Οι MOTHER OF MILLIONS μετράνε περίπου έξι χρόνια από την σύστασή τους. Ωστόσο, το οριστικό line up καθιερώθηκε το 2011, ύστερα από την προσχώρηση του Γιώργου Προκοπίου στη μπάντα και την ανάληψη της θέσης των φωνητικών. Απότοκος αυτής της συνένωσης ήταν μια demo κυκλοφορία, αποτελούμενη από 4 κομμάτια-προοίμια του σημερινού άλμπουμ. Ένα από τα γεγονότα που στιγμάτισε την πορεία του συγκροτήματος ήταν η εγγύτητά των μελών του με τους άλλοτε κραταιούς POEM, που μετά το τέλος του 2010 απομακρύνθηκαν από την καθημερινότητά μας (πρόσφατα βέβαια παρουσίασαν δείγμα από τον νέο τους δίσκο). Κάπου εκεί πραγματοποιήθηκε η μεταπήδηση του Προκοπίου από το μικρόφωνο της μίας μπάντας στην άλλη.
Όσοι είχατε ακούσει το demo του 2011, θα είχατε καταλάβει πως οι MOTHER OF MILLIONS είναι ένα συγκρότημα που βασίζεται στα συμπαγή grooves που δίνουν οι κιθάρες, ενώ τις μελωδικές γραμμές έχουν αναλάβει από κοινού η φωνή και τα πλήκτρα του Μάκη Τσαμκοσόγλου. Σήμερα, το “Human” εμφανίζεται ελάχιστα αλλαγμένο, αφού μάλιστα τα τρία από τα τέσσερα κομμάτια του demo συμπεριλαμβάνονται αυτούσια σε αυτό, με τις ιδέες του τέταρτου να σκορπίζονται στο δεύτερο μισό της τωρινής κυκλοφορίας. Για άλλη μία φορά θα αναφερθώ στον Γιώργο Προκοπίου, η φωνή του οποίου είναι αυτή που δίνει χρώμα και ενδιαφέρον στον δίσκο. Όσοι μάλιστα τον έχετε ακούσει ζωντανά, γνωρίζετε ότι οι ικανότητές του δεν περιορίζονται και στα στενά όρια του ψηφιακού δίσκου. Η πραγματική, όμως, δύναμη της φωνής του αποκαλύπτεται όταν αυτή απουσιάζει, αφήνοντας εντελώς γυμνό το ρυθμικό μουσικό εγχείρημα των υπόλοιπων μελών της μπάντας τουλάχιστον σε ότι έχει να κάνει με τα πρώτα τρία κομμάτια του δίσκου.
Από εκεί και πέρα, ύστερα από τον επικό μονόλογο του Peter Finch στο αξεπέραστο “Network” (1976), που περιλαμβάνεται στο ολιγόλεπτο “Ignition” (κλικ εδώ), το “Human” παίρνει μια διαφορετική τροπή. Τα πλήκτρα βγαίνουν βαθμιαία στο προσκήνιο, αποκτώντας έναν πιο ουσιαστικό ρόλο, η ατμόσφαιρα γίνεται πιο prog, ενώ οι επιρροές από τους πρώιμους PAIN OF SALVATION γίνονται όλο και πιο ορατές, κυρίως στις κιθάρες. Μέσα σε όλη αυτή την εσωτερική αλλαγή, η φωνή κάνει ένα βήμα πίσω, δίνοντας τον απαραίτητο χώρο στα υπόλοιπα όργανα να αναδειχθούν. Προσπαθώντας να αποκρυπτογραφήσω την δομή του δίσκου, καταλήγω στο ότι το πρώτο μέρος αποτελεί το συνθετικό παρελθόν της μπάντας, όπου το heavy στοιχείο κυριαρχούσε, ενώ το δεύτερο μισό και μάλλον το πιο πρόσφατο, διακατέχεται από περισσότερο συναισθηματισμό. Ωστόσο, το τελευταίο, ομότιτλο κομμάτι λειτουργεί περισσότερο σαν δημιουργική κατακλείδα, όπου ξεδιπλώνονται εξίσου όλα τα στοιχεία της μπάντας στον υπέρτατο βαθμό. Θεωρώ πως είναι ίσως το σημαντικότερο σημείο του δίσκου, όπου γίνονται σαφείς οι δυνατότητες του συγκροτήματος.
Ακούγοντας τον δίσκο ξανά και ξανά, μπορώ να πω ότι με κέρδιζε και με απογοήτευε ταυτόχρονα. Όσο εξοικειωνόμουν με τα τραγούδια, έβρισκα όλο και περισσότερα κρυφά σημεία και προσωπικά απωθημένα, τόσο στιχουργικά όσο και μουσικά, που ωστόσο φάνταζαν να είναι προσκολλημένα σε δομές του παρελθόντος. Με αυτό θέλω να πω ότι τα κομμάτια που περιέχονταν στο demo (ουσιαστικά τα μόνα ολοκληρωμένα και μεγάλα σε διάρκεια του δίσκου) θα μπορούσαν να είχαν εμπλουτιστεί με όλα αυτά τα στοιχεία που συναντάμε στο δεύτερο μέρος του “Human”. Έτσι λοιπόν, έρχεται η απογοήτευση των προσδοκιών που μου είχαν δημιουργηθεί παλαιότερα, χωρίς αυτό να σημαίνει πως έχουμε να κάνουμε με μια άσχημη κυκλοφορία. Υπάρχει έμπνευση, εκτελεστική δεινότητα και γενικά όλα όσα χρειάζονται για να χαρακτηριστεί μια κυκλοφορία καλή κι ενδιαφέρουσα. Το μόνο που λείπει είναι ορισμένες λεπτομέρειες, ώστε να μιλάμε για ένα εγχείρημα που πραγματικά μας συντάραξε.
7.5 / 10
Νίκος Ζέρης















