A day to remember… 24/4 [MALEVOLENT CREATION]

0
167

ΟΝΟΜΑ ΑΛΜΠΟΥΜ: “The ten commandments” – MALEVOLENT CREATION
ΕΤΟΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ: 1991
ΕΤΑΙΡΙΑ: Roadrunner Records
ΠΑΡΑΓΩΓΟΣ: Scott Burns
ΣΥΝΘΕΣΗ ΜΠΑΝΤΑΣ:
Φωνητικά – Brett Hoffmann
Κιθάρα –  Phil Fasciana
Κιθάρα – Jeff Juszkiewicz
Μπάσο – Jason Blachowicz
Τύμπανα – Mark Simpson

Σωτήριον έτος 1987 και κάπου στο Buffalo της Νέας Υόρκης, θα γεννηθεί από τις στάχτες των RESTHAVEN το καμάρι της πολιτείας και μια από τις επιδραστικότερες –και προφανώς καλύτερες- ακραίες μπάντες όλων των εποχών. Ο λόγος για τους ΤΕΡΑΣΤΙΟΥΣ MALEVOLENT CREATION, οι οποίοι εκείνη την εποχή απαρτίζονται από τον τραγουδιστή-σύμβολο Brett Hoffmann, τον κιθαρίστα και αιώνιο αρχηγό Phil Fasciana, τον έτερο κιθαρίστα Jim Nickles, τον μπασίστα Jason Blachowicz, ο οποίος είναι και ο υπεύθυνος για το λογότυπο τους και τον ντράμερ Dennis Kubas. Την ίδια χρονιά βγάζουν ένα ανεξάρτητο demo με τα κομμάτια “Sacrificial annihilation”, “The traitor must pay” και “Confirmed kill” και αφού γίνονται αρκετές ανακατατάξεις στο συγκρότημα, όπου μεταξύ άλλων θα περάσει από τη θέση του κιθαρίστα μέχρι και ο… Peter Tagtgren των HYPOCRISY (το 1988 για τις ζωντανές εμφανίσεις τους, μην ξεχνάμε ότι μεγάλωσε στην Αμερική), τη σειρά του θα πάρει ένα ζωντανό demo το 1989 με τη θέση του μπάσου να έχει πάρει ο Scott O’Dell, της δεύτερης κιθάρας ο Jon Rubin και των τυμπάνων ο Lee Harrison! Oι δυο τελευταίοι μάλιστα μαζί με τον μετέπειτα μπασίστα Mark Van Erp, θα αποτελέσουν παρελθόν μέχρι και το 1990, για να σχηματίσουν αργότερα τους MONSTROSITY, γράφοντας επίσης ιστορία.

Ένα ακόμα demo υπό αυτή τη σύνθεση την ίδια χρονιά περιέχει τα “Injected sufferage”, “Epileptic seizure” και “Violent offspring” και το επόμενο demo το 1990 με τον Van Erp επίσημα στη θέση του Blachowicz, πριν ο ίδιος επιστρέψει ξανά μετά, περιέχει τα “Remnants of withered decay”, “Decadence within” και “Impaled existence”. Εκεί οι MALEVOLENT CREATION θα κεντρίσουν την προσοχή της Roadrunner, η οποία δεν είναι διατεθειμένη να τους αφήσει να υπογράψουν αλλού και τους προσφέρει συμβόλαιο με συνοπτικές διαδικασίες. Τα demo του συγκροτήματος μέχρι εκείνη τη στιγμή έχουν γίνει ανάρπαστα, ενώ και οι ζωντανές τους εμφανίσεις προκαλούσαν τρόμο, με την απίστευτη ενέργεια τους. Οι επιρροές των MALEVOLENT CREATION ήταν η αφρόκρεμα του -σε άνθηση τότε- thrash και δεν τις έκρυψαν ποτέ, καθώς λίγο-πολύ παραμένουν ολόιδιες μέχρι σήμερα. SLAYER, DARK ANGEL, POSSESSED, SLAYER (ΞΑΝΑ), KREATOR, DESTRUCTION, ONSLAUGHT, SLAYER (ΞΑΝΑ ΚΑΙ ΞΑΝΑ ΚΑΙ ΞΑΝΑ), ενώ στην πορεία δε θα τους αφήσουν αδιάφοροι οι… συνοδοιπόροι που προηγήθηκαν στο έγκλημα όπως οι DEATH και οι OBITUARY, αλλά και οι DEICIDE και CANNIBAL CORPSE. Οι MALEVOLENT CREATION όμως ήταν μια μπάντα τόσο μπολιασμένη στο thrash, που ο ήχος τους έμελλες να είναι διαφορετικότερος και άκρως φρενήρης και τη φωτιά έβαλε άμεσα το ιερό ντεμπούτο τους.

