night eternal” υπάρχουν διάσπαρτα black metal blastbeats. Την παρακολουθείς ακόμα τη σκηνή;
Mike: Η αλήθεια είναι ότι όταν ήμουν μικρός γούσταρα να παίζω όσο πιο γρήγορα γίνεται. Ως μέρος της εξάσκησης μου, αυτό το black metal drumming ήταν ιδανικό. Τώρα, όποτε μου δίνεται η ευκαιρία, παίζω πάλι γρήγορα, ώστε να θυμηθώ όλες αυτές τις ασκήσεις (γέλια).
 
Πως και δε χρησιμοποιήσατε πάλι ψευδώνυμα;
Mike: Αυτό έγινε μόνο για το “Under satanae”. Θέλαμε να αναβιώσουμε το πνεύμα εκείνης της εποχής, όπου όλα τα μέλη χρησιμοποιούσαν nicknames. Ήταν κάτι το νοσταλγικό για εμάς το “Under satanae” και τα ψευδώνυμα ήταν απαραίτητα για να μπούμε περισσότερο στο νόημα.
Ricardo: Άσχετα βέβαια που πλέον ο πατέρας μου με φωνάζει μέσα στο σπίτι MorningBlade! (τρελά γέλια)
 
Γιώργος Κόης 
 
 
 
 
MOONSPELL interview (Fernando Ribeiro – Pedro Paixao)
“Creatures of the night”
 
Είπαμε, χρειαζόμασταν και άλλες πιο αναλυτικές εξηγήσεις για το καινούργιο πόνημα των MOONSPELL “Night eternal”. Ο Fernando Ribeiro (φωνητικά), σε πρώτο βαθμό και ο Pedro Paixao (κιθάρες) να το σιγοντάρει, λύνουν το πρόβλημά μας, δίνοντας παράλληλα ρεσιτάλ ανοιχτού μυαλού. Κάτι που μας πιστοποίησε περαιτέρω ο κύριος Ribeiro, την επόμενη ημέρα του DJ set του στην Αθήνα, όπου διατύπωσε χωρίς φόβο πολλές αλήθειες.
 
Είσαστε ικανοποιημένοι με το τελικό αποτέλεσμα της καινούργιας δουλειάς σας;
Fernando: Θα έλεγα ναι, αλλά πάντα πρέπει να περάσει λίγος καιρός για εμάς, διότι αφοσιωθήκαμε πολύ σ’ αυτό το άλμπουμ. Προσπαθήσαμε να βρούμε τις ισορροπίες μας. Ειδικά το τελευταίο στάδιο προετοιμασίας του άλμπουμ αυτού, δε θα το έλεγα αγχωτικό, αλλά έπρεπε να γίνει πολύ γρήγορα. Θα χρειαστώ αρκετό χρόνο να συνηθίσω την μουσική μας, να την απολαύσω αν θες, γιατί αν και πιστεύω σε αυτήν, πρέπει να κρατήσω και κάποια απόσταση για επανεκτίμησή της. Έχω πολύ περιέργεια να δω πως θα δει ο κόσμος το τελικό αποτέλεσμα. 
Pedro: Εκείνο που θέλω από ένα άλμπουμ, είναι να μπορώ να το ακούω και τους δώδεκα μήνες του χρόνου. Η διάρκεια είναι που κρίνει την ποιότητά του κι εκείνη είναι η στιγμή που το άλμπουμ αποκτά οντότητα. Εκεί θα καταλάβω το τι έχουμε κάνει, γιατί ήταν μία πολύ έντονη διαδικασία. Ακόμα δε μπορώ να καταλάβω αν είναι καλύτερο από τα προηγούμενα, αλλά για μένα είναι το τέλος μιας αγχωτικής περιόδου. 
Fernando: Εκείνο που μπορώ να πω τώρα είναι ότι είμαι πάρα πολύ ικανοποιημένος, επειδή ο φόβος μου ήταν οι δύο πλευρές του άλμπουμ. Από τη μία τα άλλα μέλη που πίεζαν για πιο extreme, γρήγορο metal και από την άλλη πλευρά εγώ να πιέζω για πιο ατμοσφαιρικό υλικό. Ήταν δύσκολος ο καταρτισμός του τελικού tracklisting. Ήταν ένα άγριο σκηνικό. Είναι όμως ένα άλμπουμ που έχει καταπληκτικά τραγούδια και κάθε ένα από αυτά έχει την αυτονομία του. Κάθε τραγούδι έχει χαρακτηριστική προσωπικότητα, που το κάνει να στέκεται. Μπορώ ήδη να διακρίνω τα αγαπημένα μου τραγούδια, σαν τα “First light”, “Scorpion flower”, το ομώνυμο, αλλά νομίζω ότι όλα τα τραγούδια είναι ξεχωριστές οντότητες και αυτό είναι κάτι πάρα πολύ καλό. Σε μη μουσικό πεδίο, μου θυμίζει το “Irreligious”, διότι κι εκεί υπήρχε προσωπικότητα σε κάθε τραγούδι, αν και όλα τους ήταν διαφορετικά το ένα από το άλλο, πλην όμως είχαν μια καλή χημεία το ένα δίπλα από το άλλο, γι’ αυτό ήταν τόσο ξεχωριστό. Κάτι ανάλογο υπάρχει και στην καινούργια δουλειά μας.
 
