«Πόσα αντίτυπα έχει πουλήσει το συγκρότημα; Από ποια εταιρεία κυκλοφορεί το άλμπουμ; Παίζει μέσα κανένας γνωστός;». Ερωτήματα που τουλάχιστον εδώ, δεν υφίστανται. Και δεν υφίστανται, διότι πολύ απλά, δε μας ενδιαφέρουν οι απαντήσεις τους. Η ποιότητα στη μουσική είναι αυτό που μας ενδιαφέρει. Το να ανακαλύπτει κανείς νέες αγαπημένες μπάντες εκεί που δεν το περιμένει, θα αποτελεί πάντα, εκτός από μεγάλη ικανοποίηση, την πλέον ευχάριστη πρόκληση, καθώς κι εμείς είμαστε πρωτίστως οπαδοί. Σε μια στήλη λοιπόν όπου τα «αδηφάγα» αυτιά των ολοένα και αυξανόμενων φίλων της δεν έχουν σύνορα, έτσι κι εμείς θα προσπαθούμε κάθε φορά να παρουσιάζουμε τη μεγαλύτερη δυνατή γκάμα ήχων και συγκροτημάτων. Άλλωστε, κανένα best seller δε θα υπήρχε, αν δεν υπήρχε η σκηνή του UNDERGROUND.

ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ/ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗΣ: NIGHTBEARER
ΤΙΤΛΟΣ ΔΙΣΚΟΥ: “Defiance”
ΕΤΑΙΡΕΙΑ Testimony Records
ΣΥΝΘΕΣΗ:
Michael Torka – Φωνητικά
Dominik Hellmuth – Κιθάρα
Tristan Schubert – Κιθάρα
Florian Böhmfeld – Μπάσο
Manuel Lüke – Τύμπανα
ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ:
Bandcamp
Testimony Records Bandcamp
Facebook
Spotify
Καιρό είχαμε να παρουσιάσουμε κάποιο death metal άλμπουμ. Οι NIGHTBEARER από τη Βόρεια Ρηνανία-Βεστφαλία παίζουν λοιπόν κλασικό death metal, αλλά με έντονη τη μελωδική προσέγγιση. Τούτοι οι Γερμανοί υπάρχουν από το 2017 και θα βρεις εκεί έξω και άλλα δύο δικά τους άλμπουμ, το “Tales of sorcery and death” που κυκλοφόρησε το 2019 και το “Ghosts of a darkness to come”, που βγήκε τρία χρόνια μετά.
Ποιες οι επιρροές τους; AT THE GATES, DESERTED FEAR, NIGHT IN GALES, πολύ παλαιοί DARK TRANQUILITY και IN FLAMES, μέχρι και DISSECTION, αφού δε λείπουν τα πολύ μελωδικά black metal στοιχεία. Αυτό σημαίνει πολύ δυναμικά riffs, δυνατά grooves, γρήγορα περάσματα, μελωδικά hooks, καλά καλυμμένες «Maiden-κές μελωδίες», πανέμορφα leads, μια κάπως μελαγχολική χροιά που δεν κρύβεται και ακουστικά μέρη σωστά τοποθετημένα…
Τα τραγούδια του “Defiance” είναι γοητευτικά παλαιομοδίτικα! Ακούγοντάς τα, ώρες-ώρες, νομίζω πως ταξιδεύω πίσω στα 90s! Η καλύτερη σύνθεση του δίσκου είναι μάλλον το σχεδόν δεκάλεπτο “Ascension”, όπου η μπάντα δείχνει να μη φοβάται να «απλώσει» τη διάρκεια, ώστε να παρατάξει όλες τις αρετές της. Και κάτι ακόμη που ενέτεινε τον ρομαντισμό και τη νοσταλγία; Το instrumental “Until we meet again”. Κάποτε είχα ενθουσιαστεί με το “Dialogue with the stars” από το “Whoracle” των IN FLAMES, σε σημείο που ακόμη πιστεύω πως πρόκειται για την καλύτερη σύνθεση του δίσκου. Ε, στο “Until we meet again” βρήκα επιτέλους τον διάδοχό του. Στιχουργικά, η έμπνευση έρχεται από την τριλογία “His dark materials” του Philip Pullman, ενώ η καθαρή και δυνατή παραγωγή του κιθαρίστα Dominik Hellmuth, στα Hellmouth Studios, κολακεύει, όπως κολακεύει και το artwork του Timon Kokott, σε συνδυασμό με το layout του τραγουδιστή Michael Torka.