Στις 24 Απριλίου του 1991, το συγκρότημα έχοντας συλλέξει 9 κομματάρες και την καλύτερη εισαγωγή που μπήκε ποτέ στην ιστορία της μεταλλικής μουσικής, θα κυκλοφορήσει το “The ten commandments”, ένα δίσκο που αν πράγματι το death metal είχε 10 εντολές, θα ήταν σίγουρα η μια εξ αυτών ως ένα από τα 10 καλύτερα άλμπουμ που έβγαλε ποτέ το είδος. Χωρίς να είμαστε ισοπεδωτικοί με την πορεία των υπέροχων Αμερικάνων κατά την 30ετία που μας χωρίζει από τη στιγμή του ντεμπούτου τους, και παρότι ένα χρόνο μετά το τιτάνιο “Retribution” τόλμησε να κοιτάξει στα μάτια τον ισχυρό προκάτοχό του (για κάποιους το ξεπέρασε κιόλας, sorry παίδες αλλά δεν), τέτοιο άλμπουμ δεν έβγαλαν όχι μόνο οι ίδιοι αλλά σχεδόν κανείς ξανά στην πορεία. Ένας απίστευτος ήχος προϊόν της ελίτ της εποχής που άκουγε στο όνομα Morrisound Studios (Ο ΝΑΟΣ) και του Scott Burns (Ο ΑΡΧΙΕΡΕΑΣ) στην κονσόλα της παραγωγής. Ο Burns όπως συνήθιζε, ανέδειξε απίστευτα τις δυναμικές τους και δεν είναι μυστικό ότι –όπως έκανε με όλους- τους πίεσε αρκετά για να βγάλουν τον καλύτερο εαυτό τους. Στο συγκρότημα είχε μπει και ο κιθαρίστας Jeff Juszkiewicz, ο οποίος έπαιξε ξανά τα ήδη έτοιμα μέρη του Jon Rubin,για να πάρει ο δίσκος την τελική του μορφή.

“AS WE LAY THIS WRETCHED WASTE OF A MAN INTO HIS FINAL ROTTING PLACE, WE PRAY FOR HIS SOUL TO BE STRIPPED AND TORMENTED OF ALL THAT IS PROPER, TO BURN IN HIS SINS. IN THE WITNESS OF THE FATHER, THE SON AND THE HOLY GHOST, HIS SOUL WILL FALL BELOW THE VALLEY OF DEATH. LEFT TO ROT FOREVER, TO NEVER BE FREE, NEVER RETURN”…

Ένας άνεμος φυσάει, ένας κεραυνός τρυπάει τον αέρα και ένα αργό riff κάνει την εμφάνιση του πάνω στα τεράστια τύμπανα του Mark Simpson, τα οποία όσο περνάει η ώρα χτυπάνε πιο δυνατά, το riff από αργό γίνεται mid-tempo, o Brett Hoffmann σιγά-σιγά αρχίζει να σε φέρνει προ του πεπρωμένου σου, με τους στίχους του “Memorial arrangement” να προδικάζουν μια σκληρή μοίρα για τον «άτυχο» με τον οποίο καταπιάνονται στους στίχους. Η αργή δίκαση του Simpson είναι ο προπομπός της λαίλαπας που ακολουθεί, το νιώθεις να έρχεται και γνωρίζεις ότι είναι αναπόφευκτο. Σε περίπτωση που δεν έγινε πριν αντιληπτό και πέρασε στα ψιλά, πάμε μια επανάληψη. Η-ΚΑΛΥΤΕΡΗ-ΕΙΣΑΓΩΓΗ-ΠΟΥ-ΥΠΗΡΞΕ-ΠΟΤΕ-ΣΕ-ΜΕΤΑΛΛΙΚΟ-ΔΙΣΚΟ. Τελεία και παύλα._