Ακόμα υπάρχουν τα έντονα metal στοιχεία του “Memorial”…
Fernando: Σαφώς! Αυτός είναι για εμένα ο ορισμός του gothic metal. Μερικές φορές, το gothic metal παραείναι goth και το μεταλλικό στοιχείο είναι εξαφανισμένο. Κι εμείς ευτυχώς ακόμα το κρατάμε και είμαστε ενθουσιασμένοι για αυτό. Ειδικά για το μουσικό. Για παράδειγμα, όταν θα βρίσκομαι πάνω στη σκηνή και θα τραγουδώ το “Scorpion flower” ή το “Everything invaded”, αυτά δε με συναρπάζουν για την τεχνική τους, αλλά για το συναίσθημά τους. Για εμένα η μουσική είναι συναίσθημα και τίποτε άλλο. Δε με ενδιαφέρει η τεχνική ή η ταχύτητα. Μπορεί να είναι το “Mentally murdered” των NAPALM DEATH ή κάτι από ATARAXIA που να σου δημιουργεί συναισθήματα. Αυτό είναι που ψάχνω στη μουσική. Ο συνδυασμός τέτοιων συναισθημάτων είναι αυτό που θέλω για τους MOONSPELL, με κυριότερα τον ενθουσιασμό και το πάθος. Γι’ αυτό και διατηρούμε τη metal πλευρά μας, άλλωστε είμαστε metal μπάντα. Ξεκινήσαμε να παίζουμε metal και στην πορεία γνωρίσαμε ακούσματα όπως THE SISTERS OF MERCY, FIELDS OF THE NEPHILIM, THE CURE και τα σχετικά (σ.σ. γι’ αυτό σε πάω ρε Fernando!). Υπάρχει κόσμος που μας λέει ότι γίναμε πολύ gothic με το “Irreligious”, αλλά τι παίζουμε άραγε στο “Wolfheart” ή στο “Vampiria” ή στο “Erotic alchemy”, το πιο gothic τραγούδι μας; 
 
Η πιο gothic δουλειά σας όμως είναι το “Darkness and hope”…
Fernando: Αυτό είναι ένα αμιγώς gothic άλμπουμ. 
 
