A day to remember… 8/10 [SUFFOCATION]

0
133

ΟΝΟΜΑ ΑΛΜΠΟΥΜ: “Effigy of the forgotten” – SUFFOCATION
ΕΤΟΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ: 1991
ΕΤΑΙΡΕΙΑ: R/C Records
ΠΑΡΑΓΩΓΟΣ: Scott Burns
ΣΥΝΘΕΣΗ ΜΠΑΝΤΑΣ:
Φωνητικά – Frank Mullen
Κιθάρες – Terrence Hobbs
Κιθάρες – Doug Cerrito
Μπάσο – Josh Barohn
Drums – Mike Smith

Tο 1991 ήταν χρονιά που το καυτό τότε death metal κάνει τη μεγαλύτερή του ίσως έκρηξη ως εκείνο το σημείο. Και δη, το κυρίαρχο Αμερικάνικο παρακλάδι του. Μια έκρηξη που ξεκίνησε το κομβικό 1989, όπου και εμφανίστηκαν δειλά-δειλά οι μπάντες που πήραν από το grindcore τα blastbeats και τα έβαλαν στο παιχνίδι, μαζί με μεγάλες αλλαγές στις πατροπαράδοτες δομές του είδους (όπως αυτές ορίστηκαν τη διετία ‘87 – ‘89 από τους DEATH, AUTOPSY, OBITUARY, MASSACRE). Με μπροστάρη της αλλαγής το θρυλικό “Altars of madness” των θεών MORBID ANGEL με τα αλλοπρόσαλλα για την εποχή παιξίματα τόσο κιθαριστικά όσο και στα τύμπανα, το death metal άρχιζε να ανοίγει τη “βεντάλια” της ακρότητας με τη διετία ‘90 – ‘91 να μας δίνει δίσκους όπως το εκπληκτικό “Blessed are the sick” των ίδιων, το μνημειώδες “Dawn of possession” των IMMOLATION (έχω μιλήσει εκτενώς, νομίζω, γι αυτό!), το θρυλικό και ανίερο ομώνυμο ντεμπούτο των DEICIDE (ευλόγησον και σώσον ημάς), το ασύλληπτο “The ten commandments” των MALEVOLENT CREATION (εδώ δεν έχει “ου φονεύσεις” εδώ έχει “ναι, θα φονεύσεις και θα πεις και ένα τραγούδι”) και ποιος ξεχνάει τα μνημεία ρομαντισμού “Eaten back to life”/”Butchered at birth” των CANNIBAL CORPSE; Χώρια που γενναίοι όπως οι ATHEIST με το “Piece of time”/”Unquestionable presence” και σε επίπεδο demos οι CYNIC, θα εξερευνούσαν τα πιο “προοδευτικά” μονοπάτια του death metal, με μια πιο ανοιχτή και καλλιτεχνική, ούτως ειπείν (ειδικά στα επόμενα χρόνια), προσέγγιση.

Ανάμεσα σε όλες αυτές τις διαρκείς ανακατατάξεις, κάπου στη πολιτεία της Νέας Υόρκης, μαγειρεύεται κάτι εντελώς διαφορετικό. Συγκεκριμένα στο Long Island, ήδη από τα 1988 έχουν ιδρυθεί κάτι τύποι επ’ ονόματι SUFFOCATION. Βαριά “φανέλα” (άμα μιλήσουμε με ποδοσφαιρικούς όρους) του Αμερικάνικου death metal. Όσον αφορά τους συντοπίτες τους της Νέας Υόρκης, δεν είχαν ούτε τα δυσαρμονικά riffs των IMMOLATION, ούτε το αργόσυρτο μαύρο και βορβορώδες συναίσθημα των INCANTATION. Αποτελούσαν κοινώς, κάτι καινοτόμο χωρίς να το γνωρίζουν τότε (πως θα μπορούσαν άλλωστε; ). Τεχνικοί, με κοψίματα να δίνουν και να παίρνουν, ήδη από το “Reincremated” demo (1990) καθώς και από το πρώτο τους βήμα στη δισκογραφία, το περίφημο “Human waste” EP (1991) που κυκλοφόρησε μέσω της Relapse τη Πρωτομαγιά του 1991. Οι SUFFOCATION, δεν έχασαν καθόλου χρόνο και μπήκαν στα Morrisound studios (τη Μέκκα των death metal παραγωγών τω καιρώ εκείνω), προκειμένου στις 8 Οκτωβρίου του 1991 (5 μήνες και κάτι μετά… για να βλέπουμε τι σημαίνει εργατικό συγκρότημα!), να κυκλοφορήσει από την θυγατρική της Roadrunner, R/C, το άλμπουμ που θα άλλαζε μια για πάντα τα δεδομένα στο death metal.