“RELEASE OF MY SOUL IS IMPOSSIBLE TO ME, WHEN I STILL POSSESS IT HOW IT CAN BE FREE?”…

Ένα γρήγορο riff κάνει την εμφάνιση του, blast-beats, όλεθρος, φωνητικά που δεν τα προλαβαίνεις, οι SLAYER πατημένοι στο λαιμό όσο ποτέ να ξερνάνε την οργή τους μέσα από την αδιαμφισβήτητη αρχοντιά τους, Tο death metal που θα μπορούσε να γίνει δικό του είδος σαν brutal thrash (και όχι death/thrash), ομοβροντίες, στίχοι που κρύβουν μαρτύριο, η μπάντα που ήρθε για να μείνει ξεδιπλώνεται μπροστά σου και είσαι ανήμπορος να τις αντισταθείς. Δεν μπορείς, δεν το χρειάζεσαι κιόλας. Εκεί, ταγμένος οπαδός για μια ζωή, το ξέρεις ότι θα σε συνοδεύουν για πάντα και το νιώθεις σαν δώρο. “Premature burial”, πόσο γεμάτος τίτλος, πόσο αληθινός, πόσο περιγραφικός για ότι σε περιβάλλει εκείνη τη στιγμή… Πρόωρη ταφή της ελπίδας να ξεφύγεις τη μοίρα σου στο να αγαπήσεις αυτό το άλμπουμ παράφορα. Και είναι μόνο η αρχή…

“CATASTROPHIC REMNANTS TORN DOWN THROUGH THE AGES, BLOOD FLOWS FREE OVER THE FACES”…

Όχι, αυτό που άκουσες πριν δεν έτυχε, αλλά το επόμενο κομμάτι ήδη σου δείχνει ότι πέτυχε. Πιατίνι/δίκαση/riff σε απόλυτο συγχρονισμό, ένα βαρύτατο κιθαριστικό θέμα το οποίο στη συνέχεια παίρνει φωτιά και παίρνει μορφή πυρκαγιάς μέσα από τριπλές που βάζουν φωτιά σε χορδές και τάστα. Τρόμος στο να αποδεχθείς ότι ένα νέο συγκρότημα παίζει ΕΤΣΙ. “Remnants of withered decay”, το καλύτερο κομμάτι που έγραψε ποτέ ο ριφφομάστορας Phil Fasciana, άποψη πολλών οπαδών των MALEVOLENT CREATION μέσα στα χρόνια. Πειθήνιο, ηγεμονικό, απότομα αρχίζει και απότομα σταματάει, ο Hoffmann φτύνει στίχους με πρωτοφανή ταχύτητα, θυμάσαι ξανά την εποχή που έπαιρνες ένα βιβλιαράκι (ή εσώφυλλο του βινυλίου) να διαβάσεις και να μάθεις τους στίχους κι απλά δεν μπορείς, βρίσκεσαι στο δεύτερο στίχο κι ο άλλος έχει αλλάξει στροφή και σού ’χει αλλάξει και τα φώτα μαζί. Πετάς λάσο και δεν τους πιάνεις, είσαι μίλια (κι όχι χιλιόμετρα πίσω), και πάλι δεν μπορείς να ξεφύγεις γιατί σε σέρνει μαζί τους η απολυτοσύνη τους. Κομμάτι που ανήκει σε κάθε πιθανό compilation με τα κορυφαία όλων των εποχών ενός ολόκληρου είδους.

“FACE SLASHED BEYOND RECOGNITION, BROKEN PIECES FALL FROM THE SKULL”

Ο δίσκος συνεχίζει χωρίς να παίρνει αιχμαλώτους. Μακάβριες περιγραφές μιας ζοφερής μοίρας με τον Hoffmann να χορεύει κυριολεκτικά με τη φωνή του πάνω στα κακιασμένα riffs, τα τύμπανα παντοδύναμα, γρήγορα πέρα από κάθε προσδοκία ή σε Mid-tempo ρυθμούς και μέγιστη δύναμη να σιγοντάρουν, το ακούς και αναρωτιέσαι πόσες φορές θα πεθάνει από τον τρόμο και μόνο αυτός στον οποίο απευθύνονται οι στίχοι πριν πραγματικά κλείσει τα μάτια του στο τέλος. “Multiple stab wounds”, ποτέ ξανά μια επερχόμενη δολοφονία δεν ακούστηκε τόσο γλυκιά στο αυτί όπως σε αυτό το κομμάτι. Δεν γίνεται τα κομμάτια που διαδέχονται το ένα το άλλο να είναι μέρος ενός συνόλου, το καθένα θα μπορούσε να είναι το καλύτερο κομμάτι που θα έγραφε ένα άλλο συγκρότημα και θα το όριζε σε όλη την καριέρα του. Όχι εδώ όμως. Όχι γι’ αυτούς τους σαν από καιρό έτοιμους πέντε φονιάδες της λογικής και των αυτιών σου.

