Underground Halls Vol.105 (CAUCHEMAR, MÄRVEL, PURGATORY – Συνέντευξη: IN APHELION)

0
265
Sodom 2021 2
Sodom 2021 2

«Πόσα αντίτυπα έχει πουλήσει το συγκρότημα; Από ποια εταιρεία κυκλοφορεί το album; Παίζει μέσα κανένας γνωστός;». Ερωτήματα που τουλάχιστον εδώ, δεν υφίστανται. Και δεν υφίστανται, διότι πολύ απλά, δε μας ενδιαφέρουν οι απαντήσεις τους. Η ποιότητα στη μουσική είναι αυτό που μας ενδιαφέρει. Το να ανακαλύπτει κανείς νέες αγαπημένες μπάντες εκεί που δεν το περιμένει, θα αποτελεί πάντα, εκτός από μεγάλη ικανοποίηση, την πλέον ευχάριστη πρόκληση, καθώς κι εμείς είμαστε πρωτίστως οπαδοί. Σε μια στήλη λοιπόν όπου τα «αδηφάγα» αυτιά των ολοένα και αυξανόμενων φίλων της δεν έχουν σύνορα, έτσι κι εμείς θα προσπαθούμε κάθε φορά να παρουσιάζουμε τη μεγαλύτερη δυνατή γκάμα ήχων και συγκροτημάτων. Άλλωστε, κανένα best seller δε θα υπήρχε, αν δεν υπήρχε η σκηνή του UNDERGROUND.

ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ/ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗΣ: CAUCHEMAR
ΤΙΤΛΟΣ ΔΙΣΚΟΥ: “Rosa mystica”
ΕΤΑΙΡΕΙΑ: Temple of Mystery
ΣΥΝΘΕΣΗ:
Annick Giroux – Φωνητικά
François Patry – Κιθάρες
Andres Arango – Μπάσο
Joel Ladouceur – Τύμπανα
ΚΑΛΕΣΜΕΝΟΙ ΜΟΥΣΙΚΟΙ:
Alan Jones – Κιθάρα (solo)
Chany Pilote – Κιθάρα (solo)
ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ:
Bandcamp
Facebook

Το “Rosa mystica” είναι ο τρίτος δίσκος για τους Καναδούς CAUCHEMAR. Από το 2007 ενεργοί, από το 2010 με κυκλοφορία στα ράφια των καταστημάτων, το πρώτο εκείνο EP με τίτλο “La vierge noir”. Έκτοτε, ακολούθησαν τα “Tenebrario” και “Chapelle Ardente” μέσα σε έξι χρόνια, το 2013 και το 2016 αντίστοιχα, για να περιέλθει το συγκρότημα σε μια φάση «σιγής». Λογικό θα μου πεις, δεν περάσαμε και δεν περνάμε και λίγα τα τελευταία χρόνια. Όπως και να ’χει, η μπάντα είναι πια σε θέση να παρουσιάσει τη νέα της δουλειά, τόσο σε μας που τη γνωρίζουμε, όσο και σε όσους, μετά απ ’όσα διαβάσουν στα περιοδικά και ακούσουν στις πλατφόρμες μουσικής, θελήσουν να εντρυφήσουν περισσότερο στον «κόσμο» της.

Υπάρχει μια ιδιαιτερότητα στους CAUCHEMAR και είμαι βέβαιος πως την κατανοούν και οι ίδιοι: καταγόμενοι από το γαλλόφωνο Quebec, τραγουδούν στη μητρική τους Γλώσσα, κάτι που αυτόματα τους χαρίζει από τη μια ξεχωριστή αισθητική, από την άλλην όμως μπορεί να λειτουργήσει ανασταλτικά σε όσους δε μπορούν, ή δε θέλουν, να ακολουθήσουν άλλη Γλώσσα στο heavy metal, από τα Αγγλικά. Όσοι δεν έχουν πρόβλημα, ξεπερνούν απευθείας έναν «σκόπελο» και περνούν στο «παρασύνθημα», το οποίο έχει ως εξής: Η μουσική των CAUCHEMAR είναι ένα ιδιόμορφα ατμοσφαιρικό μείγμα doom metal, κλασσικού heavy και hard rock και λέω «ιδιόμορφο», γιατί η ατμόσφαιρα επιτυγχάνεται κατά βάση χωρίς τη χρήση πλήκτρων. Η φωνή της Annick Giroux είναι διακριτική, δε βγαίνει πολύ «μπροστά», και το rhythm section ξέρει πολύ καλά πως πρέπει να υποστηρίζει τις κιθάρες, που είναι τα «πρώτα βιολιά» με το old school riffing και τα Iommi-ικά leads.