Παρατήρησα ότι στο άλμπουμ υπάρχουν πολλές γυναικείες φωνές. Γιατί;
Fernando: Είναι ένας τρόπος ερμηνείας της ουσίας του άλμπουμ, γιατί αναφέρεται στο πως η γυναικεία ενέργεια σχετίζεται με τη γη. Η γη ή η Γαία αν θες, είναι και αυτή γυναίκα. Επίσης, υπάρχει και η σχέση μεταξύ του πόνου της γης και του πόνου που ζει η γυναίκα. Πρέπει να διαβάσεις τους στίχους για να καταλάβεις τον συνδυασμό αυτόν. Άλλωστε, ένα από τα δυνατά στοιχεία μας είναι οι στίχοι και αυτή τη φορά ήταν κάτι που θέλαμε να γίνει, να μελετήσει ο κόσμος τους στίχους, σε συνδυασμό με την ενέργεια που παράγει το άλμπουμ. Αυτή η ενέργεια προέρχεται από τη γυναικεία ενέργεια, γι’ αυτό και το θηλυκό στοιχείο είναι έντονο καθ’ όλη τη διάρκεια του. Χρησιμοποιήσαμε πολλά στοιχεία από τον παγανισμό και όλα αυτά προσπαθήσαμε να τα περάσουμε στους στίχους μας. Όλες αυτές οι ιδέες ήταν αγνές και αρκετά αποτελεσματικές για εμάς, ώστε να ξεκινήσουμε τη δημιουργία του άλμπουμ.
Pedro: Η γη ήδη έχει ξεκινήσει την εκδίκησή της και θα συνεχίσει για καιρό. Πρέπει να το συνειδητοποιήσουμε όλοι μας αυτό και να κάνουμε κάτι. 
 
Σε πολλά σημεία του “Night eternal”, τα riffs της κιθάρας είναι βαριά και ασήκωτα. Τι συνέβη;
Pedro: Το αστείο είναι ότι έχω σταματήσει την εξάσκηση, αλλά ήταν κάτι που προσωπικά μου βγήκε εντελώς φυσικά. Ξεκίνησα απλά να γράφω διάφορα riffs και αρκετά από αυτά τα χρησιμοποιήσαμε στο “Night eternal”. Ξεκινήσαμε, με αποκορύφωμα το “Memorial”, να ψάχνουμε το παρελθόν μας. Η μουσική για εμένα είναι να μπορείς να έχεις μια συμπαγή φόρμα σε αυτό που κάνεις. Ο τρόπος που σκεφτόμαστε σα μπάντα και που προσπαθούμε να είμαστε οι εαυτοί μας, είναι να προοδεύουμε καλλιτεχνικά. Προσπαθούμε να γράφουμε διαφορετικά τραγούδια. Χρειάζεται να στύψεις το μυαλό σου για να κάνεις κάτι τέτοιο. Το θετικό του “Memorial” ήταν ότι συνδεόταν αρκετά με το παρελθόν μας και σε ένα μέρος της νέας μας δουλειάς, προσπαθούμε να έχουμε ακόμα τη σύνδεσή μας με το παρελθόν μας. Εκείνο που ξέρω είναι ότι, ίσως για πρώτη φορά στην καριέρα μας, δύο διαδοχικά άλμπουμ δεν είναι τόσο διαφορετικά το ένα από το άλλο. Και το “Μemorial” και το “Νight eternal” είναι σαν συγκοινωνούντα, μουσικά δοχεία. Δες τα “Wolfheart” και “Irreligious”, που έχουν τεράστιες διαφορές μεταξύ τους. Τα τελευταία χρόνια αναρωτηθήκαμε για το ποια είναι η ύπαρξη των MOONSPELL, καθώς είχε χαθεί ένα μέρος του ενθουσιασμού. Προσπαθήσαμε να γίνουμε πιο φυσικοί κατά κάποιον τρόπο. Για να επανέλθουμε λοιπόν στα riffs (γέλια), πιστεύω ότι έδωσα τον καλύτερο εαυτό μου στο πως θα ηχεί η κιθάρα μου στην καινούργια δουλειά μας. 
 
