A day to remember… 24/6 [SAXON]

0
135
Saxon


















Saxon

ΟΝΟΜΑ ΑΛΜΠΟΥΜ: “Innocence is no excuse – SAXON
ΕΤΟΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ: 1985
ΕΤΑΙΡΕΙΑ: EMI
ΠΑΡΑΓΩΓΟΣ: Simon Hanhart
ΣΥΝΘΕΣΗ ΜΠΑΝΤΑΣ:
Φωνητικά – Biff Byford
Κιθάρες – Graham Oliver/Paul Quinn
Μπάσο – Steve Dawson
Drums – Nigel Glockler

Οι SAXON το 1985, είχαν ήδη 6 χρόνια δισκογραφικής παρουσίας στην heavy metal μουσική. Αν εξαιρέσεις το κάπως «άγουρο» ομώνυμο ντεμπούτο τους το 1979, τα επόμενα τέσσερα άλμπουμ “Wheels of steel” και “Strong arm of the law” του 1980, “Denim and leather” του 1981 και “Power & the glory” του 1983, θα πρέπει να διδάσκονται σε όλα τα metal φροντιστήρια, αν φυσικά υπήρχαν, σαν αντιπροσωπευτικά δείγματα του New Wave Of British Heavy Metal κινήματος.

Και εκεί που όλοι τότε περίμεναν ή θεωρούσαν ότι θα υπήρχε μια αντίστοιχη συνέχεια, εκείνοι έκαναν την ανατροπή. Θέλοντας και την μεγαλύτερη εμπορική επιτυχία, εκτός της αναγνωρισιμότητας, αλλάζουν 360 μοίρες τον ήχο τους και το 1984 κυκλοφορούν το «Crusader», ένα άλμπουμ που εκτός του κολοσσιαίου, αθάνατου (και όποιου άλλου επιθέτου θέλετε να προσθέσετε) ομώνυμου τραγουδιού-ύμνου, δεν είχε αντικειμενικά συνθέσεις που να προσέφεραν και πολλά στον εκάστοτε ακροατή, πόσο μάλλον στους οπαδούς του group, και δη τους πιο φανατικούς.

Θέλοντας λοιπόν να βρουν αυτήν την χρυσή τομή, που θα αναδείκνυε το σχήμα σε μεγαλύτερα κοινά, χωρίς όμως να χαθεί το κλασικότροπο heavy metal που έπαιζαν, αποφάσισαν να αφήσουν στην άκρη ό,τι είχαν δημιουργήσει και να προσθέσουν πιο πολλά εμπορικά στοιχεία στα τραγούδια τους, θέλοντας να «ακουστούν» περισσότερο στα ραδιόφωνα και να έχουν υψηλότερες θέσεις στα charts.

Μην υπολογίζοντας τις όποιες «κραυγές απογοήτευσης» υπήρχαν με την κυκλοφορία του «Crusader», έμειναν προσκολλημένοι στον στόχο τους και έτσι το “Innocence is no excuse” θα έπαιρνε την σκυτάλη, σίγουρα με πολλούς να ήταν ήδη δυσαρεστημένοι πριν καν ακούσουν τον δίσκο τότε, αφού η πλειοψηφία μάλλον κατάλαβε ότι ο τίτλος του τραγουδιού τους “Sailing to America”, από την προηγούμενη δουλειά τους, αλλάζοντας το ρήμα σε «κατακτώντας» (τα charts) ήταν ο απώτερος σκοπός τους.