Αν μπορούσαμε να την κάνουμε εικόνα, θα ήταν ένα μεγάλο δωμάτιο, με rustic διακόσμηση, το οποίο θα ημι-φωτιζόταν με κεριά αντί με ηλεκτρικό ρεύμα. Δε ξέρω αν καταλαβαίνεις αυτό που θέλω να πω, αλλά είμαι σίγουρος πως στο άκουσμα τραγουδιών όπως τα “Rouge sang” («Το κόκκινο του αίματος»), “Notre-Dame sous terre” («Μια Notre-Dame κάτω από τη Γη») “Volcan” («Ηφαίστειο») και “La sorcière” («Η μάγισσα»), θα καταλάβεις αμέσως αυτό που θέλω να πω. Ωραία για το είδος παραγωγή, ταιριαστός ο ήχος των No Man’s Land Studio, όμορφο, «ζωγραφιστό» εξώφυλλο από τη Ρωσίδα καλλιτέχνη Valeria Sakseeva, ένα καλό album για τους οπαδούς των BLACK SABBATH, του vintage rock αλλά γιατί όχι και του NWOBHM. Κάποια στιγμή όμως, πρέπει να κάνει το μεγάλο βήμα. Ελπίζω αυτό να γίνει την επόμενη φορά.

(7 / 10)

Δημήτρης Τσέλλος

ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ/ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗΣ: MÄRVEL
ΤΙΤΛΟΣ ΔΙΣΚΟΥ: “Graces came with malice”
ΕΤΑΙΡΕΙΑ: The Sign Records
ΣΥΝΘΕΣΗ:
John Steen (The King) – Φωνητικά, κιθάρα
Ulrik Bostedt (The Burgher) – Μπάσο
Tony Samuelsson (The Vicar) – Τύμπανα
ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ:
Website
Bandcamp
Facebook
YouTube

Κάποιες φορές, σε διάφορες συζητήσεις, όταν κάποιος θέλει να δείξει πως η τάδε μπάντα είναι επιτυχημένη» ακούω να χρησιμοποιεί το επιχείρημα «έχουν συμβόλαιο σε μεγάλη εταιρεία, πολλά views στο You Tube, είναι mainstream». Τέτοιες περιπτώσεις, είναι πολλές φορές καλλιτέχνες που ναι μεν έχουν συμβόλαιο σε μεγάλες εταιρείες, οι οποίες αγοράζουν τα views στο You Tube, αλλά παίζουν αραιά και που ως support σε πολύ μεγάλες μπάντες και τελικά πουλούν τόσα αντίτυπα, που φτάνουν ίσα-ίσα για τους ενοίκους της πολυκατοικίας τους. Κατά τ’ άλλα, επιτυχία φίλε μου, έτσι; Οι MÄRVEL λοιπόν, ευτυχώς για αυτούς, δεν ανήκουν σε αυτήν την κατηγορία των ψευτο-επιτυχημένων. Το δημιούργημα ενός βασιλιά (The King), ενός Αστού (The Burgher) και ενός Βικαρίου (The Vicar), μπορεί να βρίσκεται ήδη είκοσι χρόνια στο Underground, αλλά μόνο Underground δεν είναι, τελικά. Είκοσι χρόνια και εδώ έχουμε μια μπάντα που έχει πολλή περισσότερη αναγνωρισιμότητα από κάποιες mainstream. Η τριανδρία από το Linköping, στα νότια της χώρας, έχουν επτά δίσκους, μια εξάδα EPs, δικό τους fan club (το The Märvel Army, το οποίο έχει έδρα σε δώδεκα – ναι, δώδεκα – χώρες και ισάριθμους προέδρους), πάμπολλες συναυλίες, συνεργασίες με σημαίνοντες μουσικούς του χώρου… μήπως τελικά, κακώς βρίσκονται στην στήλη; Εντάξει, όχι, underground παραμένουν και στολίζουν την στήλη με την παρουσία τους!