Είπες πριν ότι ήσουν ο μόνος που πίεζε να υπάρχει το gothic στοιχείο στο νέο άλμπουμ. Αυτός είναι και ο λόγος που τρία από τα πιο gothic τραγούδια που ηχογραφήσατε, κατέληξαν bonus tracks (σ.σ. “Age of mothers”, “Unhearted”, “Earth of mine”); 
Fernando: Όχι, δε θα έλεγα κάτι τέτοιο. Τα πιο gothic, ατμοσφαιρικά τραγούδια υπάρχουν στο άλμπουμ, όπως τα “Scorpion flower”, “First light, “Spring of rage” και “Dreamless”. Αυτά τα τέσσερα τραγούδια είναι αυτό που εννοώ. Το “Unhearted” είναι πολύ καλό τραγούδι, αλλά δε θέλαμε ένα μεγάλο σε διάρκεια άλμπουμ, γιατί θέλαμε ο ακροατής να είναι αφοσιωμένος στην ακρόασή του. Όταν καταρτίζαμε το τελικό tracklisting, θέλαμε ένα λειτουργικό αποτέλεσμα, έτσι καταλήξαμε σε εννέα τραγούδια και όσα έμεναν απέξω, θα χρησιμοποιούνταν ως bonus tracks. Αυτά τρία τραγούδια δεν πολυκολλούσαν με το concept του άλμπουμ. Για εμάς, η σωστή σειρά των τραγουδιών είναι εξίσου σημαντική με τον σωστό ήχο της κιθάρας, τη σωστή παραγωγή ή το σωστό εξώφυλλο. Θέλουμε να δημιουργούμε δουλειές που να τις θυμάται ο κόσμος. Είμαι πάντα ένας tracklist freak. Για παράδειγμα, δες το “Brothers in arms” των DIRE STRAITS (σ.σ. θεϊκό άλμπουμ όμως…). Το “Μoney for nothing” θα έπρεπε να είναι πρώτο, το οποίο έχει και intro, κάτι που δεν έχει το “So far away”. Στην απέναντι πλευρά, το “Earth inferno” των FIELDS έχει το τέλειο setlist. Κάπως έτσι κινηθήκαμε κι εμείς. Το “Unhearted” είναι το tribute μας στους TYPE O NEGATIVE, σε σημείο rip-off (σ.σ. γέλια). Οι TYPE O NEGATIVE γνωρίζουν οι πάντες ότι είναι από τις μεγαλύτερες επιρροές μας. Το τραγούδι αυτό κάπου θα μπορέσετε να το βρείτε, όπως και το “Age of mothers”, που θα υπάρχει στη limited edition. Πρόκειται για τραγούδια που δε θα κέρδιζαν την προσοχή σου, εάν βρισκόντουσαν μέσα στο άλμπουμ (σ.σ. πλάκα κάνεις, έτσι;). Κάτι παρόμοιο είχε συμβεί με το “Luna”, το οποίο δεν ταιριάζει ηχητικά με το “Memorial”, αλλά είναι εξαιρετικό. Δεν ήμασταν τόσο σίγουροι γι’ αυτό, μέχρι που ήρθε ένα απροσδόκητο χτύπημα για εμάς. Κάτι παρόμοιο συμβαίνει και τώρα με το “Scorpion flower”, που είναι καλύτερο κατ’ εμέ από το “Luna”. Είναι διαφορετικό, αλλά όχι και τόσο ευκολοάκουστο. 
 
