Underground Halls Vol. 168 (EARLY MOODS, NOOR, TOXIKULL – LOTUS THIEF/FORLESEN split)

0
827
Underground Halls

Underground Halls

«Πόσα αντίτυπα έχει πουλήσει το συγκρότημα; Από ποια εταιρεία κυκλοφορεί το album; Παίζει μέσα κανένας γνωστός;». Ερωτήματα που τουλάχιστον εδώ, δεν υφίστανται. Και δεν υφίστανται, διότι πολύ απλά, δε μας ενδιαφέρουν οι απαντήσεις τους. Η ποιότητα στη μουσική είναι αυτό που μας ενδιαφέρει. Το να ανακαλύπτει κανείς νέες αγαπημένες μπάντες εκεί που δεν το περιμένει, θα αποτελεί πάντα, εκτός από μεγάλη ικανοποίηση, την πλέον ευχάριστη πρόκληση, καθώς κι εμείς είμαστε πρωτίστως οπαδοί. Σε μια στήλη λοιπόν όπου τα «αδηφάγα» αυτιά των ολοένα και αυξανόμενων φίλων της δεν έχουν σύνορα, έτσι κι εμείς θα προσπαθούμε κάθε φορά να παρουσιάζουμε τη μεγαλύτερη δυνατή γκάμα ήχων και συγκροτημάτων. Άλλωστε, κανένα best seller δε θα υπήρχε, αν δεν υπήρχε η σκηνή του UNDERGROUND.

ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ/ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗΣ: EARLY MOODS
ΤΙΤΛΟΣ ΔΙΣΚΟΥ: “A sinner’s past”
ΕΤΑΙΡΕΙΑ: Riding Easy Records
ΣΥΝΘΕΣΗ:
Alberto Alcaraz – Φωνητικά/πλήκτρα
Oscar Hernandez – Κιθάρα
Eddie Andrade – Κιθάρα
Elix Feliciano – Μπάσο
Chris Flores – Τύμπανα
ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ:
Bandcamp
Facebook
Spotify
YouTube

Δύο χρόνια μετά το τρομερό ομώνυμο ντεμπούτο τους, οι EARLY MOODS από την California, δηλώνουν ξανά την παρουσία τους. Φόρεσαν πάλι τα πουκάμισα, τα παντελόνια καμπάνες, τα γιλέκα και τα χαϊμαλιά τους, περιποιήθηκαν τα παχιά τους μουστάκια, χτένισαν τις τεράστιες αφάνες και τις μακριές μαλλούρες τους και δηλώνουν έτοιμοι για νέες περιπέτειες. Πριν ακόμη ακούσω το “A sinner’s past”, ήμουν σίγουρος πως θα ακούσω ένα ακόμη φοβερό άλμπουμ. Δεν είχα όμως την σιγουριά αν μπορεί να ξεπεράσει τον προκάτοχό του, ή να είναι ισάξιο. Ο βαθμός δυσκολίας για να επιτευχθεί κάτι τέτοιο, είναι σαφέστατα πολύ μεγάλος.

Ο προσανατολισμός στο “A sinner’s past”, ίδιος κατά βάση, έχει ωστόσο τις διαφορές του από τον αντίστοιχο του Early moods. Σύμφωνα με τον κιθαρίστα Eddie Andrade, το ντεμπούτο ήταν το προϊόν μιας προσπάθειας να αποκτήσει το παραδοσιακό doom metal μια πιο heavy metal προσέγγιση, σαν να λέμε να ενωθούν οι BLACK SABBATH με το NWOBHM. Ως προς τον διάδοχό του μου είναι άγνωστες οι προθέσεις του group, μπορώ όμως να πω ότι η αισθητική, το feeling που εισπράττω ακούγοντάς τον, είναι πολύ πιο κοντά στο occult.