Πόσο ΟΜΟΡΦΟ rock, παίζουν τούτοι οι Σουηδοί! Καταρχάς, ξεκινάμε από τον υπέροχο, αναλογικό ήχο στην παραγωγή. Ούτε ψηφιακές πλαστικούρες, ούτε τριγκαρισμένα και προγραμματισμένα ψευτο-τύμπανα, ούτε auto-tune στη φωνή, που κάνει όλους τους τραγουδιστές ισάξιους του Pavarotti. Ήχος πηγαίος, αυθεντικός, RAWK. Μουσικό στυλ; “High Energy Rock” το περιγράφουν οι ίδιοι και έτσι είναι. Κανονικά, εδώ, θα πρέπει να σηκώσεις ψηλά τα χέρια και να πανηγυρίζεις: KISS, THE HELLACOPTERS, GLUECIFER, AUDREY HORN, ολίγη από CLUTCH και GIN LADY, άκρως ξεσηκωτική και το κυριότερο, συναυλιακή μουσική, πολυφωνίες, τέτοια πράγματα θα ακούσεις εδώ. Δοξασμένα 70s δηλαδή, με τον ένα ή τον άλλον τρόπο, ευθέως ή δια της πλαγίας οδού. Και είναι μάλιστα τα τραγούδια ισάξια, όλα, μεταξύ τους. Μέτρια στιγμή, μια μικρή κοιλιά, δεν κάνει ο δίσκος πουθενά, αν και προσωπικά με κέρδισαν λίγο περισσότερο τα “Sound of a life slipping away”, “Queen for a day”, “Hot nite in Dallas” (R ‘N’ R ΥΜΝΟΣ για απανωτές ακροάσεις) και το υπέροχο ομώνυμο τραγούδι, που στάζει γλυκύτητα! Αμετανόητοι rockers, απλά ακούστε αυτό το άλμπουμ μέχρι τελικής πτώσεως!

(8 / 10)

Δημήτρης Τσέλλος

ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ/ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗΣ: PURGATORY
ΤΙΤΛΟΣ ΔΙΣΚΟΥ: “Apotheosis of anti-light”
ΕΤΑΙΡΕΙΑ: War Anthem Records
ΣΥΝΘΕΣΗ:
Lutz Göhzold – Τύμπανα
René Kögel – Κιθάρες, φωνητικά
Dreier – Φωνητικά
Wolfgang Rothbauer – Κιθάρες       
Nico Solle – Μπάσο
ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ:
Facebook
Spotify
Bandcamp
YouTube