“DARK SECRETES UNLOCKED BY A VERBAL KEY, PROMISES ONCE MOCKED ARE FULFILLED FATALITIES PRECEDE”

Καπάκι πάνω στο τέλος του “Multiple stab wounds” σκάει το “Impaled existence”, αχώριστο δίδυμο στη ζωή και το θάνατο αυτά τα δυο. Ριφφοσειρές χτίζουν τείχη προστασίας γύρω από ότι σε περιβάλλει, μόνος σου αντίπαλος οι πέντε που σου έχουν πάρει το σκαλπ και θα σου πάρουν την ίδια την ψυχή στο τέλος. Έχεις μείνει εμβρόντητος να παρακολουθείς την επέλασή τους μέσα από τα ηχεία, ανήμπορος να ψελλίσεις λέξη, θες να δακρύσεις από χαρά αλλά δεν σε αφήνει αυτό που νιώθεις, οι αισθήσεις οξύνονται, η αδρεναλίνη στο κόκκινο, οι ταχύτητες ιλιγγιώδεις, ο δίμετρος frontman μοιάζει γίγαντας από ζοφερό animae που ήρθε να καταστρέψει τον κόσμο κι αυτή τη φορά δεν υπάρχει κάποιος σούπερ ήρωας να τον σταματήσει. Καθολική ήττα του είναι σου, και είναι μόλις το τέλος της πρώτης πλευράς του δίσκου. Δεν έχεις ιδέα τι σε περιμένει στη δεύτερη πλευρά. Μην γυρίσεις την κασέτα ή το βινύλιο ανάποδα, προειδοποιείσαι αλλά δεν ακούς. Θες να δεις μέχρι που θα φτάσει αυτή η ολότητα…

“ONCE SACRILEGE, TO TAKE THE LIFE OF ANOTHER. NOW COMMON PRACTICE, TO KILL EACH OTHER”…

Γύρισες την πλευρά υπ’ ευθύνη σου και μαζί τα χαρτιά της τράπουλας που είναι εξ αρχής σημαδεμένη εναντίον σου. Ξεκίνημα σαν να μην σταμάτησαν καν εκεί που τέλειωσε η πρώτη πλευρά. Οχετός ταχύτητας, riffs που λιώνουν ατσάλι, καταστρέφουν τη ζωή, αφανίζουν πολιτισμούς. Αυτή τη φορά ο τίτλος του κομματιού προτρέπει σε μια από τις δέκα εντολές όπως τις έχουν στο μυαλό τους οι πέντε που σε βασανίζουν.  “Thou shall kill”, εδώ δεν ισχύει το ενάρετο μοτίβο του Μωυσή, δεν υπάρχει Θεός να σε σώσει από όσους σε καταδιώκουν, καμία θάλασσα δε θα χωριστεί στα δυο, αντίθετα ο χώρος νιώθεις να ανοίγει κάτω από τα πόδια σου και να σε τραβάει στην Άβυσσο, μέχρι να σκοτώσεις ο ίδιος ή να πεθάνεις ο ίδιος. Τολμάς να προδώσεις τα πιστεύω σου και τη ζωή που έζησες ως τώρα για να μην την δεις να τελειώνει πριν την ώρα της; Ο ηχητικός τυφώνας δε σου αφήνει περιθώριο, η απόφαση δεν εξαρτάται από σένα, παίρνεις το μαχαίρι και χωρίς να ξέρεις πως, το βλέπεις γεμάτο αίματα. Δεν έχει σημασία πως και γιατί, νιώθεις ζωντανός και αυτό είναι το μόνο που σε νοιάζει. Δυστυχώς…