“Effigy of the forgotten” κυρίες δεσποινίδες και κύριοι! Ξέρω κάτι brutal deathsters φιλαράκια μου που αυτή τη στιγμή έχουν σηκωθεί κι έχουν βαρέσει μια περήφανη προσοχή. Προσοχή που δεν έχουν βαρέσει ούτε μπροστά σε υψηλόβαθμο στο στρατό! Διότι, αν το σκεφτούμε καλά, αγαπητοί αναγνώστες, εδώ έχουμε να κάνουμε με τους ταγματάρχες ενός ολόκληρου παρακλαδιού του death metal, θα τολμούσα να πω και του πλέον δημοφιλούς ανά τα χρόνια. Του brutal death φυσικά. Οι έντονες hardcore επιρροές σε κομμάτια ολέθρους τύπου “Mass obliteration” (ένα από τα πιο “ΗΛΙΑ, ΡΙΧΤΟ” riffs στη καριέρα των SUFFOCATION – για την ακρίβεια “TERRENCE HOBBS, ΡΙΧΤΟ”!), ως ευθεία απόρροια της τριβής τους με την πασίγνωστη σκηνή του hardcore στην Νέα Υόρκη (λέγε με SICK OF IT ALL, MADBALL, AGNOSTIC FRONT, CRO-MAGS και τα τοιαύτα), μπλέκονται με τα μοναδικά τους τεχνικά κοψίματα (ακόμα και στο ίδιο κομμάτι), και τα οποία ουδείς είχε χρησιμοποιήσει έτσι. Επιπλέον, τα μονολιθικά blastbeats του πρωτοπόρου Mike Smith, μετατρέπει τους πάντες σε “ελικοπτεράκια” από το κοπάνημα με το καλημέρα του δίσκου…. Τι μπάσιμο αυτό το “Liege of inveracity” που να με πάρει ο διάολος! Για σένα που διάβασες το τίτλο κομματιού και χαμογέλασες πλατιά γιατί ξέρεις, ναι, καλά κατάλαβες!

Από τις πρώτες νότες, αντιλαμβάνεσαι ότι έχεις να κάνεις με ένα άκρως διαφορετικό κτήνος από οτιδήποτε άλλο κυκλοφορούσε εκεί έξω. Φωνητικά από άλλο κόσμο, μοναδικά στο είδος τους (Frank Mullen ηγέτη ανέμιζε τη χαίτη! – ναι, τότε είχε μαλλιά τι θέτε; ), και κουρδίσματα που ακούγονται υπόκωφα και όμως τόσο πολύ κολακεύονται από τη παραγωγάρα του τιτάνα Scott Burns. Πολύ όμορφη πινελιά η σκέτη εισαγωγή με το rhythm section στο ομώνυμο για να ανασάνει ελαφρά ο ακροατής προτού μπει ξανά το blast-ίδι, και κάπου εκεί ξεπετάγεται η thrash πλευρά τους, όπως και στο απόλυτο αγαπημένο του γράφοντα, “Reincremation” (CREMATE THE WORLD!), μετατρέποντας το δίσκο σε ένα μοναδικό μακελειό. Στο βάθος τόσο σε αυτό όσο και το “Mass obliteration” καλεσμένος ήταν ο George Fisher (τότε) των MONSTROSITY και (μετέπειτα) των CANNIBAL CORPSE. Υπόδειγμα του ήχου των SUFFOCATION αποτελεί το φονικό “Infecting the crypts” το οποίο μετά το εκπληκτικό θρασάρισμα της εισαγωγής, κατεβάζει απότομα ταχύτητες για ένα φοβερό αργό riff, που ακούγεται σαν σφαλιάρα από πολυκατοικία, με τα επερχόμενα κοψίματα να μη τα προβλέπεις όσες φορές κι αν έχεις ακούσει το δίσκο (που εσύ που έχεις φτάσει ως εδώ, σίγουρα τον έχεις λιώσει! Και καλά έκανες!), κάτι που λέει πολλά για την συνθετική φρεσκάδα, και το πόσο αναθεματισμένα μπροστά από την εποχή του ήταν αυτό το άλμπουμ και συγκρότημα.