Γενικά, όπως κατάλαβες, έχουμε να κάνουμε με μια πολύ προσεγμένη δουλειά, σε όλους τους τομείς. Όποιος εκτιμά το NWOSDM όπως αυτό παιζόταν από αυτούς που το «εφηύραν» τον παλιό καλό καιρό, που λένε και τα παραμύθια, με το “Defiance” θα βρει άλλον έναν δίσκο και άλλο ένα συγκρότημα να ασχοληθεί. Μόνο να σημειωθεί πως αυτός (ο δίσκος δηλαδή) ηχογραφήθηκε από τους Michael Torka, Dominik Hellmuth και Manuel Lüke και η σύνθεση που βλέπεις, είναι η τωρινή.
(8 / 10)
Δημήτρης Τσέλλος
ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ/ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗΣ: NECHOCHWEN
ΤΙΤΛΟΣ ΔΙΣΚΟΥ: “Spelewithiipi”
ΕΤΑΙΡΕΙΑ: Nordvis Produktion
ΣΥΝΘΕΣΗ:
Pohonasin – Μπάσο, τύμπανα, φωνητικά (backing)
Nechochwen – Φωνητικά, κιθάρες, πλήκτρα, παραδοσιακά όργανα
ΣΥΝΔΕΣΜΟΙ:
Bandcamp
Facebook
Deezer
Spotify
Tidal
Μέσα στο πολυδιάστατο φάσμα του αμερικανικού underground metal το οποίο πραγματικά εκπλήσσει, οι NECHOCHWEN των Aaron Carey/Nechochwen (COLDFELLS, END) και Andrew D’Cagna/Pohonasin (IRONFLAME, COLDFELLS, ICARUS WITCH), ξεχωρίζουν ως μια μπάντα που δεν περιορίζεται σε μουσικά είδη, αλλά λειτουργεί ως φορέας πολιτισμικής μνήμης και πνευματικής αναζήτησης. Το όνομά τους, “Nechochwen”, προέρχεται από τη γλώσσα των Λενάπε (Lenape) και σημαίνει «περπατώντας μακριά» ή «αυτός που βαδίζει μόνος μακριά», υποδηλώνοντας ένα ταξίδι, τόσο κυριολεκτικό όσο και μεταφορικό. Η ιστορία τους δε, ξεκινάει το 2008, έχοντας ήδη στην «πλάτη» τους τέσσερα ολοκληρωμένα άλμπουμ, με το φετινό να αποτελεί το πέμπτο τους εγχείρημα. Αυτή η επιλογή αντικατοπτρίζει την επιθυμία του συγκροτήματος να εξερευνήσει και να αναδείξει την πολιτιστική κληρονομιά των ιθαγενών λαών της Βόρειας Αμερικής, ιδιαίτερα των Λενάπε, μέσα από τη μουσική τους.
Το άλμπουμ “Spelewithiipi”, του οποίου ο τίτλος σημαίνει «μεγάλο λευκό ποτάμι», αναφερόμενο στον ποταμό Οχάιο στη γλώσσα των Λενάπε, αποτελεί μια βαθιά βύθιση στον κόσμο των ιθαγενών παραδόσεων και της πνευματικότητας τους. Οι NECHOCHWEN χρησιμοποιούν το άλμπουμ ως μέσο για να αφηγηθούν ιστορίες, μύθους και εμπειρίες των Λενάπε, συνδυάζοντας παραδοσιακά μουσικά στοιχεία με σύγχρονες metal επιρροές. Το αποτέλεσμα είναι μια μουσική εμπειρία που γεφυρώνει το παρελθόν με το παρόν, προσφέροντας στον ακροατή μια μοναδική προοπτική στον πολιτισμό και την κοσμοθεωρία των ιθαγενών λαών.