Ατμόσφαιρα που μυρίζει θειάφι και κεριά αναμμένα, βιβλία με ξόρκια, παντός τύπου μαντζούνια, τελετές μαύρης μαγείας, γυμνές καλλίπυγες υπάρξεις λουσμένες στο αίμα να κείτονται στα πατώματα… και σε μια γωνιά, πέντε εραστές του occult proto metal και του doom, να συνθέτουν το κατάλληλο soundtrack με θεόρατα riffs, τιτάνιο μπάσο, ανελέητη γκρούβα και σωστές 70s επιρροές, χωρίς να απαλείφεται το early 80s metal στοιχείο. Ένα click κατώτερο του “Early moods” συμπερασματικά, μα και πάλι, μια εξαιρετική πρόταση για τους αμετανόητους οπαδούς του Μουστακιού (ένα είναι το Μουστάκι) και των TROUBLE, PENTAGRAM, WITCHFINDER GENERAL και REVEREND BIZARRE. Φίλοι doomsters, ακούστε επειγόντως το album αυτό.

(8,5 / 10)

Δημήτρης Τσέλλος

ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ/ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗΣ: NOOR
ΤΙΤΛΟΣ ΔΙΣΚΟΥ: “Mother’s guilty pleasure part one”
ΕΤΑΙΡΕΙΑ: Independent
ΣΥΝΘΕΣΗ:
Thomas Karam – Φωνητικά, κιθάρα
Simon Jarmosh – Κιθάρα
Olivier Roy – Μπάσο
Nicolas Moro – Τύμπανα
ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ:
Bandcamp
Facebook
Spotify
YouTube

Σε ανύποπτη στιγμή, ένα μήνυμα στο κινητό με ένα link, με «βάζει στην πρίζα». Αποστολέας, ένας άνθρωπος την κρίση του οποίου εμπιστεύομαι απόλυτα και ο οποίος δε χρειάζεται ΩΡΛ. «Έχε αυτό υπόψη σου, για όταν ξαναγράψεις στα Underground Halls. Θέλω γνώμη», μου έγραφε. Έδωσα λοιπόν στο περιεχόμενο του μηνύματος τη δέουσα σημασία και πάτησα το link. Αυτό με οδήγησε στους NOOR.

Οι NOOR έρχονται από τον Καναδά, ενώ θα μπορούσες πολύ άνετα να πεις πως έρχονται «από το πουθενά». Δεν είχαν δώσει σημεία ζωής ως τώρα, μέχρι που έσκασε ως κεραυνός εν αιθρία το “Mother’s guilty pleasure part one”. Μια μικρή περιήγηση στον θαυμαστό (ή και όχι τόσο) κόσμο του διαδικτύου, με έφερε μπροστά σε πολλά αποθεωτικά σχόλια και αμέτρητους διθυράμβους, περί της «νέας, εκπληκτικής μπάντας» που καταθέτει «ένα άλμπουμ – φαβορί για την πρώτη θέση στα καλύτερα του 2024». Όντως, πίσω από αυτόν τον δίσκο, υπάρχει «πολύ ψωμί», όπως δείχνουν τα πράγματα. Είναι όμως όλα όπως φαίνονται;

Καταρχάς, τι άκυρο εξώφυλλο είναι αυτό; Και τι άκυρος τίτλος; Ουδεμία σχέση και επαφή με το ηχητικό περιεχόμενο. Εξώφυλλο και τίτλος θα μπορούσαν να ανήκουν σε μια alternative/grunge μπάντα, ενώ οι NOOR παίζουν τεχνικό αμερικανικό power metal. Κι εδώ ακριβώς, υπάρχει το «ψωμί» που λέγαμε στην αρχή. Τικάρουν αρκετά «κουτάκια». Η φωνή, είναι καταπληκτική. Ξέρουμε, έχουμε δει τραγουδιστές που θυμίζουν άλλους συναδέλφους τους. Αν η ομοιότητα είναι μεγάλη, τους λέμε «κλώνους». Αναρωτιέμαι λοιπόν, πώς να χαρακτηρίσω τον Thomas Karam; Τον ακούω και νομίζω πως ακούω τον Γιάννη Παπαδόπουλο των BEAST IN BLACK, όταν τραγουδούσε στους WARDRUM. Η χροιά, οι δυνατότητες, το «χρώμα», μέχρι και η τελική μίξη των δυο φωνών, όλα είναι ΙΔΙΑ!

