MORBID ANGEL: “The Immortal Years” (1984-1996)

0
218

  morbid angel afieroma 5 Είναι ίσως το μοναδικό σχήμα στο χώρο του death metal, που ο μύθος της περιόδου 1989-1996 είναι πολλά επίπεδα πάνω από το όνομα MORBID ANGEL. Ήταν τότε που από την υπερδραστηριοποίηση τους στο underground μέχρι το 1987-88, βρέθηκαν το 1993 να είναι η κορυφαία ακραία μπάντα με το ασσύληπτο “Covenant” και να έχουν τις περισσότερες πωλήσεις δίσκων στο νεκρομεταλλικό κομμάτι της μεταλλικής σκηνής. Οι Αμερικανοί, όμως, είναι πολλά περισσότερα από μια death metal μπάντα, κάτι που σίγουρα πλήρωσε ο, ελληνικής καταγωγής, ηγέτης τους, Trey Azagthoth (Γιώργος Εμμανουήλ ), όταν έδιωξε με τη στάση του τον David Vincent, επειδή δεν του άρεσαν τα φωνητικά του στο “Domination” (1995).

Θυμάμαι ακόμα το μεταμεσονύχτιο σοκ του να βλέπεις τον επιβλητικό frontman να ανακοινώνει στη Vanessa Warwick του Headbanger’s Ball, ότι αποχωρεί από τη μπάντα στα παρασκήνια του Graspop Metal Meeting στις 30 Ιουνίου του 1996. Ηταν το τέλος μιας τρελής πορείας που ξεκίνησε το 1983, αλλά παραδόξως χωρίς εκείνον και χωρίς τον έταιρο συνυπεύθυνο για τον χαρακτηριστικό τους ήχο, τον Pete “Commando” Sandoval.

Όταν τους ξεκίνησε ο Trey Azagthoth ήταν 18 χρονών και βαθύτατα επηρρεασμένος από τους VENOM και το thrash ήχο της αμερικάνικης σκηνής. Όπως και ο Chuck Schuldiner, έψαχνε για χρόνια την ηχητική ταυτότητα της μπάντας του, αλλάζοντας πέντε frontmen πριν καταλήξει στον David Vincent!

Παράλληλα με αυτούς φωνητικά θα έκανε και ο drummer τους, Mike Browning, ο οποίος έπαιξε τεράστιο ρόλο στον ήχο, για τον οποίο θα γίνονταν πασίγνωστοι στα late 80s/early 90s. Μαζί του τελικά ηχογράφησαν τα δύο πρώτα demos τους και φυσικά το “Abominations of desolation”! Οι φωνητικές του γραμμές και η εκφορά των φράσεων ήταν τόσο χαρακτηριστική, που ουσιαστικά ο David Vincent «πάτησε» πάνω σε αυτή τη φόρμα και εξέλιξε στο μέγιστο βαθμό αυτή τη φόρμα φωνητικών στο “Altars of madness”.

O Browning ήταν πέρα από τραγουδιστής και ο drummer των MORBID ANGEL στα 4 πρώτα χρόνια ζωής τους. Καθόλου τυχαία πήρε μαζί του αυτή την ηχητική ταυτότητα για να δημιουργήσει τους NOCTURNUS, όπου και θα συνέχιζε να κάνει τα φωνητικά παράλληλα με τα drums. Όταν κυκλοφόρησε το “The key”, σύσσωμος ο τύπος και οι οπαδοί το αποθέωσαν, βρίσκοντας μέσα του όλα τα στοιχεία που χαρακτήριζαν τους MORBID ANGEL. Και ποια ήταν αυτά;

 