Η μουσική του “Spelewithiipi” χαρακτηρίζεται από την ενσωμάτωση παραδοσιακών οργάνων, όπως το φλάουτο και η ακουστική κιθάρα, με πιο σύγχρονα metal στοιχεία. Αυτή η σύνθεση δημιουργεί ένα σύνολο που είναι τόσο οικείο όσο και εξωτικό, επιτρέποντας στον ακροατή να βιώσει την πνευματικότητα και την ιστορία των Λενάπε με έναν νέο τρόπο. Οι συνθέσεις είναι προσεκτικά δομημένες, με έμφαση στη μελωδία και την ατμόσφαιρα, αντικατοπτρίζοντας την ομορφιά και τη σοφία της ιθαγενής παράδοσης. Το “Spelewithiipi” δεν είναι απλώς ένα μουσικό άλμπουμ, αλλά μια πολιτιστική παρουσίαση. Μέσα από τη μουσική τους, οι NECHOCHWEN επιδιώκουν να διατηρήσουν και να αναβιώσουν τις παραδόσεις των Λενάπε, προσφέροντας μια δυνατότητα για την έκφραση και την αναγνώριση της πολιτιστικής τους κληρονομιάς. Το άλμπουμ λειτουργεί ως γέφυρα μεταξύ των γενεών, φέρνοντας στο φως ιστορίες και αξίες που κινδυνεύουν να χαθούν στη λήθη.
Το “Spelewithiipi” είναι ένα έργο που συνδυάζει μουσική δεξιοτεχνία με βαθιά πολιτιστική και πνευματική σημασία. Οι NECHOCHWEN καταφέρνουν να δημιουργήσουν ένα άλμπουμ που είναι ταυτόχρονα καλλιτεχνικά εντυπωσιακό και πολιτιστικά σημαντικό, προσφέροντας στον ακροατή μια εμπειρία που είναι τόσο αισθητικά ευχάριστη όσο και πνευματικά εμπλουτιστική. Μέσα από το “Spelewithiipi”, οι NECHOCHWEN μας προσκαλούν να περπατήσουμε μαζί τους στον δρόμο της μνήμης και της ανακάλυψης, αναδεικνύοντας την ομορφιά και τη σοφία των ιθαγενών παραδόσεων της Βόρειας Αμερικής.
(8,5 / 10)
Φανούρης Εξηνταβελόνης
ME, MYSELF AND I – Projects with a single member
Μέσα στην παγωνιά των σιωπηλών τόπων, εκεί όπου το metal παύει να είναι απλώς μουσική και γίνεται ρήξη με την πραγματικότητα, η Marion Leclercq, δημιουργός πίσω από το project MÜTTERLEIN, επιστρέφει με ένα έργο εξαιρετικής δύναμης και συμβολισμού. Το “Amidst the flames, may our organs resound” έρχεται έξι χρόνια μετά το ντεμπούτο της, “Orphans of the black sun”, για να παγιώσει την ταυτότητα ενός από τα πιο ιδιόρρυθμα και ασυμβίβαστα ονόματα της σύγχρονης underground σκηνής.
Η Marion έχει πλέον χτίσει έναν προσωπικό ηχητικό κόσμο όπου το black metal διαπλέκεται με industrial, dark ambient, noise και μια σχεδόν μυστικιστική αίσθηση τελετουργίας, με θεματολογία που εστιάζει στην απώλεια, στη μνήμη, στο σώμα ως πεδίο μάχης, στον θάνατο όχι ως τέλος αλλά ως τόπο αποκάλυψης. Το “Amidst the flames, may our organs resound” ηχεί σαν κραυγή μέσα σε έναν πνιγηρό θάλαμο. Η παραγωγή είναι ωμή, εσκεμμένα ασφυκτική, με τους ρυθμούς να μετατοπίζονται απρόβλεπτα και τις φωνές να μεταλλάσσονται από ψιθύρους σε ουρλιαχτά που μοιάζουν να βγαίνουν από τα έγκατα. Τα τραγούδια δεν διαχωρίζονται με συμβατικό τρόπο. Αντίθετα, μοιάζουν σαν ενότητες μιας τελετουργίας.
Το “Amidst the flames, may our organs resound” δεν είναι εύκολο άκουσμα και δεν προσφέρεται για επιφανειακές ακροάσεις. Όσοι ακούνε μουσική για να αισθανθούν άνετα, καλύτερα να στραφούν αλλού. Το έργο των MÜTTERLEIN προσφέρει κάθαρση, είναι ένα ιερό, σκοτεινό κάλεσμα από μια γυναίκα που αρνείται να σωπάσει. Πολύ απαιτητικό, απροσπέλαστο για κάποιους, αλλά γεμάτο αλήθεια για όσους αφεθούν. Ένα σπάνιο διαμάντι avant-garde black/noise, με ειλικρινή ψυχική ένταση και ανελέητη δημιουργική φλόγα. Κυκλοφορεί από την Debemur Morti Productions.