Είναι όντως χιτάκι…
Fernando: Ναι, το “Scorpion flower” θα είναι ένα από τα δύο video clips που κάναμε, τα οποία γυρίσαμε μέσα σε δύο ημέρες, σε διαφορετικά sessions. Το “Scorpion flower” ήταν η προφανής επιλογή κι ευτυχώς η Anneke συμμετείχε στα γυρίσματα. Ήταν εκπληκτικό, γιατί αναμείχθηκε παραπάνω από ενεργά, από ότι ένας απλός guest. Το δεύτερο είναι το ομώνυμο, το “Night eternal”. Θέλαμε να οπτικοποιηθούν και οι δύο πλευρές του άλμπουμ. Το “Night eternal” είναι ένα πολύ catchy τραγούδι, πολύ γρήγορο, πολύ βαρύ και από την άλλη έχεις το “Scorpion flower”.
Pedro: Το “Scorpion flower” είναι η εύκολη λύση. Όταν επιλέγεις το video σου, πρέπει να είναι αυτό που θα μπορέσει να παρακολουθήσει ο κόσμος και το συγκεκριμένο είναι αρκετά φιλικό στο ραδιόφωνο, χωρίς όμως να σημαίνει ότι είναι κατώτερης ποιότητας. Πρέπει το video σου να μπορέσει να το δει όσο περισσότερος κόσμος γίνεται, γιατί ο κύριος σκοπός τους είναι να προωθήσουν τη δουλειά σου. Πλέον, όλοι μπορούν να δουν τη δουλειά σου, σε σελίδες όπως το youtube, αλλά όταν έρθει η ώρα της τηλεόρασης, τα δεδομένα αλλάζουν. Όπως και να έχει, θέλω οι οπαδοί μας, όταν θα δουν το video, να πιστεύουν ότι δεν είναι όλο το “Night eternal” όπως αυτό.
Fernando: Δεν μπορούσαμε ας πούμε να κάνουμε video το “First light”, γιατί θα χρειαζόμασταν ένα budget των 300.000 ευρώ (γελάει), αφού είναι και το αγαπημένο μου τραγούδι.
Και το δικό μου…
Fernando: Αν με ρωτήσεις ποια είναι τα αγαπημένα μου MOONSPELL τραγούδια, το πρώτο είναι σίγουρα το “Full moon madness”. Είναι η πραγματική φύση των MOONSPELL εκεί. Είναι ένα συμπαγές, ατμοσφαιρικό τραγούδι, σχεδόν κατανυκτικό. Και μετά έρχεται το “First light”. Έδωσα τον καλύτερο μου εαυτό εκεί και στην ερμηνεία και στους στίχους. Έγραψα τους καλύτερους στίχους μου εκεί, που μόνο με αυτούς των “Full moon madness” και “Mephisto” μπορώ να τους συγκρίνω και ίσως μερικών ακόμη. Όταν περιοδεύαμε μαζί με τους CRADLE OF FILTH, πάντοτε ο Dani ερχόταν στο τέλος του set μας για να ακούσει το “Full moon madness”. Είναι ένα μαγικό τραγούδι. Στις μέρες μας, βλέπεις ότι δεν υπάρχει κάτι ανάλογο. Πιστεύω ότι οι MOONSPELL έχουν ακόμη την ικανότητα να γράφουν τέτοιου είδους συνθέσεις, που να κρατούν το ενδιαφέρον του κόσμου. Το “First light” είναι η συνέχεια των συνθέσεων αυτών, γιατί σε διαφορετική περίπτωση θα χάναμε το χαρακτήρα μας. Πλέον, τα metal τραγούδια που βγαίνουν είναι πολύ γρήγορα και ηχούν το ίδιο, ώστε να είναι πολύ προβλέψιμα. Βγαίνει μια μπάντα που κάνει κάτι ξεχωριστό και ένα σωρό άλλες που απλά την αντιγράφουν. Βγήκε το “Nevermind” των NIRVANA και μετά όλοι αντέγραφαν αυτά τα εκρηκτικά ρεφρέν. Το ίδιο συμβαίνει και με τους NIGHTWISH ή τους LACUNA COIL. Είναι heavy, gothic, αλλά και τελείως pop ταυτόχρονα. Έτσι, μερικές φορές το metal στοιχείο εξαφανίζεται. Για μένα όμως, το background των “Full moon madness”, “Tired” και “First light”, είναι ας πούμε οι BATHORY του “Into the eternal fire” ή οι CANDLEMASS του “A sorcerer’s pledge”.
 