Παλιές καραβάνες οι Γερμανοί death metallers από τη Σαξονία, PURGATORY. Αθόρυβα πλέον έχουν κλείσει σχεδόν 30 χρόνια ύπαρξης (ιδρύθηκαν το 1993) και από την επόμενη χρονιά, ηχογραφούν έστω και αραιά με 2 ΕΡ και πλέον το 9ο ολοκληρωμένο άλμπουμ στις αποσκευές τους. Το Apotheosis of anti lightτους βρίσκει και πάλι σε μεγάλη φόρμα και ίσως έστω και (πολύ) αργά, να αποτελέσει ένα μικρό πόλο έλξης για να τους γνωρίσουν ακόμα περισσότεροι. Με δυο νέες προσθήκες σε σχέση με το προηγούμενο άλμπουμ τους “Ωmega void tribvnal” (2016), τον κιθαρίστα (πλέον) Wolfgang Rothbauer που αρχικά προσελήφθη ως μπασίστας και τον νέο μπασίστα Nico Solle, δείχνουν ότι οι αλλαγές αυτές τους έκαναν μόνο καλό και το παικτικό τους επίπεδο ανέβηκε κι άλλο. Το κύριο δίδυμο που ηγείται εξ’αρχής του συγκροτήματος, ο κιθαρίστας René Kögel και ο καταιγιστικός ντράμερ Lutz Göhzold, έχουν τα ηνία των συνθέσεων όπως πάντα, ενώ πλέον και ο τραγουδιστής Dreier (Mirko Dreier το πλήρες όνομα του), κλείνει σιγά σιγά 20ετία στη μπάντα (ήρθε το 2005 στο συγκρότημα και αυτό είναι το 5ο του άλμπουμ μαζί τους). Ενώ πάντα ήταν ένα σεβαστό όνομα στο underground, για λόγους που δεν έχουν καμία σχέση με την ποιότητα τους, δεν έγιναν ιδιαίτερα γνωστοί.

Η μουσική τους έχει ως κύριο χαρακτηριστικό την up-tempo λογική, σε σημείο να θυμίζουν πάρα πολύ την Πολωνική μηχανή των VADER όταν γίνονται φρενήρεις. Ειδικά τα υπεργρήγορα riffs και τύμπανα είναι το κάτι άλλο προς τέρψη όσων αγαπάνε τις ιλιγγιώδεις ταχύτητες. Δεν περιορίζονται μόνο εκεί παρότι κυριαρχούν στη μουσική τους, καθώς θα βρείτε και σημεία με εντυπωσιακές τριπλές, ενώ τα φωνητικά του Dreier θυμίζουν συναδέλφους του από τον Ευρωπαϊκό βορρά και δη τη Σουηδία, με αυτή την πιο τσαμπουκαλεμένη άρθρωση του. Ειδικά οι VOMITORY (λόγω ταχύτητας) και οι GRAVE/DISMEMBER (λόγω κοψιμάτων στις ρυθμικές) έχουν σίγουρα επηρεάσει τους PURGATORY μέσα στα χρόνια. Περιέχουν εντυπωσιακές στιγμές -δε γίνεται να μην ξεχωρίσετε ας πούμε το κομμάτι “Ropes in November (Samhain’s curse part III)” μεταξύ ίσων- και παρότι μια διάρκεια γύρω στα 35-36’ όπως η πλειοψηφία των δίσκων τους θα ήταν ιδανικότερη (μόνο το ντεμπούτο τους “Damage done by worms” του ’96 «ξέφυγε» στα 55’), το “Apotheosis of anti light” αν και αποτελεί το 2ο μεγαλύτερο τους άλμπουμ με πάνω από 44’, καταφέρνει να αναδείξει το παίξιμο τους και μάλλον θα προκαλέσει περισσότερο απορία το πώς έμειναν στην αφάνεια, ακόμα περισσότερο από τη χαρά που θα προσδώσει η δεδομένη ποιότητα του. Κάλλιο αργά παρά ποτέ που λένε, δώστε του(ς) τις ακροάσεις που αξίζουν και θα σας ανταμείψουν με το παραπάνω.

(8 / 10)

Άγγελος Κατσούρας

Ένα από τα καλύτερα άλμπουμ που έχουν κυκλοφορήσει μέσα στο 2022 είναι το ντεμπούτο των IN APHELION με τίτλο “Moribund”. Το Underground Halls, δεδομένου ότι ο ιθύνων νους και τραγουδιστής της μπάντας, Sebastian Ramstedt, είναι και κιθαρίστας στους αγαπητούς NECROPHOBIC, δεν έχασε την ευκαιρία να λάβει μερικές έξτρα πληροφορίες, με τον ίδιο να προβαίνει σε αποκαλύψεις που δεν περιμέναμε και να είναι ιδιαίτερα περιγραφικός κι αποκαλυπτικός για την όλη διαδικασία σχηματισμού της μπάντας αλλά και σύνθεσης του δίσκου. Το βέβαιο είναι ότι αρκετός κόσμος θα χαρεί πάρα πολύ στο τέλος της συνέντευξης με κάτι πολύ συγκεκριμένο που μας αποκάλυψε.