Χρήσιμα links:
Facebook
Bandcamp
(9 / 10)
Οι LHAÄD είναι δημιούργημα του θρυλικού Lykormas, μουσικού με ρίζες στο βελγικό underground και με παρελθόν σε σχήματα όπως οι WOLVENNEST και CULT OF ERINYES. Στους LHAÄD, ωστόσο, ο ίδιος καταθέτει κάτι πιο προσωπικό και ενδοσκοπικό: ένα black metal φορτισμένο από ατμόσφαιρα, industrial υφές και μια πεισματική άρνηση για ευθύγραμμη εξέλιξη. Οι στίχοι, μοιάζουν περισσότερο με μυστικιστικά ψιθυρίσματα παρά με κλασικές αφηγήσεις. Η θεματολογία διατηρεί τον υπερβατικό της χαρακτήρα, αλλά το “Beyond” φέρνει στο προσκήνιο έναν πιο σαφή υπαρξισμό. Ερωτήματα για την ταυτότητα, τον χρόνο, την έννοια της συνέχειας.
Η παραγωγή είναι εξαιρετικά προσεγμένη. Τραχιά όταν πρέπει, αλλά ποτέ μπερδεμένη. Δυναμική, χωρίς να γίνεται φλύαρη. Εδώ διακρίνεται και η ωριμότητα του Lykormas, που ξέρει πότε να απλώσει την ορμή της κιθάρας και πότε να την κόψει απότομα. Τα κομμάτια δεν έχουν ανάγκη να εντυπωσιάσουν. Χτίζονται αργά, σαν τελετές, με υπομονή σχεδόν μονότονη, μέχρι που η ένταση γίνεται αφόρητη και όμως, δεν κορυφώνεται ποτέ με τον τρόπο που θα περίμενε κανείς. Κάθε σύνθεση είναι μια κλειστή πύλη, και η είσοδος προϋποθέτει θυσία.
Με το “Beyond”, οι LHAÄD ολοκληρώνουν μια τριλογία πυκνής μαυρίλας που ξεκίνησε το 2021 με το “Below” και συνεχίστηκε το 2024 με το “Beneath”. Το “Beyond” δεν είναι απλώς η συνέχεια, είναι η κορύφωση, η στιγμή της αποκάλυψης, εκεί όπου το black metal παύει να είναι απλά έκφραση οργής και γίνεται φιλοσοφικό εργαλείο. Κυκλοφορεί από την Amor Fati Productions.
Χρήσιμα links:
Bandcamp
Facebook
Spotify
Deezer
(8 / 10)
Φανούρης Εξηνταβελόνης
EPs/LIVES & COMPILATIONS
Φαντάζομαι ότι οι περισσότεροι της γενιάς μου, παρακολουθούσαν φανατικά πιτσιρικάδες τη σειρά “Shogun”, βασισμένη στο ομώνυμο βιβλίο του James Clavell, ενώ και οι νεότεροι σίγουρα θα έχετε δει το remake της. Από τον ήρωα που ενσάρκωσε τόσο εμβληματικά ο τεράστιος Toshiro Mifune πήραν το όνομα τους ετούτοι εδώ οι τύποι. Ξεκινώντας ως μια NWOBHM μπάντα, οι Βρετανοί TORANAGA (ή TORANAGA U.K. όπως θέλουν να αυτοαποκαλούνται πλέον) άλλαξαν τον ήχο τους στο τεχνικό thrash, ακολουθώντας τα χνάρια των συμπατριωτών τους XENTRIX, κυκλοφόρησαν τρία full length άλμπουμ και μετά από χρόνια, αποφάσισαν να βγάλουν ξανά τη σκουριασμένη katana από το θηκάρι και αφού την ακόνισαν καλά, κυκλοφορούν ένα νέο E.P. με τίτλο “A new order”.