Μιλώντας για κλάση, καλό είναι να αναφερθούμε στο σχεδόν εξάλεπτο “Seeds of the suffering”, που μας δείχνει μια άλλη πτυχή των SUFFOCATION, πιο ποικιλόμορφη ακόμα, παρά το φονικό μπάσιμο του, με κιθαριστικές αρμονίες που κλείνουν το μάτι στο Bay Area thrash σε σημεία, με τα γκρουβάτα σημεία να δίνουν και να παίρνουν (οι hardcore καταβολές που λέγαμε προηγουμένως), σημεία που για την εποχή ήταν “τζιζ” για κάποιους κρετίνους πιουρίστες εκεί έξω, αλλά των Νεοϋορκέζων ουδέποτε ίδρωσε το αυτί τους παρά μόνο από το κοπάνημα! Οι αλλαγές επίσης δίνουν και παίρνουν σε ένα καταστροφικό γαϊτανάκι από riffs που ως και σήμερα, πολλοί προσπάθησαν να αναπαράξουν, αλλά ουδείς το κατάφερε ποτέ με τον ίδιο τρόπο. Οι Hobbs/Cerrito, κεντάνε στα κιθαριστικά solos που όσο κι αν πατάνε σε κάποιες thrash φόρμες, τόσο ρηξικέλευθα είναι στο τρόπο που έχουν δομηθεί και παρουσιάζονται έτσι σαν φρέσκια πρόταση. Μικρότερα σε διάρκεια τα θανάσιμα “Habitual infamy” και “Involuntary slaughter” (ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΥΡΙΟΙ, ΤΗ ΞΕΡΕΤΕ ΤΗ ΛΕΞΗ;! – τι υπέροχο υπόκωφο “ΜΠΟΥΜ” στην εισαγωγή…) που μοιράζουν φάπες σε κάθε άνθρωπο που ήρθε αντιμέτωπο με το μεγαλείο αυτού του άλμπουμ και του συγκροτήματος εν γένει.

Τίτλους τέλους στο μακελειό ρίχνει μετά από 37 λεπτά ένα από τα πλέον λατρεμένα του γράφοντος από το συγκρότημα το “Jesus wept” που ειδικά η ηχώ που κάνουν τα φωνητικά του Mullen στο φινάλε του, ενισχύει την πεποίθηση ότι η μπάντα έχει αφήσει έναν κρανίου τόπο πίσω της! Το δε εθιστικό riff στο ρεφρέν, έχει στείλει τα άλατα του σβέρκου του, πολλάκις στον αγύριστο, με τα χτυπήματα του Smith στα πιατίνια να φεύγουν σαν λεπίδες που πετσοκόβουν τα πάντα! Δίσκος, που τον έντυσε οπτικά με το εντελώς δυστοπικό και βιομηχανικό του αριστούργημα ο μεγάλος Dan Seagrave. Κλασσικό εξώφυλλο για το είδος όσο λίγα, και τέλεια οπτικοποίηση του προαναφερθέντος κρανίου τόπου που άφησε η μπάντα στο πέρασμα της. 30 χρόνια μετά τη πρώτη φορά που η ανθρωπότητα ήρθε αντιμέτωπη με αυτό, το τιτάνιο “Effigy of the forgotten” στέκει αγέρωχο, ανέγγιχτο από το χρόνο και μη σας πω, ότι στη σημερινή death metal πραγματικότητα, εξηγεί πολλά περισσότερα για τις ρίζες του είδους από οποιοδήποτε ντοκιμαντέρ που το αφορά. Απλά το βάζεις να παίζει, και καταλαβαίνεις που πάτησαν οι PYREXIA, DYING FETUS, DEEDS OF FLESH, INVERACITY, DISGORGE, SEVERE TORTURE, SEVERED SAVIOR, DISAVOWED αυτού του κόσμου για να χτίσουν καθείς το δικό του όμορφο μύθο. Το σύνθημα όμως, δόθηκε εδώ.

THERE WILL BE NO REBIRTH FOR YOUR SOUL!
EMPTINESS THAT CLOUDS YOUR DEPRESSION!
FORCED TO SEE THE LIGHT, KNOWING JESUS WEPT!

Did you know that?

-Χρειάστηκε σημείωση στο βιβλιαράκι του δίσκου, όπως και στο “Tomb of the mutilated” των CANNIBAL CORPSE, πως δε χρησιμοποιήθηκε pitchshifter ή harmonizer στα φωνητικά, γιατί αλλιώς κανένας δε θα πίστευε ότι είναι πραγματικός άνθρωπος αυτός που τραγουδάει!

-Αποτελεί ένα από τα άλμπουμ, αγκαζέ με το “Human” των DEATH  μεταξύ άλλων που αφιερώθηκαν στη μνήμη του Roger Patterson των τεράστιων ATHEIST. Οι γραμμές αυτές, από μεριάς του Rock Hard, αφιερώνονται στη μνήμη του ως εις εκ των ρηξικέλευθων που αναφέραμε παραπάνω.

-Έχει επανακυκλοφορήσει λίγες σχετικά φορές, με τη μια, στη σειρά “Two from the vault” της Roadrunner το 2003, χωρίς στίχους, με δεύτερο CD το “Pierced from within”. Ανεξήγητα ακριβές εκδόσεις, αλλά εάν έχετε αγάπη γι αυτές, διαβαίνετε! Προσωπικά συνιστώ σαφώς τη πιο προσεγμένη της Listenable που βγήκε φέτος για τα 30 χρόνια του, πλήρης με βιβλιαράκι και στίχους.

Γιάννης Σαββίδης

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here