“BLUING FLESH QUIVERS, LOOSENED AND BLOATED, FINAL STAGE OF DEATH, RIGOR MORTIS UNFOLDED”…

Δεν αντέχεται τέτοια συνέχεια, στέκεσαι με το ζόρι όρθιος προσπαθώντας να καταλάβεις από ποιόν πλανήτη κατέβηκαν και τι παίζουν εδώ και πόση ώρα. Δεν είναι άνθρωποι, είναι ανίερα όντα που ήρθαν να φέρουν την καταστροφή. “Sacrificial annihilation”, όχι απλά αφανισμός αλλά και μέσω τελετουργίας, ο Hoffmann σου παγώνει την ανάσα, είναι τόσο πειστικός και πεντακάθαρος στην έκφραση του που έχεις γίνει υποχείριο του χωρίς καν να το καταλάβεις. Πως στο καλό τολμάς να τραγουδήσεις κάθε φορά το σημείο «ΣΑΚΡΙ-ΣΑΚΡΙ-ΣΑΚΡΙ-ΣΑΚΡΙΦΙΣ’ΑΛ ΑΝΑ’ΛΕ’ΣΟΝ» και ποτέ δε μπορείς γιατί δε μπορείς ποτέ να το πεις όπως αυτός. Πάντα η ίδια αποτυχία, αποτυχία που σε καθορίζει, σε ακολουθεί, σε κυνηγάει μέχρι να το ουρλιάξεις κι εσύ με πάθος και να δουν στα μάτια σου την ίδια φλόγα με αυτή που έχει το συγκρότημα. Έρχονται και στίχοι τύπου “Panic has stricken, stiff bodies found, your need to escape, but the means are not found”. ΑΚΡΙΒΩΣ! Παίζουν μαζί σου, ο λαβύρινθος του βασανιστηρίου δεν έχει έξοδο και σε περιμένει κάτι χειρότερο από Μινώταυρο αν ψάξεις πολύ βαθιά και δεν κάτσεις στα αυγά σου…

“CITIES LIE FALLEN, BROKEN WITH DISGUST. CITIZENS MANGLED WITH DECEIT AND MISTRUST”…

Το μαρτύριό σου φαινομενικά τελειώνει αλλά όχι και οι ορέξεις αυτών που σε έφεραν σε αυτή την κατάσταση. Κομμάτια με διάρκεια που παίζουν μεταξύ 3-4’ κι όμως σου φαίνονται μια αιωνιότητα. Έχεις αποχαυνωθεί από την εκτελεστική τους δεινότητα. Όχι δεν είναι τεχνίτες των οργάνων τους. Τα χτυπήματα στο πιατίνι σε άριστο συγχρονισμό με τα riffs που πάλλονται όπως η φοβισμένη σου καρδιά, οι λέξεις έχουν γίνει δική τους πλάση, στίχοι που διαβάζονται αλλά απαγγέλλονται  σαν να ακούγονται μισοί λόγω της ταχύτητας απόδοσης τους. Σε έχουν καταλάβει και στο ξεστομίζουν ξεκάθαρα, “Wanting to die for your faith, everything you are is laid to waste”… Να θες να πεθάνεις και να μη μπορείς από τον τρόμο. Λευκός από φόβο, από αυτό που σε περιβάλλει και το νιώθεις μεγαλύτερο. Δεν έχουν την καθαρότητα των DEATH, την ακρότητα των CANNIBAL CORPSE, την λύσσα των DEICIDE και την βαρύτητα των OBITUARY. Τα έχουν όλα μαζί! Και σε υπερβολικές δόσεις. “Decadence within”. Τερατογέννηση, νόθο δημιούργημα ενός πατέρα που δεν γνώρισε ποτέ κι όμως έμαθε να στέκεται μόνο του στη ζωή. Γι’ αυτό και είναι φοβισμένο κι επικίνδυνο και κατευθύνεται πάνω σου!

“LAY AROUND, WAIT TO DIE, CAN’T TAKE THE PAIN, WANT TO DIE. EUTHANASIA, YOUR FINAL PLEA, DON’T WANT TO LIVE, DON’T WANT TO BE”…