Στο όνομα αυτής της μπάντας η πρώτη εικόνα που έρχεται στο νου είναι φυσικά η φιγούρα του Trey Azagthoth. Ένα υπερφυσικό ον, που ξεπερνούσε το μύθο του από δίσκο σε δίσκο και από συνέντευξη σε συνέντευξη. Ο,τι έλεγε γινόταν μονομιάς αντικείμενο συζήτησης και ό,τι έκανε σε κιθαριστικό επίπεδο ανέβαζε το επίπεδο δυσκολίας και ικανοτήτων σε δυσθεώρατα ύψη. Το κύριο στοιχείο στο παίξιμο του είναι αυτά τα «περίεργα» αργόσυρτα ατονικά riffs, που ουσιαστικά καθορίζουν τη δομή της σύνθεσης. Αντίθετα από την παραδοσιακή μορφή σύνθεσης που θέλει κάποια γέφυρα ή solo να διαδέχεται το κύριο riff, ο Trey εισήγαγε εκτεταμένα με έναν πολύ πρωτότυπο τρόπο την ιδέα του Kerry King να χρησιμοποιεί έντονα το τρέμολο και να αναπαράγει τρελαμένους ήχους χωρίς μουσικότητα. Μόνο που εκείνος στο “Hell Awaits” των SLAYER το έκανε αποκλειστικά στα solos, ενώ ο Trey το έβαλε σε κάθε σημείο του κομματιού, πατεντάροντας τόσο τα εμβόλιμα τρελαμένα κιθαριστικά μέρη-γέφυρες, όσο και το χαρακτηριστικό σφύριγμα μετά από κάθε riff ή απότομη αλλαγή ρυθμού, που ταυτοποίησε τον Φλοριδιανό death metal.

Ετσι τα τρελαμένα solos θα έμπαιναν εμβόλιμα σε κάθε σημείο του κομματιού, αντικαθιστώντας τις γέφυρες και προτείνοντας μια πιο «ανώμαλη» σύνδεση των φωνητικών μερών ενός κομματιού . Κι όταν θα εμφανίζονταν οι γέφυρες η διαφορά θα ήταν πέρα από εμφανής και trademark της μπάντας, όπως χαρακτηριστικά απεικονίζεται στο πασίγνωστο “Chapel of ghouls” από την ηχογράφηση του “Abominations of desolation” το 1986. Καθόλου τυχαία πολλοί πιστεύουν ότι αυτή ήταν και η πρώτη death metal ηχογράφηση, καθ’όλα αποκκομένη από τη thrash ηχητική και συνθετική αντίληψη, που είχαν όλες οι μετέπειτα μεγάλες μπάντες του αμερικάνικου death metal. Στο φως, όμως, θα ερχόταν όλο αυτό το υλικό αρκετά χρόνια μετά όταν θα το κυκλοφορούσε η Earache το 1991, προσθέτοντας ειδική αναφορά στο εξώφυλλο, για να διευκρινίσει ότι δεν είναι το νέο τους album για εκείνη τη χρονιά!

morbid angel afieroma 19H κυκλοφορία του “Altars of madness” (1989) επιβεβαίωσε το θόρυβο που είχε δημιουργηθεί στο underground με το “Thy Kingdom come” 7″ ένα χρόνο πριν. Εκεί οριστικοποιήθηκε η δραστική στο line up τους, με τον David Vincent να παίρνει τη θέση του frontman και τον Pete “Commando” Sandoval των TERRORIZER να τρομοκρατεί τους πάντες με το παίξιμο του πίσω από τα τύμπανα. Εκείνος ουσιαστικά έκανε τη δραστική αλλαγή στο υλικό, που είχε ήδη έτοιμο ο Trey από τα mid 80s και συνδιαμορφώσει με τον Browning και τον Brunelle. Εισήγαγε τα blastbeats, εμπλουτίζοντας τον ήχο τους και κάνοντας πιο ακραίο το τελικό αποτέλεσμα που κύριο χαρακτηριστικο του ήταν και οι φρενήρεις ρυθμοί, τα αβυσσαλέα φωνητικά και τα άψογα εκτελεσμένα κιθαριστικά μέρη από τον Trey και τον Brunelle. Ο ήχος που είχαν τότε ήταν περισσότερο πριμαριστός με όλα τα όργανα να ακούγονται στο ίδιο επίπεδο, κάτι που δε θα ξαναέκαναν ποτέ στο μέλλον. Ηχητικά οι MORBID ANGEL δε θα ξανακούγονταν ποτέ έτσι και γι’αυτό πολλοί αρέσκονται στο ντεμπούτο τους, που στιγμάτισε την πρώτη μορφή του αμερικάνικου death με την κυκλοφορία του από την αγγλική Earache.Ολα μα όλα τα μέρη αυτού του δίσκου είναι κλασικά και καταδικασμένα να αποτελούν μέρος του σετλιστ τους στις συναυλίες έκτοτε! Είναι σίγουρα ένα από τα καλύτερα ντεμπούτα στην ιστορία της μεταλλικής σκηνής και το κλείσιμο μιας εποχής για τους MORBID ANGEL, αφού ηχητικά θα απομακρυνθούν από τον επόμενο κιόλας δίσκο.