Από αυτά που έπαιξες χτες στο dj set (σ.σ. από FIELDS OF THE NEPHILIM μέχρι WHITESNAKE και από MORBID ANGEL μέχρι BLACK SABBATH…), διαπίστωσα ότι είσαι πολύ ανοιχτόμυαλος μουσικός. Παρακολουθείς τις εξελίξεις στη metal και την gothic σκηνή;
Fernando: Ελάχιστα. Όχι τόσο, όσο έκανα πιο παλιά. Εκείνη τη σκηνή που παρακολουθώ όσο μπορώ είναι αυτή του post-rock, κάποιο υλικό της Cold Metal Industry. Η αλήθεια είναι ότι μερικές φορές βαριέμαι απίστευτα και όταν πέφτουν στα χέρια μου οι συλλογές από διάφορα gothic περιοδικά, πολύ σπάνια θα βρεθεί κάποιο σχήμα που θα αποσπάσει την προσοχή μου. Πιστεύω ότι οι περισσότερες μπάντες δεν καταβάλουν μεγάλη προσπάθεια για να ακουστούν αυθεντικές, αλλά θέλουν να γίνουν οι επόμενοι LACUNA COIL, NIGHTWISH, DIMMU BORGIR. Έτσι προτιμώ να ακούω περισσότερο μπάντες όπως οι ANATHEMA, οι PRIMORDIAL που πάντα μου κρύβουν μια έκπληξη, οι ROTTING CHRIST, οι KATATONIA. Από νεότερες μπάντες δε βρίσκω κάτι ανάλογο. Αν κοιτάξεις τη συλλογή δίσκων μου, έχω πολύ original μουσική εκεί, μουσική που μπορεί να σου προσφέρει κάτι. Δεν υποφέρω μπάντες όπως οι DRAGONFORCE, TRIVIUM, BULLET FOR MY VALENTINE, αν και είναι καλοί μουσικοί. Καμία μπάντα από αυτές δεν πρόκειται να γίνει οι νέοι MACHINE HEAD ή οι νέοι METALLICA. Το ίδιο και με τους AVENGED SEVENFOLD, δεν πρόκειται ποτέ να γίνουν οι νέοι IRON MAIDEN. Δεν τη γουστάρω καθόλου αυτή τη μουσική. Και στη gothic σκηνή, κάτι ανάλογο γίνεται. Πρώτα από όλα, το gothic είναι πολύ electro πλέον. 
 
Βλέποντας όλη τη δισκογραφία των MOONSPELL, πιστεύεις ότι είσαστε η ίδια μπάντα;
Fernando: Ναι, αλλά με διαφορετικό τρόπο σκέψης, διαφορετικό τρόπο προσέγγισης υλικού. Ειλικρινά, δεν έχω κάποια σίγουρη απάντηση σ’ αυτό και αυτό είναι αλήθεια. Ο καθένας έχει το δικαίωμα να αναμιχθεί σε αυτό. Ο τρόπος ζωής μας αλλάζει από μέρα σε μέρα και αν δεν το λαμβάνεις υπόψη σου αυτό, απλά δεν είσαι καλλιτέχνης. Έχουμε αλλάξει πολλά πράγματα στις ζωές μας, έτσι ότι έχει αλλάξει στη μουσική των MOONSPELL, είναι διότι δεν ήταν ο στόχος μας. Η αφοσίωση που έχουμε στη μουσική είναι η ίδια, κάτι που μας δίδαξαν οι BATHORY και σήμερα, το φάσμα των στόχων μας έχει μεγαλώσει, γιατί μεγάλωσε και το εύρος των ακουσμάτων μας. Μπορώ τη μία στιγμή να ακούω το “Miracle of love” SWANS και την αμέσως επόμενη να ακούσω death metal. Είμαστε οι ίδιοι λοιπόν, αλλά αλλάζουμε συνεχώς. 
 