Λίγο πριν το τέλος… Οι κραυγές σου δεν έχουν ήχο, τις έχουν κάνει κτήμα τους, η καρδιά σου δεν έχει χτύπο, την έχουν βγάλει έξω από το σώμα σου, το μυαλό σου δεν έχει συγκέντρωση, έχει αφεθεί στις ορέξεις τους, το σώμα σου τρέμει, λες και το βασανίζουν με τον χειρότερο τρόπο, κι όμως οι πληγές δεν είναι εξωτερικές, αλλά ενδότερες. Στα λίγα σημεία που δεν χρησιμοποιούν την αστείρευτη ταχύτητα τους, σε εκτελούν με την βαρύτητα τους, πόσο τέλεια μελετημένα τα είχαν όλα εξ αρχής, πόσο έτοιμοι μπήκαν να τα ηχογραφήσουν όλα και να μην αφήσουν καμία αμφιβολία. Πόσο συνεχίζουν να παίζουν με το μυαλό σου και να μην το αφήνουν ήσυχο… “Injected sufferage”, πράγματι νιώθεις το τρύπημα σαν βελόνα που σου ρίχνει δηλητήριο αντί για θεραπευτικό ορό, “To face death and it won’t be fast, to an agonizing end your body’s cast”. Ακριβώς, θα μπορούσαν να σε έχουν σκοτώσει οποιαδήποτε στιγμή, αλλά όλα ήταν άψογα μελετημένα να φτάσεις ως το τέλος σε ερειπωμένη μορφή, ένα κέλυφος του τι ήσουν κάποτε, ξεχασμένος από οτιδήποτε ήταν γύρω σου, μόνος, έρημος, αβοήθητος…

“MARTYRDOMIC TERROR FLASH THROUGH YELLOWED EYES, PURGATORIC LAUGHTER FILLS YOUR HALLOWED CRIES”…

Ο δίσκος με την καλύτερη εισαγωγή όλων των εποχών διεκδικεί με ίσους όρους τις δάφνες του δίσκου με το καλύτερο κομμάτι που έκλεισε ποτέ δίσκο επίσης! Ένα riff που νιώθεις ότι δε θα σταματήσει ποτέ, επαναλαμβανόμενο, τεράστιο, μεγαλύτερο από τη ζωή. Συγνώμη, για ποια ζωή μιλάμε όταν ένας δίσκος έχει υμνήσει τόσο το θάνατο σε κάθε του μορφή και με την πλέον νοσηρή περιγραφή σε κάθε κομμάτι; Τρικλίζεις από την κούραση, σωματική, ψυχολογική, νοητική, έφτασες ηρωικά ως το τέλος και πέφτεις τελικά στα γόνατα, παραδίνεσαι και αφήνεσαι έρμαιο να υποφέρεις την ίδια μοίρα όπως του άτυχου που είναι το αντικείμενο στην εισαγωγή “Memorial arrangements”. Ωστόσο την κρίσιμη στιγμή, ο θάνατος θα σε προσπεράσει ξυστά, επειδή το θέλησαν οι ίδιοι κι όχι επειδή στάθηκες τυχερός. Πλέον είσαι ψυχή και σώματι ταγμένος στο πλευρό τους, δεν έχεις μάτια και αυτιά για οτιδήποτε άλλο γύρω σου. Η καταστροφολογία τους έχει γίνει ένα με την συνείδηση σου και δοξάζεις το μεγαλείο τους και τη στιγμή που βρέθηκαν στη ζωή σου. Έμεινε κουράγιο για μια μόνο στιγμή, το τελειωτικό καρφί στο φέρετρο, το κομμάτι που φέρει το όνομα της μπάντας. Μια κραυγή στο τέλος σε ξυπνάει από τον λήθαργο της ανήμπορης κατάστασης σου και σου καθιστά σαφή μια από τις μεγαλύτερες αλήθειες της ζωής.

NO ONE CAN DESTROY THIS MALEVOLENT CREATION!