 

 

morbid angel afieroma 25  Όσο περνούσαν τα χρόνια οι ταχύτητες στο riffing μειώνονται στο παίξιμο του, δίνοντας έναν απόκοσμο και heavy ήχο σε κάθε τραγούδι τους. Αυτό το αργόσυρτο παίξιμο είναι και το trademark του ήχου τους, το οποίο ακόμα και οι TRIVIUM του “Shogun” εισήγαγαν ως στοιχείο στον ήχο τους! Η μετάβαση έγινε στο “Blessed are the sick”, που είναι – για εμένα – ο πιο ακραίος δίσκος της πορείας τους. Ακούγοντάς το από την αρχή μέχρι το τέλος, σαστίζει κανείς από τις αλλεπάλληλες διακυμάνσεις και τα υποτονικά ξεσπάσματα, που λειτουργούν σαν ύπουλα χτυπήματα. Το “Fall from grace” είναι η σύνθεση που έδειχνε την έντονη διαφοροποίηση από την συνεχόμενη και συμπαγή αντίληψη τραγουδοποιίας, που είχαν μέχρι τότε. Κοφτά riffs, άπειρα τρελαμένα εμβόλιμα κιθαριστικά μέρη,αλλεπάλληλα κοψίματα ρυθμών που σοκάρουν στην πρώτη ακρόαση και φυσικά άρρυθμα μέρη, που μόνο prog δε μπορεί κάποιος να τα πει!

 

morbid angel afieroma 2  Με αυτή τη λογική ο όρος τεχνικό και ακραίο θα επαναπροσδιοριζόταν και η χρήση των blastbeats που εισήγαγε ο Sandoval θα αποκτούσαν διαφορετική υπόσταση. Σε εκείνο το δίσκο οι MORBID ANGEL έδειξαν ότι δεν είναι μια ακόμα death metal μπάντα, αλλά μια ακραία μπάντα με ταυτότητα που ξεπερνούσε τα όρια του metal και μπορούσε να εισάγει στοιχεία ακόμα και από την κλασική μουσική – καθόλου τυχαία ο Trey αφιέρωνε κάθε νέο δίσκο τους στον Mozart!

Οι φωνητικές γραμμές που είχαν τεθεί ως trademark από τον Browning και είχαν αλλάξει στο “Blessed are the sick”, θα τελειοποιηθούν στο “Covenant”, που είναι το πιο μοσχοπουλημένο death metal album όλων των εποχών! Χωρίς τον Richard Brunelle, που είχε αναλάβει τη δεύτερη κιθάρα από το 1986, οι Αμερικανοί πέτυχαν ως τρίο έναν απόλυτα συμπαγή και ακραίο ήχο στον τρίτο τους δίσκο! Ο David Vincent πλέον παίζει καθοριστικό ρόλο στην μορφολογία των συνθέσεων με τα φωνητικά του μέρη, αφού στο “Blessed are the sick” μετέφερε τη θεματολογία των στίχων στον αποκρυφισμό και στην μαγεία της Ανατολής.

morbid angel afieroma 14Η εκφορά των φράσεων θα είναι ριζικά ανανεωμένη με πολύ βάθος και χρωματισμούς που είναι σημείο αναφοράς στην υπόθεση death metal φωνητικά. Όλα λειτούργησαν άψογα σε αυτό το δίσκο, με τον Pete Sandoval να παρασέρνει τον Trey σε έναν πόλεμο ρυθμών ανάμεσα σε lead κιθάρα και drums. Αυτή η χρήση εκρηκτικων drums με blastbeats πίσω από τρελαμένα άρρυθμα solos με πολλά σφυρίγματα θα είναι και το δεύτερο trademark του ήχου τους, το οποίο μέχρι τότε παρουσιαζόταν αποσπασματικά σε μέρη των κομματιών τους. Πλέον θα ήταν το standard σχεδόν όλων των κομματιών τους, δημιουργώντας έναν πιο συμπαγή και ομοιογενή χαρακτήρα στις συνθέσεις – το “Pain divine” είναι αντιπροσωπευτικό δείγμα αυτής της δομής.