Η μουσική σου εξασφαλίζει τα προς το ζην;
Fernando: Από το 1996. Δε θα το έλεγα όμως συντήρηση, αλλά περισσότερο επιβίωση. Κάποιες χρονιές είναι καλές για εμένα και κάποιες άλλες όχι, κάτι σαν τον αγρότη, που εξαρτάται από τη σοδειά του. Για να είμαι ειλικρινής, ζούσα για τη μουσική. Όλα μου τα εισοδήματα ήταν οι MOONSPELL και τα βιβλία που έγραφα. Στο παρελθόν ήμουν πιο ιδεολόγος και έκανα τα πάντα δωρεάν, αλλά μετά συνειδητοποίησα ότι μπορώ να το κάνω για τους οπαδούς, να τους συναντώ και τα λοιπά, αλλά για τις εταιρίες αυτό είναι λάθος, γιατί χάνουν χρήματα από τους μουσικούς τους. Τώρα, κάθε φορά που συνεργάζομαι με μια εταιρία, φροντίζω να πληρώνομαι, όπως έγινε με τις ειδικές εκδόσεις των “Wolfheart” και “Irreligious”, τις οποίες επιμελήθηκα. Κάθισα και έγραψα τις σημειώσεις, έψαξα στις μπομπίνες μου για τα live bonus tracks. Ναι, ζούμε από αυτό, αλλά προέρχεται από σκληρή, καθημερινή δουλειά, από συνεχείς συναυλίες και αυτό το κάνουμε από το 1996 έως σήμερα. Στην αρχή ήταν περίεργα, γιατί ζούσαμε ακόμα στα πατρικά μας σπίτια, αλλά βάλαμε όλες μας τις πνευματικές δυνάμεις να ζήσουμε από τη μουσική. Δεν έχω άπειρα CDs ή πολυτελές αυτοκίνητο, αλλά ζω σε ένα συμπαθητικό διαμέρισμα στη Λισαβόνα. Κάνω πράγματα που αρέσουν στον κόσμο και ζω από αυτά και δε βρίσκω κάτι το λάθος. Φροντίζω αυτό που προσφέρω και με ανταμείβει, να έχει ποιότητα και νέες ιδέες. Αν δε ζούσα από τη μουσική, πάλι θα δημιουργούσα μουσική, αλλά οι MOONSPELL δε θα υπήρχαν για πάντα, δε θα δημιουργούσαμε τραγούδια συνέχεια, ίσως και το στυλ μας να είχε αλλάξει, μπορεί τώρα να παίζαμε folk και το κοινό μας να είχε φρικάρει. Υπάρχουν πολλές πτυχές για εμένα στη μουσική. Πιστεύω ότι έχω τη φωνή και τους στίχους να κάνω κάτι σαν τον Leonard Cohen. 
 
Ανέφερες πριν τους οπαδούς σου. Όταν γράφετε μουσική, έχετε κατά νου να μην τους απογοητεύσετε;
Fernando: Αυτό θα ήταν προσβλητικό. Οι fans μας ξέρουν ότι είμαστε μια ρωσική ρουλέτα. Δε μπορούμε να κάνουμε κάτι αποκλειστικά για τους fans, γιατί είναι μια μη λειτουργική λύση. Θέλουμε να υπάρχουν τα έντονα συναισθήματα και οι εκπλήξεις και, κυριότερα, να είμαστε ικανοποιημένοι και εμείς. Ο οπαδός είναι κάτι σαν μουσικός, γιατί ταυτίζεται με εσένα. Όταν κάναμε το “Sin/Pecado”, οι οπαδοί μας συνάντησαν ένα τελείως «κλισέ» άλμπουμ και εκείνοι απογοητευτήκαν. Το τέλειο παράδειγμα, είναι οι PARADISE LOST. Ηχογράφησαν το “One second” για να κατακτήσουν τον κόσμο, αλλά δεν το κατάφεραν (σ.σ. άσχετα που είναι δισκάρα!). Τα πράγματα χειροτέρεψαν με το “The butterfly effect”. Πρόσφατα κατάλαβα ότι είναι αριστούργημα. Δε μπορώ να κάνω κάτι γι’ αυτό. Η μουσική είναι ένας τρόπος ελευθερίας. Την κάνεις για τον εαυτό σου και όποιος θέλει την αγοράζει, αν και το τελευταίο δεν ταυτίζεται με τον όρο της ελευθερίας. Κάνοντας το “Sin/Pecado” λοιπόν, δε σκεφτήκαμε τις συνέπειες. Οι συνέπειες έρχονται πάντα κατόπιν εορτής και για αυτές υπάρχει πάντα μια αιτία. Γι’ αυτό λοιπόν, κάνουμε τη μουσική που θέλουμε, πουλάμε όπως πολλές μπάντες και είμαστε μια ανεξάρτητη μπάντα. Έχουμε το δικό μας ξεχωριστό στυλ, ένα ευρύ στυλ όμως, όχι μονόπλευρο και όταν φτάνει αυτό στους fans, είναι σπουδαίο ότι τους αρέσει αυτό το στυλ. Πάντα έχουν και το δικαίωμα να μην τους αρέσει αυτό που κάνουμε και κανείς δε μπορεί να κάνει κάτι για αυτό. Δεν είναι αναγκασμένοι να τους αρέσει. Χθες στο dj set, συνάντησα παιδιά από όλη την Ελλάδα, που ήρθαν να συζητήσουν μαζί μου, να μου δώσουν δώρα, να μου πουν ευχαριστώ για τη μουσική μου. Όλα αυτά συμβαίνουν για κάποιο λόγο. 
Γιώργος Κόης
 