Τα οκτώ τραγούδια του album, κρύβουν αρετές. Κάποιες αλλαγές, μερικά όντως καταπληκτικά riffs, ορισμένα lead σημεία που απογειώνουν σε φάσεις την εμπειρία της ακρόασης… και αυτά θυμίζουν απελπιστικά WARDRUM βέβαια, αλλά μη ξεχνάμε πως η δική μας μπάντα έχει «σκαρώσει» και 2-3 αριστουργηματικά άλμπουμ… Δε θα μου φαινόταν απίθανο να τα έχουν λατρέψει τούτοι οι Καναδοί! Βρίσκω όμως και χτυπητές αδυναμίες. Ο ήχος είναι πολύ πριμαριστός, θα ήθελα σαφέστατα πολύ πιο ψηλά το μπάσο. Αρκετές φορές, δεν υπάρχει ροή, αλλά τα τραγούδια ακούγονται ως μια συρραφή ιδεών. Μπορεί να φταίει η θέληση της μπάντας να συνθέσει τεχνοκρατικό υλικό, δεν ξέρω. Πάντως, μοιάζουν σαν να γράφτηκαν διάφορα θέματα ξεχωριστά και κόλλησαν όπως-όπως μεταξύ τους, για να γίνουν τραγούδια.

Κρατώ λοιπόν μικρό καλάθι και περιμένω αφενός τις επόμενες δουλειές τους, αφετέρου να τους δω live, για να κρίνω αν όντως έχουμε να κάνουμε μ’ ένα καινούργιο, απίθανο συγκρότημα που τώρα ψάχνει τα πατήματά του και στο μέλλον μας διαλύσει την ύπαρξη, ή όχι. Από καρδιάς, εύχομαι να ισχύει αυτό, μιας και ανακοινώθηκαν ήδη για το Up the Hammers του 2025. Δε θα είμαι αυστηρός. Καλή αρχή, κύριοι!

(7 / 10)

Δημήτρης Τσέλλος

ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ/ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗΣ: TOXIKULL
ΤΙΤΛΟΣ ΔΙΣΚΟΥ: “Under the southern light”
ΕΤΑΙΡΕΙΑ: Dying Victims Productions
ΣΥΝΘΕΣΗ:
Antim Batchev – Φωνητικά, μπάσο
Alex Carrapiço – Φωνητικά, κιθάρες
Michael Blade – Μπάσο
Tomás Oliveira – Τύμπανα
ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ:
Bandcamp
Bandcamp 2
Facebook
YouTube

Πάμε τώρα στην Ιβηρική. Πορτογαλία, Λισαβώνα και TOXIKULL! Τρίτος δίσκος για τους Πορτογάλους λοιπόν, μετά τα Black sheep και Cursed and punished και ενώ μεταξύ αυτών είχε μεσολαβήσει ένα διάστημα τριών ετών, για να έρθει το “Under the southern light” έπρεπε να περιμένουμε πέντε. Δεν πειράζει, λογικό, είχαμε και ανακατατάξεις στη μπάντα, όλα παίζουν τον ρόλο τους.

Φαίνεται πως το πενταετές αυτό διάστημα, λειτούργησε ευεργετικά για το group. Οι TOXIKULL παρουσιάζουν τη μέχρι τώρα καλύτερη δουλειά τους, δίχως αμφιβολία. Ποτέ δεν τους θεωρούσα κακή μπάντα, αλλά συνάμα ποτέ δε μου είχαν δώσει αφορμή για να τους ξεχωρίσω από τη μεγάλη πλειοψηφία των NWOTHM συγκροτημάτων, τα οποία παλεύουν με νύχια και με δόντια να ξεφύγουν από τη μετριότητα ή τα απλά «αξιόλογα» standards.

O αρχισυντάκτης μου, σε ένα πρόσφατο επεισόδιο της σειράς “Brand new metal”, έκανε μια πολύ σωστή παρατήρηση: Είναι εντελώς άστοχη κίνηση, να κυκλοφορείς έναν δίσκο που να θυμίζει πολύ έντονα JUDAS PRIEST, τη χρονιά που κυκλοφορούν δίσκο οι ίδιοι οι JUDAS PRIEST. Είναι δεδομένο πως δε θα σου βγει σε καλό, καθώς οι Ιερείς θα σε «καταπιούν», θα σε «σβήσουν» από τον χάρτη με συνοπτικές διαδικασίες. Αν ο δίσκος τους δε, είναι σαν το “Invincible shield”, τότε το δικό σου εγχείρημα, ισοδυναμεί με αυτοχειρία!