 

morbid angel afieroma 22 Το “Angel of disease” που περιλαμβάνεται σε αυτό το album, θα είναι και το τελευταίο κομμάτι που θα έμπαινε σε δίσκο τους από τις πρώτες τους συνθέσεις. Θαρρώ πως λειτουργεί άψογα ως σχόλιο για να αντιληφθεί και ο πλέον άσχετος για την εμφανή διαφοροποίηση που είχαν πλέον από την πρώτη τους εποχή – παρατηρήστε πόσο διαφορετικά ακούγονται τα φωνητικά του σε σύγκριση με τον υπόλοιπο δίσκο! Αυτό το αργόσυρτο και συμπαγές riffing με τις αλλαγές ρυθμών όπως στο “Vengeance is mine”, είναι και το στοιχείο που τους διαφοροποίησε και από το “Blessed are the sick”, το οποίο και heavy ήχο δεν είχε και η ομοιογένεια ήταν απλώς άγνωστη λέξη!

 

Εκείνη η περίοδος θα οπτικοποιηθεί τέλεια από τα videoclips που γυρίστηκαν για το εναρκτήριο και το καταληκτικό κομμάτι του δίσκου. Το clip για το “God of emptiness” παραμένει ακόμα και σήμερα από τα πιο καλογυρισμένα videoclips του metal με την ασπρόμαυρη φωτογραφία, τα slow motion effects και το απίστευτα δύσκολο σολάρισμα να στοιχειώνει τους επίδοξους μιμητές του και να μεταφέρει τέλεια την ατμόσφαιρα του κομματιού. Σύνθεση του David Vincent και σήμα κατατεθέν της δικής του αντίληψης για τον ήχο των MORBID ANGEL, αξιοποιώντας στο έπακρο τις ερμηνευτικές του ικανότητες. Σε αυτή τη σύνθεση το δίπολο Vincent-Azagthoth βρέθηκε στην τέλεια ισορροπία του, που θα χανόταν στο επόμενο album με αποτέλεσμα τη φυγή του! Καθόλου τυχαία γι’αυτό το album επιλέχτηκαν οι Laibach για να «πειράξουν» αυτό το κομμάτι στο περίφημο “Laibach remixes” EP, το οποίο απέδειξε πόσο είχαν ξεφύγει από τα στενά όρια του ακραίου metal. Τυχαία νομίζετε ότι είναι η πλέον αγαπημένη μπάντα του Carl McCoy των FIELDS OF THE NEPHILIM;

 

 

 

morbid angel afieroma 15  Μετά την πλήρη αποδοχή που απολάμβαναν, στην επόμενη στουντιακή τους κίνηση θέλησαν να αλλάξουν σε πολλά σημεία, προσεγγίζοντας το νέο τους υλικό με τη νοοτροπία του “Blessed are the sick” – ετερόκλητα στοιχεία, πολλές ατμόσφαιρες και συνθέσεις με έντονες διαφοροποιήσεις στη δομή. Όταν, λοιπόν, κυκλοφόρησε το “Domination” ήταν αρκετοί που ισχυρίστηκαν ότι οι Αμερικανοί είχαν γίνει πιο εμπορικοί, κάτι που ακόμα και σήμερα ισχυρίζονται ιθύνοντες της Earache με τους οποίους είχα συνομιλήσει στο Liverpool πριν 4 χρόνια. Δεν πίστευα πως θα υπήρχαν ακόμα και σήμερα κάποιοι που θα το ισχυρίζονταν, γεγονός που δείχνει ότι μάλλον σε πολλούς ξένισε η χρήση επαναλαμβανόμενων φωνητικών μερών, που μεταφράζονταν σε ρεφραίν με τη λογική τους – το “Eyes to see, ears to hear” είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα. Αυτά, μάλλον, επιβεβαιώνουν γιατί ο Trey έκανε ριζική στροφή στον καθαρόαιμο death metal ήχο με το “Formulas fatal to the flesh”(1998) και frontman με παραδοσιακή χροιά. Ο Vincent αφού είδε τα όρια της ερμηνευτικής του δεινότητας στο “Covenant”, αποφάσισε να πειραματιστεί, εισάγοντας ακόμα και παραμόρφωση/αλλοίωση στα φωνητικά του στο “Where the slime live” – στο videoclip γι’αυτό το κομμάτι ο Trey θα παρέδιδε ένα μικρό σεμινάριο σολαρίσματος.