Έτσι όταν το άλμπουμ κυκλοφόρησε, για δεύτερη συνεχόμενη δισκογραφική προσπάθεια, ο οπαδός θα άκουγε ένα διαφορετικό ηχητικά συγκρότημα, σχετικά με αυτό που είχε γνωρίσει από το 1979 μέχρι και το 1983. Οι συνθέσεις και πάλι δεν διέθεταν την ηχητική στιβαρότητα και τον «ηλεκτρισμό» που είχαν παρουσιάσει τα προηγούμενα χρόνια. Η προσέγγιση στη παραγωγή των τραγουδιών θα ήταν για ακόμα μια φορά τέτοια που ναι μεν έδινε ένα αρκετά «φρέσκο αέρα» στον ήχο και το πιο hard rock ύφος που ήθελαν να μεταδώσουν, παράλληλα όμως αφαιρούσε ένα μεγάλο μέρος από τον δυναμισμό και την άκρατη εκρηκτικότητα που υπήρχε στις παρελθοντικές συνθέσεις τους.

Όσοι είχαν ασχοληθεί παραπάνω με τους SAXON, ήξεραν ότι τα «επιθετικά» ριφ αποτελούσαν πάντα ένα αναπόσπαστο κομμάτι σε κάθε τραγούδι που είχε αγαπηθεί πολύ. Στη τότε νέα τους δουλειά είχαν «μαλακώσει» πολύ τον ήχο τους, οι πιο μελωδικές/ρυθμικές ηχητικές κλίμακες καταλάμβαναν την μερίδα του λέοντος σε κάθε τραγούδι, ο Biff και πάλι ακούγονταν πλήρως εναρμονισμένος με τις συνθήκες και τους στόχους που είχαν θέσει, και έτσι όλα τα τραγούδια που εμπεριέχονταν έσφυζαν από μια πιο Αμερικανική hard rock χροιά και συνθετική οπτική σε σχέση με αυτό που είχαν παρουσιάσει παλαιότερα.

Παρόλα αυτά, όλο το άλμπουμ, είχε ένα μεγάλο ατού, που δεν ήταν άλλο από τα μέλη του συγκροτήματος. Από την πρώτη τους δισκογραφική δουλειά, είχαν δείξει ότι υπήρχε περίσσιο ταλέντο να γράφουν και να συνθέτουν τραγούδια που θα παρέμεναν αναλλοίωτα στο χρόνο. Σαφώς, το ηχητικό αποτέλεσμα που εισέπραττε ο οπαδός δεν ήταν το αναμενόμενο. Το συνθετικό όμως, θεωρώ πως και μέχρι και σήμερα μνημονεύεται διαρκώς, βεβαίως ίσως λίγο περισσότερο από τους πιο «ανοιχτόμυαλους» οπαδούς, και του group αλλά και της heavy metal μουσικής.

Οι SAXON στο “Innocence is no excuse”, είχαν την διαύγεια να γράψουν τα ανθεμικά/γηπεδικά “Back on the streets”, “Rock’n’gypsy”, “Call of the wild”, και φυσικά το “Broken heroes” ένα από τα ωραιότερα τραγούδια που έχει όλο το hard/heavy metal ιδίωμα. Μαζί με τα, “Everybody up”, “Rockin’ again”, “Devil rides out” και “Raise some hell” φαινόταν ότι δεν αποσκοπούσαν σε μεγαλύτερη επιτυχία χωρίς λόγο, γιατί σαφώς το αξίζαν, έστω και με αυτό τον τρόπο.

Από την πρώτη κιόλας ακρόαση, το κάθε εκπαιδευμένο αυτί καταλάβαινε άμεσα την πορεία που είχαν πάρει /ήθελαν να πάρουν. Τρανά παραδείγματα το «Give it everything you ‘ve got» που είναι «πιο VAN HALEN πεθαίνεις» και το “Gonna shout” που ηχούσε σε σημεία σαν την αισθητική των KISS των 80s ή σε παρεμφερή συγκροτήματα. Ε καιq Τότε σίγουρα πολλοί ξίνισαν με το τελικό αποτέλεσμα, και την όποια «Αμερικανίλα». Στην πάροδο όμως των ετών, και ο δίσκος αλλά ειδικά τα παραπάνω πρωτοαναφερόμενα τραγούδια, θα αποτελούν για πάντα δείγματα γραφής ενός συγκροτήματος που είχε πάντα την ικανότητα να γραφεί τραγούδια που θα αγαπιόνται, άλλα περισσότερο και άλλα λιγότερο. Τραγούδια που είχαν αρχή, μέση και τέλος και ο καθένας θα «τα έκανε δικά του», ακούγοντας τα αρκετές ή πολλές φορές, για λόγους που μόνος ο ίδιος θα ήξερε και επιθυμούσε, με συνθέσεις άμεσες προς τον ακροατή. Φυσικά όλα με μια συγκεκριμένη ηχητική προσέγγιση.

