Ο George Clooney είναι αναμφισβήτητα ένας από τους πιο προβεβλημένους, τους πιο δραστήριους ηθοποιούς της εποχής μας. Δεν λέω καλύτερος, γιατί ενώ έχει τη δυνατότητα να προσαρμοστεί σχεδόν σε κάθε κινηματογραφικό είδους, ωστόσο δεν θυμάμαι ποτέ κανέναν να μένει άναυδος από την υποκριτική του ικανότητα. Παρόλα αυτά έχει καταφέρει με το ύφος του να στιγματίσει τη βιομηχανία του θεάματος, γι’ αυτό και κάθε ταινία που βρίσκεται είτε μπροστά είτε πίσω από τις κάμερες, αποτελεί μια επιβεβλημένη υποχρέωση για να την παρακολουθήσει κανείς.
Αυτή τη φορά ο Clooney βρίσκεται πίσω από κάθε πόστο, δηλαδή αυτό του ηθοποιού, του σκηνοθέτη και του σεναριογράφου. Άλλη μια φορά είχε αναλάβει τα πάντα μόνος του, στο “The Ides of March” (2011) όπου είχε αφήσει ανάμεικτα συναισθήματα. Βέβαια και οι ταινίες στις οποίες είχε πρωταγωνιστήσει, ενώ είχε αναλάβει ταυτόχρονα και την παραγωγή τους, ελάχιστα επηρεάστηκαν από τον εκάστοτε σκηνοθέτη, με το αποτέλεσμα αυτών, να παραμένει συνεχώς στο μεταίχμιο μεταξύ επιτυχίας και αδιαφορίας. Ειδικά όταν ο ίδιος καταπιάνεται με θέματα κοινωνικοπολιτικής διαπλοκής, κατασκοπίας και κρατικών κρίσεων, ο ρυθμός στις ταινιών σε συνάρτηση με την οπτική γωνία αλλά και την επιφανειακή ενίοτε εντρύφηση, φανερώνουν τελικά την ποιότητα του κοινού που απευθύνεται. Βέβαια μπορεί να φταίει και το γεγονός ότι πολλές από τις ιστορίες που καταπιάνεται βασίζονται σε πραγματικά γεγονότα, οπότε η εμβάθυνσή τους μπορεί να προσκρούει σε αόρατους για εμάς τοίχους, αλλά εκ του αποτελέσματος κρινόμαστε όλοι.
Θα περίμενε λοιπόν κανείς ότι μετά τη δεύτερη επίσκεψή του στο διάστημα και το “Gravity” (η πρώτη έγινε το 2002 στο απίστευτα ανούσιο remake του “Solaris”) ότι τα πράγματα θα άλλαζαν. Η ηλιακή ακτινοβολία ή η έλλειψη βαρύτητας, ευελπιστούσαμε ότι θα του αφαιρούσαν αυτή την ιδιοπαθή του ανάγκη να βρίσκεται στο επίκεντρο ακόμα κι όταν ρόλοι φαντάζουν, τουλάχιστον χρονικά, εξισορροπημένοι. Έτσι λοιπόν, βλέποντας ότι το 2009 με το εξαιρετικό casting του “The Men Who Stare at Goats” κατάφερε να στρέψει τα βλέμματα πάνω του, σκέφτηκε να το επαναλάβει με το “The Monuments Men”. Τότε είχε δίπλα του τους Obi-Wan Kenobi aka Ewan McGregor, Jeff Bridges και Kevin Spacey ενώ σήμερα τον πασπαρτού Matt Damon, την μελαγχολική ιδιοφυΐα που ακούει στο όνομα Bill Murray, τον λόρδο του Downton, Hugh Bonneville (του οποίου το κασέ όλο και ανεβαίνει), τον αιώνιο δευτεραθλητή John Goodman και την αλαβάστρινη Cate Blanchett. Και αναρωτιέμαι, πως μπορείς με τέτοιους ηθοποιούς να δημιουργήσεις μια τόσο ρηχή και αδιάφορη ταινία;
Το “The Monuments Men” βασίζεται στο βιβλίο του Robert M. Edsel “The Monuments Men: Allied Heroes, Nazi Thieves and the Greatest Treasure Hunt in History”, που όπως αναφέρει κι ο τίτλος, μια ομάδα συμμάχων στρατιωτών προσπαθούν να αποκαλύψουν που κατευθύνονται τα κλαμένα έργα τέχνης από όλες τις μεριές της Ευρώπης κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο (που άραγε;). Ο πρωταγωνιστής και αφηγητής Clooney μέσα από τον ρόλο του Frank Stokes συστήνει αυτή την μονάδα που απαρτίζεται από ανθρώπους της τέχνης που θα μπορούν να εκτιμήσουν ποια μνημεία πρέπει να σωθούν από την λαίλαπα του πολέμου. Η ομάδα μόλις περάσει το στενό της Μάγχης χωρίζεται σε διάφορα μέρη της Ευρώπης ψάχνοντας να βρει τα έργα τέχνης που έχουν κλέψει οι αξιωματικοί του άξονα για λογαριασμό του Führer τους. Κι ενώ η ταινία θα μπορούσε να περιγράψει με τον καλύτερο τρόπο την σύγκρουση του ιδεαλισμού με την σκληρή πεζή πραγματικότητα, δυστυχώς κατακερματίζεται βαθμιαία σε πολλές αυτόνομες ιστορίες, που φυσικά στέκονται αντάξιες των περιστάσεων αλλά τελικά δεν καταφέρνουν να πείσουν τον θεατή κάτω από ένα ενιαίο πρίσμα. Τα 118 λεπτά είναι πολύ λίγα για να καλύψουν δύο και τρεις ιστορίες πίσω από κάθε μεριά της Ευρώπης και αυτό που μένει τελικά είναι η πιο-κλισέ-πεθαίνεις μάχη για το ποιος από τους Αμερικάνους ή τους Ρώσους, θα προλάβουν να σώσουν περισσότερο τον ευρωπαϊκό λαό. Αν δεν ήταν δηλαδή και οι εκπληκτικές φυσιογνωμίες, που ανέφερα πιο πριν, να υποδύονται τους εαυτούς τους τότε πραγματικά θα μιλάγαμε για μια παταγώδη αποτυχία.
Mr. Clooney (που όσο κι αν το θες δε θα γίνεις ποτέ Sir), υπάρχουν σημαντικοί λόγοι που διαχωρίζεται η θέση του σκηνοθέτη με αυτή του ηθοποιού ή του παραγωγού. Οπότε αφού δεν είσαι ούτε ο Shyamalan ή ο Quentin Tarantino, για να κάνεις ένα πέρασμα από το αριστούργημά σου, πόσο μάλλον ο Tom Hanks που έχει αναλάβει την παραγωγή και την υποκριτική σε πολεμικές ταινίες και σειρές που έχουν ορίσει το είδος, τότε καλύτερα να μείνεις στην συμμορία σου και στην παρέα σου με τον Bat Affleck.
Νίκος Ζέρης













![A day to remember… 7/11 [ALICE IN CHAINS] Chains](https://rockhard.gr/wp-content/uploads/2025/11/Alice-in-chains-st-front-218x150.jpg)