 

 

Το κύριο στοιχείο σε αυτό το δίσκο είναι η είσοδος του Erik Rutan στην κιθάρα αλλά και στα πλήκτρα. Ο ηγέτης των HATE ETERNAL θα σφράγιζε την πορεία τους με τη σύνθεση του εκπληκτικού “Ceasar’s palace”, το οποίο ακόμα και σήμερα φαντάζει τόσο προχωρημένο όσο και τότε! Τα κύρια στοιχεία της συνθετικής τους αντίληψης αποδόθηκαν όλα με μια τελείως διαφορετική προσέγγιση, σαφέστατη ένδειξη ότι μπορούσαν να επανακαθορίζουν τα trademark του ήχου τους σε κάθε δίσκο τους. Και όταν επέλεγαν να τα ανανεώσουν πλήρως το έκαναν χωρίς δισταγμό, αφήνοντας τους πάντες άναυδους με το καταληκτικό “Hatework” – ανάλογο κομμάτι σε ήχο και δομή δεν υπάρχει στη δισκογραφία τους!Ο Rutan θα ξαναερχόταν το 2000 για την ηχογράφηση του “Gateways to annihilation” και θα ήταν η πρώτη επιλογή τους όταν θα ξαναεμφανίζονταν σε μεγάλα festival όπως στο Wacken πριν λίγα χρόνια. Ήταν ό,τι καλύτερο σαν αντικατάσταση του Richard Brunelle, που ήταν μόνιμα στη θέση του δεύτερου κιθαρίστα μέχρι και την περιοδεία για το “Covenant”

 

morbid angel afieroma 19  Σε επίπεδο εμφανίσεων οι MORBID ANGEL ήταν σημείο αναφοράς από τις πρώτες εμφανίσεις τους για το “Altars of madness”. Εκρηκτικοί, πολύπλευροι και με έναν επιβλητικό frontman, οι Αμερικανοί δεν είχαν αντίπαλο! Διαφήμιζαν live με τον καλύτερο τρόπο τον περίφημο ήχο της Florida και των Morrisound studios, στα οποία ηχογραφούν πάντα όλες τους τις κυκλοφορίες. Κύριο χαρακτηριστικό των albums τους είναι ότι επιλέγεται μια ακολουθιακή σειρά βάσει του λατινικού αλφαβήτου, κάτι που διατηρήθηκε ακόμα και όταν κυκλοφόρησε το live album της τελευταίας συναυλιακής τους περιόδου με τον David Vincent. Το “Entagled in chaos” δεν καταφέρνει να μεταφέρει την ατμόσφαιρα των εμφανίσεων τους και εντύπωση προκαλεί ότι περιλαμβάνει μόνο ένα κομμάτι από το δίσκο που προωθούσαν εκείνη την περίοδο! Είναι,μάλλον, η πιο ισχυρή απόδειξη της αποστροφής που είχε ο Trey για το “Domination”!

morbid angel afieroma 24  Αυτή την περίοδο επανασυστήνουν στην περιοδεία που είναι το συναυλιακό γεγονός του φετινού φθινοπώρου σε παγκόσμιο επίπεδο. Όσοι είχαν την τύχη να τους δουν τις τρεις προηγούμενες φορές που ήρθαν στη χώρα μας, έχουν να λένε για το πόσο καταιγιστικοί είναι! Και όσοι κοντοστέκεστε στο γεγονός ότι κυκλοφόρησαν έναν δίσκο ανάξιο της προϊστορίας τους, αρκεστείτε σε όσα μας μεταφέρθηκαν από την εμφάνιση τους στο φετινό Hellfest. Όταν ρώτησα τη Μαριλένα Σμυρνιώτη, μου απάντησε αφοπλιστικά ότι ο Tim Yeung παίζει εξίσου καλά με τον Sandoval και η διαφορά δεν είναι εμφανής ούτε στο κατ’ελάχιστο! Όσοι δεν το πιστεύετε, απλώς περιμένετε να αναρρώσει πλήρως και να επιστρέψει κανονικά σε ένα χρόνο στους MORBID ANGEL, πέρα από τους TERRORIZER – δεν έχει φύγει από το group ο 50χρονος drummer αλλά αναρρώνει από αλλεπάλληλες εγχειρήσεις και χρόνια δισκοπάθεια! Μόνο που κανείς δε θα μπορεί να σας εγγυηθεί αν θα ξανάρθουν για συναυλίες στη χώρα μας! Οπότε μην τους χάσετε για κανέναν λόγο, για να θεωρείτε εαυτούς τυχερούς, που τους είδατε live πριν τους KREATOR και μετά τους NILE και τους FUELED BY FIRE την Παρασκευή 16 Νοεμβρίου στο Fuzz club της Αθήνας και το Σάββατο 17 Νοεμβρίου στο Principal club της Θεσσαλονίκης!

Λευτέρης Τσουρέας

LEAVE A REPLY

Please enter your comment!
Please enter your name here