Το πολύ σημαντικό στοιχείο όλου του δίσκου είναι ότι ναι μεν άλλαξαν ηχητική ρότα,  προσπάθησαν και προσωπικά κατάφεραν όμως, να κρατήσουν την «νεανική αλητεία» των πρώτων δουλειών. Απόδειξη ότι αφενός στην εν λόγω δουλειά τα κιθαριστικά ριφ, αν απομονώσεις την «Αμερικανίλα», είναι heavy στην αισθητική, υπάρχουν διάχυτα solo που δεν γίνεται να σε αφήσουν αδιάφορα, τα ρεφραίν σου «μένουν» άμεσα και τα τραγουδάς συνεχώς, και πολλά σημεία σε κάθε τραγούδι έχουν ένα άκρως ανεβαστικό ύφος. Αφετέρου είτε παρακολουθούσες τα video clip των πρώτων δουλειών, είτε της συγκεκριμένης, δεν θα έβλεπες αλλαγές στο image ή στο όλο στήσιμο που είχαν. Η αλλαγή που επιδίωκαν ήταν κυρίως στο να μεγαλώσουν το όνομα τους εμπορικά.

Το “Innocence is no excuse” είναι ένα από αυτά τα άλμπουμ που ακούγεται ευχάριστα στην ολότητα του χωρίς να πατάς το skip ή το stop κάθε φορά, φυσικά αν δεν είσαι άκρως «κολλημένος» οπαδός. Όσες φορές και αν πατήσεις το play είτε αφήσεις απαλά την βελόνα να ακουμπήσει τα αυλάκια του βινυλίου, το τελικό αποτέλεσμα είναι ένα. Επιβεβαιώνεται για ακόμα μια φορά, το αστείρευτο ταλέντο που έχουν οι μουσικοί που απαρτίζουν τους SAXON, να γράφουν ωραία τραγούδια, που αξίζουν πολλών και επαναλαμβανόμενων ακροάσεων. Τραγούδια που μέχρι και σήμερα έχουν «αντέξει» στο χρόνο και ακούγονται με θέρμη. Αυτό θεωρώ είναι το πιο σημαντικό στοιχείο σε μια δισκογραφική δουλειά.

Did you know that?

–  Το άλμπουμ θα ήταν το πρώτο με την νέα τους δισκογραφική εταιρία EMI

– Στο άλμπουμ θα συμμετείχε για τελευταία φορά ο μπασίστας Steve Dawson, που συνέδεσε το όνομα του με την πρώτη «χρυσή» περίοδο του group.

– Στις επανεκδόσεις του άλμπουμ σε CD το 2010 και το 2022, υπάρχουν bonus τραγούδια, κάποια εκ των οποίων είναι b-sides σε singles ή demos.

– Το τραγούδι “Everybody up” χρησιμοποιήθηκε στην ταινία τρόμου “Demoni” του 1985.

– Η EMI συνήθιζε σε κάποιες χώρες που κυκλοφορούσαν τα άλμπουμ της να έχει τους τίτλους των τραγουδιών στην αντίστοιχη γλώσσα, και έτσι αυτό τηρήθηκε και το συγκεκριμένο άλμπουμ στις κόπιες της Αργεντινής και του Μεξικού.

Θοδωρής Μηνιάτης

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here