Οι TOXIKULL ευτυχώς, έχουν ένα πλεονέκτημα: Ποντάρουν στο κοινό του Underground, που έτσι κι αλλιώς δεν επηρεάζεται από το Mainstream. Έτσι, θα έχουν κάθε ευκαιρία να υποστηρίξουν το πολύ καλό τους album και να αντέξουν τους κραδασμούς. Έχει πολύ ωραία τραγούδια το “Under the southern light”. Εκτός από άκρατη Priest-ίλα, έχει μέσα μπόλικους μοντέρνους SAXON, ACCEPT, DIO, HAMMERFALL, μέχρι που τείνει να ακουμπήσει το power metal. Μουσική γραμμένη να παιχτεί «ζωντανά», απροβλημάτιστη. Αν είσαι ευδιάθετος, θα σε απογειώσει. Αν όχι, τότε ίσως σε βοηθήσει να αλλάξεις mood. Heavy metal λέγεται και του είναι πολύ εύκολο να το καταφέρει.

(7,5 / 10)

Δημήτρης Τσέλλος

EPs/LIVE & COMPILATION ALBUMS

Από το Bay Area της Καλιφόρνια, μας έρχεται μέσω της I, Voidhanger Records ένα άκρως ενδιαφέρον split μεταξύ δύο συγκροτημάτων, των LOTUS THIEF και των FORLESEN. Και τα δύο συγκροτήματα, μοιράζονται κοινά μέλη και αυτό φυσικά έκανε αυτήν την κυκλοφορία ακόμα πιο εύκολη και πιθανότατα, συνέβαλε και στην επιτυχία της, καθότι πραγματικά, παρότι προέρχεται από δύο διαφορετικές μπάντες, έχει μία παράξενη «συνέχεια» μεταξύ των κομματιών που το αποτελούν.

Οι μεν πρώτοι, οι LOTUS THIEF, έχουν αποδείξει έμπρακτα την αγάπη τους για την Ελληνική Μυθολογία, έχοντας αφιερώσει σε αυτήν ολόκληρο το προηγούμενο άλμπουμ τους “Oresteia” του 2020 οι δε FORLESEN, έχουν ήδη δύο ολοκληρωμένα και πολύ δυνατά άλμπουμ στην δισκογραφική τους φαρέτρα, έχοντας αρχίσει να δισκογραφούν από το 2020. Πρόσφατη προσπάθειά τους, το εξαιρετικό “Black terrain”, για το οποίο είχα γράψει στο 124ο Underground Halls.

Το split, το οποίο δεν έχει συγκεκριμένη ονομασία πέραν των δύο ονομάτων των μπαντών, περιλαμβάνει δύο συνθέσεις, δύο τραγούδια, ένα από τον κάθε ένα συντελεστή. Μεγάλα τραγούδια, άνω των δέκα λεπτών το κάθε ένα, με τους LOTUS THIEF να βρίσκονται στην πιο επική μορφή τους μέχρι σήμερα και με το κομμάτι τους “In Perdition”, το οποίο δανείζεται την θεματολογία του από το «The Decamaron» του Giovanni Boccaccio, μια σειρά 100 διηγημάτων που διηγούνται μια μεγαλύτερη ιστορία που ασχολείται με μια ομάδα νεαρών που καταφεύγουν έξω από τη Φλωρεντία για να αποφύγουν την πανώλη.

Οι FORLESEN, μας προσφέρουν ένα κομμάτι, το “Black is the color”, το οποίο εξελίσσεται σε έναν folk μύθο, που έχει τις ρίζες του στα Απαλάχια όρη, όπως το συγκρότημα τον φαντάστηκε και διασκεύασε μέσα στα δικά του μέτρα. Doom, black, folk, κέλτικα στοιχειά, πολλά και όμορφα πράγματα να βρει και να απολαύσει κανείς, σε ένα split που μπορεί να μεταδώσει συναισθήματα που θα μπορούσαν να προέρχονται από έναν ολόκληρο, πλήρη σε διάρκεια δίσκο. Δύο σχήματα, με τα οποία αξίζει κανείς να ασχοληθεί ξεχωριστά.

Μπορείς να το προμηθευτείς από εδώ

Φανούρης Εξηνταβελόνης

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here