Συγχαρητήρια για την κυκλοφορία του “Moribund”, είναι πραγματικά σπουδαίο άλμπουμ. Πως αποφάσισες να φτιάξεις τους IN APHELION και πόσο καιρό σας πήρε να βρείτε τον ήχο σας και να ολοκληρώσετε αυτή την κυκλοφορία συνολικά; Είσαι πλήρως ευχαριστημένος ή θα άλλαζες κάποια μέρη αν είχες την ευκαιρία;
Ευχαριστώ. Ένιωσα την ανάγκη να κάνω κάτι με τον χρόνο που ξαφνικά μας προσφέρθηκε, με την κατάσταση της πανδημίας. Οι περισσότεροι έδειχναν να κλείνονται στα σπίτια τους, αλλά το είδα σαν μια ευκαιρία να κάνω κάτι που κανονικά δε θα είχα το χρόνο γι’ αυτό. Αρχικά ξεκίνησα απλά να γράφω κομμάτια και δεν είχα σκοπό να το κάνω επίσημο. Έγραφα για μένα. Ήθελα να δω αν μπορώ να προσθέσω στοιχεία στη μουσική που δεν ταίριαζαν με το concept των NECROPHOBIC. Αρχικά ηχούσε τελείως διαφορετικό αλλά μετά από μερικούς μήνες σύνθεσης άρχισε να ακούγεται σαν το τελικό προϊόν. Τότε ήταν που αποφάσισα να κάνω τα φωνητικά μόνος μου και να προσπαθήσω να βρω μια εταιρεία να το κυκλοφορήσει. Είμαι πολύ ευχαριστημένος με το αποτέλεσμα. Δε θα άλλαζα τίποτα που είναι πολύ σπάνιο συναίσθημα για μένα. Νομίζω έγραφα για 10 μήνες και μετά ηχογραφήσαμε μέσα σε δυο εβδομάδες.

Μπορούμε να δούμε ότι η φωνητική σου επίδοση είναι φαινομενική. Ήταν όνειρο σου να τραγουδήσεις σε μια μπάντα μια μέρα και ήταν κίνητρο να φτιάξεις τους IN APHELION; Ποιοι είναι μερικοί τραγουδιστές –ακραίοι και μη- που πάντα αγαπούσες και πως έτυχε να μην τραγουδήσεις ποτέ πλήρως στους NECROPHOBIC;
Πάντα έκανα φωνητικά στους NECROPHOBIC. Από την πρώτη μου ηχογράφηση με το συγκρότημα, σε μια διασκευή του “Ridden with disease” των AUTOPSY. Πολλά ρεφρέν έχουν δεύτερα φωνητικά μου και σε μερικά όπως το “Black hate” (σ.σ.: από το “Hrimthursum”) κάνω τα κύρια φωνητικά. Στο ομότιτλο κομμάτι του “Mark of the necrogram” τραγουδάω κάθε γραμμή και ζωντανά πάντα έκανα αρκετά φωνητικά. Το να είσαι τραγουδιστής, σου δίνει την ευκαιρία σαν στιχουργός να εκφράσεις τις δικές σου λέξεις. Αυτό δίνει άλλη διάσταση στους στίχους. Ήθελα να δω αν αυτό θα έκανε τους στίχους να ζωντανέψουν με διαφορετικό τρόπο. Δεν έχω πολλή έμπνευση από ακραίους τραγουδιστές στο metal. Αλλά ο Quorthon των BATHORY και ο Ales Brichta των ARAKAIN είναι οι δυο αγαπημένοι μου τραγουδιστές από τα πιο ακραία «βασίλεια» του metal. Ο Blackie Lawless είναι ίσως ο αγαπημένος μου τραγουδιστής όλων των εποχών. Έχει επίσης μια βραχνάδα στη φωνή που την κάνει πιο ακραία παρότι είναι αρκετά κλασικά μεταλλική.