Με μοναδικό εναπομείναν μέλος από την αρχική σύνθεση τον τραγουδιστή Mark Duffy, τους Liam Mulpetre, Josh Goldie στις κιθάρες, τον Mike Todd στο μπάσο και τον Toby Wallace στα τύμπανα, οι TORANAGA εδώ μας παρουσιάζουν τέσσερις συνθέσεις, δύο καινούργιες και δύο επανεκτελέσεις. Ξεκίνημα με το ορμητικό “Desecration”, ταχύτατο και με δυναμικό riff που προσωπικά μου θύμισε XENTRIX και MELIAH RAGE. Εξαιρετικό solo στο κομμάτι που σε προδιαθέτει ιδανικά για τη συνέχεια. Ακολουθεί το ομώνυμο τραγούδι, σε πιο χαμηλές ταχύτητες, σαφώς με μια σκοτεινή αύρα που νομίζω ότι θα αρέσει σε αρκετούς. Όμορφο κομμάτι που όμως θα το ήθελα ελαφρώς πιο γρήγορο.
Τα άλλα δύο κομμάτια προέρχονται από τον, κατά τη γνώμη μου, καλύτερο δίσκο των TORANAGA, και μιλάμε για το “God’s gift” του 1990. Εδώ θα ακούσετε δύο φοβερές επανεκτελέσεις του εκπληκτικού “The shrine” με τις τρομερές εναλλαγές του και του επικού “Sword of Damocles”, δύο φανταστικές συνθέσεις που δείχνουν τις δυνατότητες που έχουν οι TORANAGA. Γενικά δεν είμαι πολύ φίλος των επανηχογραφήσεων αλλά οφείλω να ομολογήσω ότι αυτές οι δύο με κέρδισαν με την τραχύτητα και τη φρεσκάδα τους. Εν κατακλείδι, το “A new order” παίρνει θετικό πρόσημο. Ένα E.P. που επιτυγχάνει το σκοπό του, να επαναφέρει δηλαδή τους TORANAGA στο προσκήνιο. Οι φίλοι του τεχνικού thrash ας τσεκάρουν άφοβα.
Περισσότερες πληροφορίες:
Bandcamp
Facebook
Spotify
Θοδωρής Κλώνης
Μετά το “The great seal” που κυκλοφόρησε το 2022 να κρίνεται ως επιτυχημένο και με τη νέα τους σύνθεση να έχει πια «δέσει», οι Φινλανδοί άρχοντες του doom metal, SPIRITUS MORTIS, κυκλοφορούν το πρώτο τους live άλμπουμ, ηχογραφημένο σε διάφορα shows στην πατρίδα τους, στα πλαίσια της “The great seal” περιοδείας. Για όσους δε γνωρίζουν, τούτα τα παιδιά από το Alavus είναι η πρώτη doom metal μπάντα της χώρας, γνωστοί στις πρώτες τους μέρες ως RIGOR MORTIS (καμία σχέση με τους Αμερικανούς εννοείται), ιδρυθέντες από τα αδέρφια Maijala.
Το “The great live” επιτυγχάνει να «πιάσει» μέρος της επικής, θεοσκότεινης ατμόσφαιρας των studio κυκλοφοριών της μπάντας, όσο αυτό είναι εφικτό. Μιλάμε για doom metal που το χαρακτηρίζει καταχνιά, θανατίλα και στιχουργικά έλκεται από νεκροταφεία, τον Μαύρο Θάνατο, Σταυροφόρους και Ιερούς Πολέμους… όπως κατάλαβες, μιλάμε για πραγματικά «καταραμένο» metal. Και μπορεί να μην κρατά πια το μικρόφωνο ο μικρός θεός που ονομάζεται Sami Albert Hynninen, πρώην τραγουδιστής των διαλυμένων πια REVEREND BIZZARE, ωστόσο ο Kimmo Perämäki κάνει πολύ καλά τη δουλειά του.
Οι οπαδοί είναι σίγουρο πως θα το πάρουν. Για τους υπόλοιπους, μπορεί να λειτουργήσει και ως ένα τρόπον τινά “best of”, που θα τους συστήσει το συγκρότημα. Τώρα, σε περίπτωση που αποφασίσεις να αποκτήσεις κάποιο φυσικό format, θα ακούσεις δεκατρία κομμάτια, ενώ αν αποκτήσεις τη digital μορφή του, υπάρχει και bonus track. Κυκλοφορεί από την Svart Records.
Χρήσιμα links:
Official site
Bandcamp
Facebook
Spotify
Δημήτρης Τσέλλος