Και πράγματι μετά από όλα τα παραπάνω, όχι απλά έγινες εσύ οπαδός, αλλά όλοι πλέον ήταν στο πλευρό τους, βιώνοντας μια πραγματικότητα τόσο υπαρκτή και πιστεύοντας ότι αυτό το συγκρότημα ήρθε να κατακτήσει όλο τον ακραίο ήχο με την ορμή του, την ασύλληπτη εκτελεστική τους ακρίβεια, δεινότητα, φονική αύρα. Οι MALEVOLENT CREATION χαιρετήθηκαν με θέρμη από όλο τον μεταλλικό πληθυσμό, ακόμα και οπαδοί που δεν είχαν σχέση με τον ακραίο ήχο και δη το death metal, παραδέχτηκαν αυτό που έκαναν και έδειξαν τον σεβασμό τους, σεβασμός που 30 χρόνια μετά και με πάρα πολλά σκαμπανεβάσματα, αλλαγές μελών, απώλειες και κάθε είδους εμπόδια, είναι ακόμα εκεί. Το συγκρότημα δεν είχε καιρό να επαναπαυτεί στο θρίαμβο που είχε δημιουργήσει, οι σκηνές περίμεναν, οι ίδιοι σαν τέρατα που διψούσαν για αίμα, εκτελούσαν ζωντανά κάθε βράδυ τους οπαδούς στις συναυλίες τους και πριν καν περάσει ένας χρόνος, την 1η του Απρίλη του 1992, σαν ζοφερό ψέμα που ήταν η μεγαλύτερη αλήθεια, εξαπέλυσαν τον ογκόλιθο “Retribution”, δημιουργώντας ένα από τα κορυφαία δίδυμα πρώτων δίσκων που έβγαλε ποτέ συγκρότημα. Το στοιχείο της έκπληξης ενισχυμένο όσο ελάχιστες φορές βρήκε πομπούς στο κουιντέτο και δέκτες όλης αυτής της ενέργειας, ήταν οπαδοί, κριτικοί, περιοδικά και κάθε λογής πηγή που απλά υποκλίθηκε στο μεγαλείο τους.

Το “The ten commandments” είναι πολλά παραπάνω από ένα απλό μεταλλικό άλμπουμ που τυχαίνει να ανήκει στο χώρο του death metal. Είναι ένα σύνολο που μαρτυράει πως μέσα από πάρα πολύ σκληρή δουλειά και απόλυτη γνώση του τι θες να πετύχεις, φτάνεις στο στόχο σου κι όχι απλά έχεις ήδη καταφέρει αυτό που είχες στο μυαλό σου εξ αρχής, αλλά αυτό έγινε άμεσα αποδεκτό από εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους μέσα στα χρόνια. Οι πωλήσεις ήταν εντυπωσιακές για την εποχή, η Roadrunner έτριβε τα χέρια της, και το 1991 έβρισκε ένα ακόμα σημείο αναφοράς στο γιατί είναι η κορυφαία μουσική χρονιά τα τελευταία 30 χρόνια και σε κάθε περίπτωση, η ιδανική για το νεκρομεταλλικό μονοπάτι που χάρη και στο “The ten commandments”, έμοιαζε πιο κραταιό από ποτέ και μονοπωλούσε σχεδόν τα πάντα στο σύνολο της μεταλλικής πραγματικότητας τότε.

Ο γιγάντιος Brett Hoffmann δυστυχώς δεν είναι πλέον ανάμεσα μας εδώ και 3 χρόνια, καθώς ο καρκίνος, το μόνο που έμοιαζε δυνατό να τον νικήσει σε αυτή τη ζωή, τον πήρε πρόωρα μόλις στα 51 του. Μοιάζει αδύνατο το γεγονός της απώλειάς του, καθώς έχοντας επισκεφτεί και τη χώρα μας πάρα πολλές φορές, ήταν γνωστός για το πάθος του, το χιούμορ του και την καλή του διάθεση απέναντι σε όλους τους οπαδούς. Έφυγε και γύρισε πάρα πολλές φορές, αλλά οι MALEVOLENT CREATION ήταν το σπίτι του, ενώ η απίστευτη σκηνική του παρουσία ήταν πραγματικά το κάτι άλλο, με το τεράστιο κορμί του κάλυπτε τη σκηνή ακόμα κι όταν τραγουδούσε σκυφτός κάποιες φορές και ακουγόταν τόσο καλύτερος σε σχέση με τα άλμπουμ που πολλοί απορούσαν πως έβρισκε τέτοια δύναμη. Στη μνήμη του και την κληρονομιά που άφησε με τις ερμηνείες του μέσα στις δεκαετίες, είναι αφιερωμένο το συγκεκριμένο κείμενο, με την ελπίδα ότι κάθε φορά που ακούμε ότι υπήρξε μέρος τους, όσα έκανε μένουν ζωντανά και σίγουρα πέρα από προτιμήσεις και διάφορες γνώμες, ήταν ένας άνθρωπος που έκανε όσα έκανε με απόλυτη αγάπη και προσήλωση και που δεν αξίζει να ξεχαστεί ποτέ, όπως και όλα όσα μας τον θυμίζουν με χαμόγελο.

Άγγελος Κατσούρας

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here