Μου αρέσει πολύ το γεγονός ότι τα κομμάτια στο “Moribund” χτίζονται συνεχώς κατά τη διάρκεια του παιξίματος. Υπάρχουν αλλαγές, μέρη και πράγματα γενικά που αποδίδουν δικαιοσύνη στα κομμάτια παρά τις μεγάλες διάρκειες. Ήταν η κατεύθυνση του άλμπουμ κάτι που είχες στο μυαλό πριν το ηχογραφήσεις ή πήρε σχήμα ενώ το συνέθετες;
Δεν είχα κάποια πλάνα ή προσχέδιο σε κάθε περίπτωση. Αυτό που ακούς, είναι μια φυσική πρόοδος, γράφοντας πολλά κομμάτια κατά τη διάρκεια μιας έντονης περιόδου στο χρόνο. Αλλά νομίζω ότι όταν άφηνα ένα κομμάτι και άρχιζα κάποιο άλλο, δεν χρησιμοποιούσα τα ακριβή ίδια «εργαλεία». Προσπάθησα να βάλω όσο περισσότερες διαφορετικές ατμόσφαιρες, μελωδίες και τεχνικές στα κομμάτια, όσο μπορούσα. Ίσως έχω μια γενική ιδέα του τι κάνει ένα άλμπουμ καλό. Αλλά το σημαντικό πράγμα για μένα με τους IN APHELION ήταν να μην προσπαθήσω να κάνω ένα άλμπουμ που θα είχε hit ή θα σκαρφάλωνε στα charts. Δεν φτιάχτηκε για να είναι εμπορικό προϊόν. Ήταν μια ευκαιρία για μένα να εκφράσω τον εαυτό μου, με ένα τρόπο που δεν είχα κάνει πριν. Ήταν αργή η απόφαση να το κυκλοφορήσω και δεν είχα απόλυτα καμία προσδοκία.

O Johan (Bergebäck, κιθάρες, συνοδοιπόρος του στους NECROPHOBIC) ήταν προφανής επιλογή καθώς γνωρίζετε ο ένας τον άλλο πολύ καλά σαν κιθαριστικό δίδυμο. Πως βοήθησε αυτή η χημεία στη δημιουργία του “Moribund” και πως βρήκατε τον Marco (Prij, τύμπανα) και αποφασίσατε να τον έχετε στο συγκρότημα; Σου αρέσει παρόμοιο τεχνικό thrash υλικό όπως αυτό που κάνει με τους CRYPTOSIS;
Ο Johan μπήκε αργά. Μου προσέφερε βοήθεια με το να βρει εταιρεία και όταν μιλήσαμε γι’ αυτό ένιωθα ότι μου έλειπε να μην τον έχω στη μπάντα. Και όταν άρχισε να ηχογραφεί τις κιθάρες του έμεινα άφωνος. Ξέρω ακριβώς τι μπορεί να κάνει στους NECROPHOBIC αλλά πρόσθεσε μια άλλη διάσταση στους  IN APHELION. Έχει μια πρωτόγονη δύναμη που κάνει το δικό μου παίξιμο πολύ καλύτερο. Ίσως ηχώ πολύ καθαρός μόνος μου. Εγώ έχω σπουδές, αυτός όχι. Είναι ένας τέλειος συνδυασμός. Είναι ένας σπουδαίος κιθαρίστας και ηχούμε σπουδαία μαζί. Συναντήσαμε τον Marco το καλοκαίρι του 2019 όταν οι NECROPHOBIC παίξανε σε ένα φεστιβάλ που επίσης έπαιζαν οι CRYPTOSIS (που τότε ονομάζονταν DISTILLATOR). Οι τύποι με εντυπωσίασαν και άρχισα να μιλάω μαζί τους στο διαδίκτυο. Όταν έκανα ένα ποστάρισμα ότι δούλευα σε ένα νέο project, μου έστειλε μήνυμα και με ρώτησε αν ήθελα βοήθεια με τα τύμπανα. Είναι υπεράνω ταλέντου. Μία από τις δυνάμεις του είναι ότι δεν είναι black metal ντράμερ. Δεν θα ακούσεις στερεοτυπικά blastbeats και πατέντες στους IN APHELION. O Marco προσθέτει μια διαφορετική προσέγγιση στη μπάντα. Είναι ένας καλός συνδυασμός με τις heavy metal επιρροές μου.