 
 
MOONSPELL – “Night eternal” (SPV)
 
Η ώρα της κρίσης για τους MOONSPELL είναι τώρα. Τα ερωτήματα για την καινούργια δουλειά τους ήταν πολλά, με πρωταρχικό αν θα μπορούσαν να ανταποκριθούν στις υψηλές προσδοκίες των οπαδών τους. Βλέπετε, μετά το νοσταλγικό πισωγύρισμα του “Under satanae” και τη μουσική κατάντια του “Memorial”, ήταν πολλοί αυτοί που τους περίμεναν στη γωνία για να τους αποτελειώσουν. Δεν είναι και λίγο να είναι μια μπάντα, σαν και αυτήν εδώ, η πρωταγωνίστρια σε ένα είδος όπως το gothic metal και να δίνει μόνο απογοητεύσεις για μια πενταετία. Ευτυχώς, τα νέα είναι καλά. Αξιοποίησαν μια σειρά από σπουδαίες ιδέες, εμπνεύστηκαν από το γυναικείο στοιχείο, έγραψαν κάποια από τα καλύτερα (σκληρά) riffs τους και φρόντισαν το “Night eternal” να είναι το μεταβατικό στάδιο της δεύτερης καριέρας τους. Τα μεταλλικά και τα gothic στοιχεία είναι πολύ πιο ισορροπημένα αυτή τη φορά, όπου για κάθε “Dreamless”, υπάρχει και ένα “Spring of rage”. Η συμμετοχή της Anneke (τι θα πει “ποια είναι αυτή”;) στο “Scorpion flower”, δίνει ένα από τα τραγούδια που θα αφήσουν το στίγμα τους στη φετινή μουσική χρονιά, ενώ γι’ αυτό το θεαματικό επίλογο του “First light” θα μαλλιάσει η γλώσσα μου να λέει ότι είναι το καλύτερο MOONSPELL τραγούδι εδώ και πάρα πολλά χρόνια. Και για να μη ξεχνιόμαστε, το “Age of mothers” που θα βρίσκεται στην περιορισμένη έκδοση του άλμπουμ είναι κι αυτό συγκλονιστικό. Άρτιο από πολλές οπτικές γωνίες και με έναν ήχο-διαμάντι, το “Night eternal” σηματοδοτεί μια νέα αρχή για τους τέσσερεις πορτογάλους και μοιράζει χαμόγελα ικανοποίησης στους οπαδούς και φίλους τους. Η στόφα της μεγάλης μπάντας, αυτής που μπορεί να ξεπεράσει τις αδύναμες στιγμές του παρελθόντος, είναι ακόμα μαζί τους!
 
9 / 10
 
Γιώργος Κόης
 

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here