Για μένα και όσους ακούσουν το δίσκο, οι IN APHELION ακούγονται σαν μια δύναμη που ήρθε να μείνει και όχι ένα απλό project που θα γεμίσει τον χρόνο σου. Ποιες είναι οι προσδοκίες σου και τα σχέδια σου για τη μπάντα; Είδαμε ότι η θέληση σου είναι να βγεις στο δρόμο, θα ήθελες να μας δώσεις κάποιες λεπτομέρειες;
Αυτό δεν είναι σε καμία περίπτωση side project. Για μένα είναι τόσο σημαντικό όσο οι NECROPHOBIC. Αρχικά δεν ήθελα να το βγάλω στο δρόμο αλλά άλλαξα γνώμη. Τώρα δε μπορώ να περιμένω απλά το πώς θα είναι. Προβάρουμε τα κομμάτια αυτή τη στιγμή και η πρώτη μας συναυλία θα ανακοινωθεί σύντομα. Κι έχω ήδη τέσσερα κομμάτια έτοιμα για το νέο άλμπουμ (σ.σ.: Μικρό «λαβράκι», έρχεται καλύτερο).

Κλείνοντας, θα θέλαμε να μάθουμε αν η επιτυχία των δυο τελευταίων NECROPHOBIC άλμπουμ ειδικά, το έκανε πιο εύκολο να φτιάξεις τους IN APHELION, με λιγότερο πιθανό άγχος ή τη θέληση να αποδείξετε ποιοι είστε. Θα υπήρχε περίπτωση να σε δούμε στην Ελλάδα με κάποια από τις μπάντες σου, αν όχι και με τις δυο; Μπορείς να αφήσεις ένα τελευταίο μήνυμα στους αναγνώστες μας που δεν αναφέρθηκε και θα θέλαμε να σε ευχαριστήσουμε βαθύτατα για το χρόνο σου όπως και αυτό το άλμπουμ γενικά.
Κατά κάποιο τρόπο αυτά τα άλμπουμ οδήγησαν στους IN APHELION. Ήταν μια μοναχική διαδικασία σύνθεσης. Δεν γράψαμε κομμάτια μαζί σαν συγκρότημα μετά την επανένωση τω ν NECROPHOBIC. Δούλεψα μόνος μου στο σπίτι μου και με την εξαίρεση μερικών riffs, όλα έχουν γραφτεί από μένα. Έτσι σκέφτηκα ότι αν πρέπει να κάτσω εδώ και να γράψω για μένα, καλό θα ήταν να γράψω όπως ακριβώς θέλω και να μην προσπαθήσω να ταιριάξω τα κομμάτια στο concept της υπόλοιπης δισκογραφίας των NECROPHOBIC! Ήταν απελευθερωτικό το να το βγάλω από μέσα μου για την ακρίβεια. Ελπίζω να έρθουμε και να παίξουμε στην Ελλάδα. Νομίζω θα έρθουμε με τους NECROPHOBIC (σ.σ.: Το μεγάλο «λαβράκι», μαρτύρησε χωρίς ξύλο) αλλά αν κάποιος θέλει να κλείσει τους IN APHELION θα έρθουμε. Ευχαριστώ πολύ για τη συνέντευξη. Ελπίζω στους metalheads στην Ελλάδα να αρέσει το άλμπουμ. Hails!

Άγγελος Κατσούρας

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here